Η Στανίση και "η άλλη" Ελλάδα

Η διαφήμιση του Jumbo τσίγκλισε την κοινή γνώμη με τρόπο απρόσμενο. Κάποιοι θεώρησαν ότι θίγεται η παγκοσμίως αναγνωρισμένη γνωστή νεοελληνική αισθητική"ε, όχι και να μας παρουσιάζουν έτσι!". Χειρότερο του να είσαι κάτι άλλο από αυτό που θέλεις, είναι να νομίζεις ότι είσαι κάτι άλλο από αυτό που είσαι.     
Μετά τον Καιρό, το πράγμα που απασχολεί περισσότερο την ελληνική κοινή γνώμη με τρόπο ακατανόητο, αλλά διασκεδαστικό, είναι οι διαφημίσεις- συνήθως οι τηλεοπτικές.

Ενώ σπάνιες είναι οι φορές που το καινό περί δικαίου αίσθημα εξανίσταται για την παραβίαση της ηθικής του, η ευφυής ή λιγότερο ευφυής έμπνευση ενός διαφημιστή χωρίζει το κοινό σε δύο κατηγορίες: Εκείνης που θεωρούν την διαφήμιση «καταπληκτική» και εκείνης που θεωρούν ότι πρόκειται για «αηδία».

Οι διαφημίσεις του Jumbo, κυρίως οι ραδιοφωνικές αλλά και οι τηλεοπτικές, έχουν αυτό το χαρακτηριστικό: ή τις αγαπάς ή τις μισείς. Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για πετυχημένη συνταγή, αφού με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο τα διαφημιστικά μηνύματα γίνονται "talk of the town".

To γιατί έγινε τόσος ντόρος με το σποτάκι της Στανίση ομολογώ ότι δεν το κατάλαβα. Δεν αναφέρομαι στις διαμαρτυρίες εκείνων που απλώς δεν τους άρεσε, αλλά σε εκείνους που θεωρητικοποίησαν την απαρέσκειά τους υπεραμυνόμενοι του ελληνικού Πάσχα ή μιας τέτοιας ακαθόριστης αισθητικής (;) αξίας που μού διαφεύγει. «Δεν είναι αυτό το ελληνικό Πάσχα», είπαν με ύφος, θεωρώντας υποθέτω ότι το ελληνικό Πάσχα είναι κάτι πολύ ποιοτικότερο από αρνί, λαϊκά, κοιλαράδες με φανέλα- εσώρουχο και πιτσιρίκια που φωνάζουν ζητώντας δώρα.

Πριν υπηρετήσω στο στράτευμα, είχα μια τελείως διαφορετική εικόνα για το μέσο όρο της ελληνικής κοινωνίας. Πίστευα ότι λίγο πολύ το μίγμα της ήταν τύποι σαν και αυτούς που έκανα παρέα ή σαν και αυτούς που έκαναν παρέα αυτοί που έκανα παρέα ή εν πάση περιπτώσει σαν κάποιους μακρινούς τους συγγενείς.

Στο κέντρο εκπαίδευσης ανακάλυψα ότι ήμουν μακριά νυχτωμένος- και αυτό ήταν για εμένα το σημαντικότερο δίδαγμα της θητείας μου. Ο μέσος έλληνας, δηλαδή το 80-90% του πληθυσμού, είναι λίγο καλύτερος από αγράμματος. Είναι οπωσδήποτε αυτό που θα λέγαμε σχηματικά “βλάχος” και τον αφορούν κατ’ απόλυτη προτεραιότητα οι γκόμενες και οι ομάδες (κάθε Δευτέρα ισχύει η ανάποδη σειρά).

Είχα πραγματικά σοκαριστεί. Τα επόμενα χρόνια, όποιος φίλος πήγαινε φαντάρος τον προέτρεπα να παρατηρεί το ίδιο πράγμα. Τον μέσο όρο στις πραγματικές του διαστάσεις.

Πρόκειται για τον ίδιο μέσο όρο που στοχεύει μια καμπάνια του Jumbo. Για αυτόν που μια φορά στις δέκα μέρες έχει έως 5 ευρώ να διαθέσει για να πάρει κάτι στο πιτσιρίκι του.

Είτε μας αρέσει είτε όχι, τις περισσότερες φορές μια επιτυχημένη διαφήμιση περιγράφει με ακρίβεια τα κουσούρια της ή τις αξίες της κοινωνίας στην οποία απευθύνεται. Πιθανότατα λοιπόν οι διάφοροι εκπρόσωποι του τύπου που αναφώνησαν mon dieu! βλέποντας τη συγκεκριμένη διαφήμιση είτε όντως έχουν στρεβλή άποψη για τον μέσο όρο της ελληνικής κοινωνίας, είτε βγάζουν το ψωμί τους πουλώντας αφ’ υψηλού σοβαροφανή κριτική.

Εν τω μεταξύ, ο διαφημιζόμενος τρίβει τα χέρια του και καλά κάνει. Η διαφήμιση έκανε τη δουλειά της και τα χρήματά του έπιασαν τόπο. Και μας έχει κολλήσει και το τζινγκλάκι, απενοχοποιώντας τη λαϊκή πλευρά όσων δεν πολυξέρουν από πίστες. Χωρίς Jumbo να ζήηηησωωωωωωωω…

Υ.Γ. Άσχετο αλλά διασκεδαστικό: Ο Κραουνάκης, που θεωρώ ότι είναι το δημιουργικό χέρι πίσω από τις διαφημίσεις του Jumbo ξεσάλωσε υπέρ Στανίση, της αισθητικής των συγκεκριμένων διαφημίσεων αλλά και υπέρ του ίδιου του Jumbo ως εργοδότη. Αφήνω στην άκρη το προσωπικό συμφέρον που ίσως έχει ο καλλιτέχνης- αφού όπως σας είπα τον «υποψιάζομαι» για δημιουργό των διαφημίσεων και μένω σε μερικούς από τους εφευρετικότερους χαρακτηρισμούς που απυήθυνε σε όσους έψεξαν την μούσα του. Ανθολογώ: Πυτιρίδες και τερηδόνες. Περαντζάδες λιγούρια του Mall. Σούργελα δαιμονισμένα, ημιμαθή τση Φιλοθέης, πτυχία του τρεις κι εξήντα. Zουτζεδες και κανκάγιες, κολλεγιά της συμφοράς. Άκαβλα σεσημασμένα δημοσιογραφάκια της ιντερνετιάς. Πενάκια του πληκτρολογίου, του γκρίγκλις και της αγραμματοσύνης. Ημιαμόρφωτα ζαβά και ορθιάδες του Κολωνακίου.

Όποιος ξέρει τον καπετάνιο Χάντοκ, θα εκτιμήσει λίγο παραπάνω την φαντασία του Κραουνάκη.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v