Η ποινικοποίηση της κάθαρσης

…και η κάθαρση της ποινικοποίησης. Αλληλοκατηγορίες με φόντο λοβιτούρες φέρνουν την απαξίωση που ο πολιτικός κόσμος προσπαθεί να γλιτώσει στην ημερήσια διάταξη. Οι λύσεις υπάρχουν αλλά έχουν ένα μικρό ελάττωμα: Δεν πολυβολεύουν.
Όταν στα δημόσια πολιτικά πράγματα κάποιος φέρεται ύποπτος για λοβιτούρες και παραβάσεις καθήκοντος, οι μισοί ζητούν με ζήλο την «κάθαρση στην πολιτική» και την παραπομπή του στην τακτική δικαιοσύνη και οι άλλοι κάνουν λόγο για τον κίνδυνο «ποινικοποίησης της πολιτικής ζωής».

Και οι μεν και οι δε έχουν εξουσιολαγνικά κίνητρα και καθόλου δεν ενδιαφέρονται για την ηθική της πολιτικής ζωής την οποία ευαγγελίζονται. Αυτό βέβαια ισχύει για όλους αυτούς που διεκδικούν δημόσια την ψήφο του κόσμου: ζητούμενο είναι η εξουσία. Αυτή η επιδίωξη μπορεί να συνοδεύεται από καλές ή από κακές προθέσεις.

Τέλος πάντων, στην ανεκδιήγητη ελληνική πολιτεία τα όρια της νομιμότητας εξακολουθούν να είναι ρευστά. Μόνο έτσι εξηγείται η κατηγορία για «ποινικοποίηση» και η ταυτόχρονη υστερία για κάθαρση.

Στην πρώτη περίπτωση έχουμε το εξής παράδοξο: εγώ να λέω ότι «κάτι που έκανες ως διοίκηση ίσως να είναι παράνομο και εσύ να μου λες «αυτή τη δουλειά θα κάνουμε; Θα ψάχνουμε τα παράνομά του καθενός που ασκεί διοίκηση;». Φαντάζομαι ότι ο αντίλογος προτείνει να μην τα ψάχνουμε καν για να μην χαλάσουμε την εύρυθμη (μπουχαχα) λειτουργία της δημόσιας διοίκησης.

Το μπάχαλο της δημόσιας διοίκησης μπορεί να είναι η ελληνική πραγματικότητα, αλλά δεν είναι αυτό που είχε στο μυαλό του ο συνταγματικός νομοθέτης, που δεν θα ήθελε όποιος έχει πρόσβαση στον δημόσιο λόγο να μπορεί να ισχυριστεί ότι κάποιος αξιωματούχος παρανόμησε και μέχρι να ολοκληρωθεί μια τέτοια διερεύνηση να μην μπορεί να υπογραφεί τίποτα και να είναι υπουργός ή Πρωθυπουργός υπό αναστολή.

Άρα; Αδιέξοδο; Πώς χειρίζονται τα άλλα κράτη αυτόν τον… γόρδιο δεσμό; Απλούστατα έχουν ξεκάθαρο και σύγχρονο πλαίσιο για τις ευθύνες υπουργών, για το πώς αυτές απονέμονται και για το πώς διερευνώνται.

Ναι, ναι. Μιλώ για αυτό το πραγματικά ρηξικέλευθο νομοθέτημα που υπάρχει δεκαετίες και που στην Ελλάδα θεωρούμε περιττό.

Ή μάλλον φαίνεται ότι θεωρούμε την απουσία του εξαιρετικά χρήσιμη. Έτσι, αν θέλουμε να βαρέσουμε κάποιον τον δείχνουμε ως διαπλοκέα και αν θέλουμε να γλιτώσουμε το τομάρι μας μιλάμε για «απαράδεκτη ποινικοποίησης της πολιτικής».

Και επανέρχομαι στο προσφιλές μου ερώτημα. Πόσοι άραγε θέλουν πραγματικά να γίνει η Ελλάδα το οργανωμένο κράτος που ευαγγελίζονται;
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v