Ύπαγε οπίσω μου, σατανά

Η κ. Ρεπούση πρότεινε την κατάργηση του μαθήματος των θρησκευτικών και ο Ιοβόλος χωρίς να το θέλει αναγκάζεται (;) να συμφωνήσει μαζί της. Μάλλον δεν θα τον γλιτώσει τον αφορισμό.   
Η κ. Ρεπούση με φέρνει στη δυσάρεστη θέση να συμφωνώ μαζί της και αυτό είναι κάτι που κάνω πολύ απρόθυμα.

Ωστόσο, θεωρώ ότι η κατάργηση του μαθήματος των θρησκευτικών και η αντικατάστασή του με μάθημα θρησκειολογίας είναι κατ’ αρχήν ζήτημα ηθικό. Για τον δικό μου κώδικα ηθικής δεν είναι αποδεκτό να δεσμεύονται εκπαιδευτικές ώρες για να διδάσκεται η αφηρημένη μέθεξη της ορθόδοξης θρησκείας έναντι των υπολοίπων.

Η επιλογή της εκπαιδευτικής ύλης που ορίζεται από την προϊστάμενη εκπαιδευτική αρχή πρέπει να είναι αυστηρά ορθολογική ώστε να αποφεύγονται επιλογές που απηχούν τις «ηθοπλαστικές πεποιθήσεις» προσώπων ή ομάδων. Πρέπει η επιλογή των διδασκομένων μαθημάτων να γίνεται αποσκοπώντας πρωτίστως στην επιστημονικότητα και δευτερευόντως στη σύνδεση των μαθητών με την πραγματικότητα που θα αντιμετωπίσουν. Για το «θρησκευτικό αίσθημα», που ορισμένοι θεωρούν κομβικής σημασίας, μπορεί να φροντίσει η οικογένεια.

Όσο για το επιχείρημα της ιδιαίτερης σχέσης της εκκλησίας με το ελληνικό έθνος μόνο επικίνδυνο μπορώ να το χαρακτηρίσω. Όπως και στη Δυτική Ευρώπη, έτσι και στην Ελλάδα υπήρξε εποχή που η εκκλησία μονοπώλησε τη γνώση και την πληροφορία, χορηγώντας την με το σταγονόμετρο και μόνο στα ανώτερα κλιμάκιά της. Επίσης, επειδή οι Οθωμανοί διαχώριζαν τους υποταγμένους λαούς ανάλογα με τις θρησκείες η ορθόδοξη πίστη των υπόδουλων ελλήνων έλαβε μεγαλύτερη σημασία (πολιτιστική, γλωσσική και πολιτική) από αυτή που πραγματικά της αναλογούσε.

Το ελληνικό κράτος αμέσως μετά την ανεξαρτησία για να αξιοποιήσει ένα ακόμη συγκολλητικό υλικό «εμβολίασε» την πρόσφατη ιστορία του με περιστατικά εκκλησιαστικής δράσης. Τέτοια περίπτωση ήταν, για παράδειγμα, η προκλητική για την ιστορική ορθότητα θέσπιση του Ευαγγελισμού ως της ημέρας «που ξεκίνησε η επανάσταση» με τον Παλαιών Πατρών Γερμανό «να υψώνει το λάβαρο». Μια χαρά άποψη για τα παιδάκια του δημοτικού, αλλά προφανώς ανυπόστατη για όποιον καταλαβαίνει τι θα πει «επανάσταση» και πόσο απίθανο είναι να έχει αυτή “τελετή έναρξης”.

Η ιδιαίτερη σχέση του έθνους μας με τη θρησκεία είναι ένα ωραίο παραμύθι που το στηρίζουν αφενός όσοι θρησκευτικοί λειτουργοί τρώνε ψωμάκι από τους φόρους που πληρώνει ο κόσμος, και αφετέρου αυτοί που διστάζουν να πάρουν αποστάσεις από το συντηρητικό εκλογικό σώμα.

Προς θέλξη μάλιστα αυτού του τελευταίου ή λόγω προσωπικών… παθημάτων, κατά καιρούς διάφοροι υπουργοί παιδείας επιλέγουν να συντηρητικοποιήσουν τα ήθη στα σχολεία. Τέτοια ήταν η περίπτωση της μεταρρύθμισης Κοντογιαννόπουλου που ήθελε την καθιέρωση point system για τη συμπεριφορά μαθητών έξω από το σχολείο (το γράφω και φρίττω!).

Η απάντηση του αρμόδιου υφυπουργού κ. Γκιουλέκα στην κατάργηση του μαθήματος που πρότεινε η κ. Ρεπούση ότι «η διδαχή μιας συντηρητικής μελέτης των θρησκευτικών, δεν αρκεί για να αναπτύξει τη θρησκευτική συνείδηση των θρησκειών» δείχνει ότι ο νεαρός πολιτικός σκέπτεται το πολιτικό κόστος αφού η εκλογική πελατεία της παράταξής του είναι συντηρητική.

Πολιτικάντικη, αν και ευφυής, είναι η «απάντηση» της Αρχιεπισκοπής Αθηνών που κατηγορεί την κ. Ρεπούση για «συνωστισμό εμμονών», κλείνοντας το μάτι σε όσους αγανάκτησαν για το φάουλ της με τον «συνωστισμό στην αποβάθρα της Σμύρνης».
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v