Το ζουμί του πετεινού: Μια ποιητική επιστροφή στη φύση

Ο Μακριδάκης με το γνώριμο συγγραφικό του στιλ, εξυμνεί την ελληνική ύπαιθρο και μιλά για την οικονομική κρίση σε μια νεοηθογραφία που διαβάζεται… μονορούφι, γοητεύοντας τον αναγνώστη με την πληθώρα ποιητικών περιγραφών και εκφράσεων.
Τι μπορεί να αντιπροτείνει κανείς στην οικονομική κρίση; Ποιον τρόπο ζωής και ποιο πρότυπο βίου, ώστε να αποφύγει τον οικονομικό μαρασμό αλλά κυρίως την ψυχολογική κατάρρευση, στα πρόθυρα του κλονισμού; Για έναν άνθρωπο της πόλης, η λύση είναι αδιέξοδο που περιορίζει τις κινήσεις στα όρια της αυτοσυγκράτησης και της ανακύκλωσης της οργής και της αγανάκτησης. Μα για έναν άνθρωπο της υπαίθρου ο τρόπος ζωής είναι μπροστά στα μάτια του.

Ο Μακριδάκης έρχεται να γράψει άλλη μια νουβέλα παπαδιαμαντικών απόηχων, βγαλμένη δηλαδή από τα καλούπια της ηθογραφίας, μιας νεοηθογραφίας που εκθειάζει τη φύση και τη ζωή σ’ αυτή την οποία και αντιπροτείνει απέναντι στα δεινά του σύγχρονου πολιτισμού. Ο ήρωάς του λοιπόν ζει εκούσια στην απλότητα αλλά και στον πλούτο της φύσης, αφού μπορεί μόνος του, στο κτήμα που κληρονόμησε από τον παππού του, να ζει με τη γυναίκα του, να νέμεται τα ελέη του Θεού, να διατηρεί την ταβέρνα του με τις νοστιμιές που με μεράκι φτιάχνει και να τις μοιράζει πλουσιοπάροχα σε όσους ανέβουν εκεί πάνω. Η αυτάρκεια που προσφέρει η φύση, η μακάρια ζωή, απλή, λιτή αλλά και γενναιόδωρη, τα ζουμερά περβολικά, τα δυναμωτικά ζώα, τα νόστιμα φρούτα είναι η απάντηση στην καταναλωτική μανία του Νεοέλληνα.

Κι όταν έλθει η κρίση, αυτή η κρίση που διατυμπανίζεται στα κανάλια και προβάλλεται σαν τη Δευτέρα Παρουσία, σαν τον Αρμαγεδδώνα που θα σαρώσει τα πάντα, ο Παναγής και η γυναίκα του η Θεοδοσία θα μείνουν έξω από αυτή τη λαίλαπα όσο μπορούν και συντηρούν το κτηματάκι τους. Μπορεί πρόσκαιρα να κλονίστηκε από τη διαφθορά των πολιτικών, από το ξεπούλημα της Ελλάδας, από την τηλεοπτική θύελλα που ενθρονίζει την ύφεση στην ψυχή των ανθρώπων σαν τη δαμόκλειο σπάθη που θα μας αφανίσει, αλλά γρήγορα ξαναβρήκε την εμπιστοσύνη στις δυνάμεις του και στην απλόχερη γενναιοδωρία της φύσης.

Τα υλικά που χρησιμοποιεί ο Μακριδάκης είναι λίγο πολύ γνωστά σε όποιον παρακολουθεί το συγγραφικό του μπουμ τα τελευταία πέντε χρόνια: χιώτικη ηθογραφία που απλώνεται από τους ψαράδες ως τους κάπελες, φυσικά ζωντανή γλώσσα του τόπου, περιήγηση στη φύση ενσωματωμένη στον τρόπο ζωής των κατοίκων, έμφαση στο τοπικό που συχνά υπερτερεί των πανελληνίων κ.ο.κ. Πιο συγκεκριμένα το τελευταίο γίνεται αιχμή του δόρατος που εμβολίζει την αφήγηση και την αναγνωστική πρόσληψη.

Ακόμα περισσότερο, ο αναγνώστης οφείλει να θωρακιστεί με υπομονή, γιατί παρακολουθεί αργά και ράθυμα την ιστορία, μπολιάζεται με την ατμόσφαιρα του βιβλίου, βλέπει με δόσεις ημεδαπού εξωτισμού τα δρώμενα και περιμένει την εξέλιξη της ιστορίας. Κι όταν φτάσει στην Ιθάκη του τέλους, συνειδητοποιεί ότι εκεί δεν υπάρχουν θησαυροί, αλλά το ταξίδι έως εκεί τον εφοδίασε με την πείρα των αντιστίξεων που απλώνονται σε όλο το κείμενο. Εν προκειμένω όλη η αργή αφήγηση του τρόπου ζωής του Παναγή ενσταλάζει στο μυαλό μας το μοτίβο ζωής που θα μπορούσε ο καθένας να ζήσει: ολιγάρκεια στα φυσικά προϊόντα και αποχή από την κινδυνολογία για την κρίση και την επερχόμενη καταστροφή.

Η νεοηθογραφία του Μακριδάκη έρχεται να προβάλλει τον απλό τρόπο ζωής ως αντιστάθμισμα στη νοθευμένη ποιότητα ζωής των υλικών αγαθών και της ακόρεστης ευδαιμονοθηρίας. Ίσως βέβαια πιο πολύ ως ιδεολογία παρά ως προϊόν μυθοπλασίας, πιο πολύ ως μανιφέστο παρά ως μήνυμα που απορρέει από την πλοκή…

Ο blogger Πατριάρχης Φώτιος

Γιάννης Μακριδάκης
“Το ζουμί του πετεινού”
εκδόσεις Εστία
2012
Σελ.: 92
Τιμή: 11€
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v