Παρ’ τους με τις πέτρες!

Παρ’ τους με τις πέτρες!
Η Λυρική τελείωσε γύρω στις δέκα η ώρα. Ακαδημίας χαμηλά, οι περαιτέρω επιλογές περιορισμένες. Η μία να δοκιμάσει κανείς να εισέλθει στα Εξάρχεια, ενθυμούμενος τα νεανικά του χρόνια, όταν η πλατεία ανέπνεε τον αέρα της αμφισβήτησης. Μάλλον κακή ιδέα... Η άλλη να ψάξει κάτι τις εκεί κοντά. ”Πάμε πέτρινο”, είπε κάποιος από την παρέα. ”Και δεν πάμε”; Στο κάτω – κάτω της γραφής, μόνο καλά λόγια έχουμε ακούσει για το κατάστημα τοιούτο. Λίγα βήματα πιο κάτω το κατάστημα. Ακαδημίας και Θεμιστοκλέους γωνία. Το κατάστημα. Λίγος ο κόσμος. Πολλά κενά τραπέζια και πάμε να καθίσουμε έξι άτομα σε ένα τραπέζι με οκτώ καρέκλες. ”Όχι”, φώναξε κάποιος υπεύθυνος. ”Πηγαίνετε πιο μέσα. Στο τραπέζι αυτό μπορώ με μία προσθήκη να βάλω και περισσότερους από οκτώ”. Τι να κάνουμε, προχωρούμε στο εσωτερικό, πλησίον της τουαλέτας. Ντουβάρια δεξιά, ντουβάρια αριστερά. Μετά από λίγο φτάνει το γκαρσόνι με τον κατάλογο. Παραγγέλνουμε και έρχονται τα μαχαιροπίρουνα. Το γκαρσόνι τα κρατούσε σφιχτά στα χέρια του, σαν να κρατούσε βέλη και άρχισε να τα μοιράζει στο τραπέζι λες και κάρφωνε τους εχθρούς του. ”Λίγο νερό, παρακαλώ”, είπε κάποιος από την παρέα. Ευτυχώς! Διότι το νερό ήρθε μετά από τα πρώτα πιάτα. Έτσι και το ξεχνάγαμε τότε, μπορεί και να ερχότανε στο τέλος, ως επιδόρπιο. Όλα αυτά, όμως, τα ξεπερνά ένας καλόβολος άνθρωπος. Αρκεί το φαγητό να είναι σωστό. Γίνονται, όμως, τέτοια θαύματα στις μέρες μας; Ούτε για αστείο! Τα τηγανιτά κολυμπούσαν στο λάδι. Γόνο καλαμάρι ήταν η παραγγελία και η αίσθησή μας στο τέλος ήταν ότι ήπιαμε μπόλικο τηγανητό λάδι με κάτι μικρά πράγματα μέσα! Η σαλάτα; Σπανάκι ζητήσαμε και ήταν τόσο μεγάλα τα κομμάτια του που αναρωτηθήκαμε αν τους είχαν τελειώσει τα μαχαίρια... Τέλος πάντων. Πάλι καλά που δεν πληρώσαμε τα φύκια για μεταξωτές κορδέλες. Ενενήντα ευρώ με το κρασί, για έξι άτομα… Την επόμενη φορά δεν θα το τολμήσουμε!
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v