Η πολιτική ως διαφήμιση

Γιατί απορούμε για την απουσία ουσίας στο ντιμπέιτ και σε όλη την εκλογική αντιπαράθεση όταν αυτό είναι η αντιπροσωπευτική δημοκρατία: εντύπωση.
Η πολιτική ως διαφήμιση
Ξεκίνησα να βλέπω τον Χατζηνικολάου αμέσως μετά το ντιμπέιτ. Ο πρώτος που ρωτήθηκε από το πάνελ ήταν ο Νίκος Μπογιόπουλος, του οποίου οι ΚΚέδικες θέσεις είναι γνωστές.

Ήμουν εξ αυτού αρνητικά προκατειλημμένος για το τι θα πει- όχι φυσικά για τον ίδιο τον άνθρωπο, αλλά για την κριτική που είναι πάντα ίδια και απαράλλαχτη, χωρίς καμία ευελιξία και δυνατότητα προσαρμογής στις περιστάσεις, ούτε καν στο χρησιμοποιούμενο λεξιλόγιο.

Και όντως, έτσι έγινε. Γιατί, έλεγε, τόσα γέλια από τους δύο αρχηγούς; Αν ήταν ο ίδιος άνεργος θα εκνευριζόταν με τόση καλή διάθεση. Η πρώτη μου σκέψη ήταν ΄τι ήθελε δηλαδή ο Μπογιόπουλος; Να αγριοκοιτάζονται οι αρχηγοί τις 2,5 ώρες του ντιμπέιτ για να μην θιχθεί ο άνεργος;΄.

Και μετά προσπάθησα να σκεφτώ σαν άνεργος. Και ένιωσα ότι σε ένα σημείο ο Μπογιόπουλος είχε δίκιο. Και εγώ θα ήθελα να έχω δει περισσότερη πραγματική πολιτική αντιπαράθεση και λιγότερη επικοινωνιολογική διαχείριση. Θα ήθελα να μην υπάρχουν τα επιτελεία που προσπαθούν να μαντέψουν σε πιο τρικάκι θα τσιμπήσουν περισσότερο οι τηλεθεατές- ψηφοφόροι, θα ήθελα να μην αντιμετωπίζεται ο κόσμος σαν «καταναλωτής» που προσπαθούν να του πουλήσουν εμπιστοσύνη. Αλλά δεν είναι αυτός ο τρόπος της πολιτικής του κοινοβουλευτισμού στην Ελλάδα.

Το φαίνεσθαι είναι στη βάση του οικοδομήματος. Για την ακρίβεια, είναι το ίδιο το οικοδόμημα. Και αυτό, όταν υπάρχουν σοβαρά προβλήματα, είναι πολύ ενοχλητικό γιατί υπογραμμίζει την χρεοκοπία αυτής της λογικής.

Τι είναι ο Τσίπρας και ο Μεϊμαράκης αν όχι ηθοποιοί και σκηνοθέτες του ίδιου έργου; Ενός έργου μάλιστα που φτιάχνουν από κοινού. Και- για να το πάω ακόμη πιο μακριά- το ίδιο ισχύει και για τους άλλους πολιτικούς αρχηγούς και για όλους τους υποψήφιους. Αυτό είναι το σύστημα που η αντιπροσωπευτική δημοκρατία αναγκαστικά αναπαράγει: να φανούμε συμπαθέστεροι/πιο αξιόπιστοι από τους άλλους για να μας ψηφίσουν.

Ένα μεγάλο μέρος της πολιτικής δηλαδή επαφίεται στα χέρια των διαφημιστών δηλαδή, όπως προσφάτως απέδειξαν για μία ακόμη φορά τα εξαιρετικά σποτάκια της διαφημιστικής του Καμμένου, στα οποία χρωστάει την προηγούμενη είσοδό του στη Βουλή και θα χρωστά και αυτή εδώ, αν επισυμβεί.

Το «νέο» είναι ο εύκολος τρόπος να δημιουργήσει προσδοκία αγοράς στους καταναλωτές για αυτό και επιστρατεύεται πάντα από την εκάστοτε αντιπολίτευση. Σε αυτές τις εκλογές το χρησιμοποίησε η διαφημιστική του Τσίπρα ρισκάροντας, αφού έχει ήδη κυβερνήσει επί 7 μήνες. Το ρίσκο όμως είναι μικρό, αφού οι 7 μήνες δεν συγκρίνονται με 40 χρόνια.

Και όλα αυτά στο πεδίο των εντυπώσεων, μακριά από την ουσία. Μια ουσία για την έλλειψη της οποίας άκουσα σήμερα να διαμαρτύρονται όλα σχεδόν τα μίντια. Λες και αυτά δεν έχουν τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο παιχνίδι της εντύπωσης και στην καταναλωτική προσέγγιση της πολιτικής.

Τι προτείνω; Αποχή για πολλούς και διάφορους λόγους. Αλλά σε αυτό θα επανέλθω την Παρασκευή για να το έχουμε και φρέσκο εν όψει Κυριακής.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v