Ή, η βίλα που αποτελεί εστία μικροβίων και παραβατικότητας, όπως είπε ο περιφερειάρχης Αττικής, κ. Σγουρός. Ας μην φτιάξουμε λίστα με το πόσες φορές έχουν σταθεί χρήσιμες αυτές οι εστίες κι ας πάμε αμέσως στο θέμα μας. Το θέμα μας είναι ότι για άλλη μια φορά η Κυβέρνηση παίρνει για δεδομένο ότι τρώμε κουτόχορτο, και για άλλη μια φορά εμείς δεν τους διαψεύδουμε. Καλημέρα σας.
Στέλνω κι εγώ υποστήριξη στους καταληψίες. Ειδικά σ’ ένα κτίριο σαν τη βίλα Αμαλία. Είκοσι δύο χρόνια είναι αυτά. Έστω γι’ αυτό οφείλεις λίγο σεβασμό. Αλλά όχι, οι καταλήψεις μας ενοχλούν και πρέπει να τις εξαρθρώσουμε μία-μία, άρα μπουκάρουμε, τσουβαλιάζουμε κόσμο, βγάζουμε δελτία με σοκαριστικές εικόνες από άδεια μπουκάλια και μιλάμε για εμπόριο ναρκωτικών. Αχέμ. Δεν θα γίνω ποιητικός για να πω ότι αν δεν κάνατε τον κόσμο μας ΣΚΑΤΑ δεν θα είχαμε ανάγκη να ξεφεύγουμε με τα ναρκωτικά, άρα θα το πάρω πιο λογικά. Είναι. Μια. Κατάληψη! Τι περιμένεις να έχει μέσα; Πετούνιες; Χρυσόψαρα; Τον Τσάρλι και το εργοστάσιο σοκολάτας; Θα έχει άδεια, θα έχει γεμάτα μπουκάλια, θα έχει ναρκωτικά, θα έχει υλικά για μολότοφ.
Και ποιος δεν έχει υλικά για μολότοφ σήμερα; Σίγουρα έτσι νιώθει ο βουλευτής του Σύριζα, κ. Κουράκης, και ξέρεις τι; Τον στηρίζω. Αν μπεις στο σπίτι μου, έχω ένα ράφι με άδεια μπουκάλια μπύρας, γιατί απλά βαριέμαι να τα πετάξω, έχω μάσκες (έστω εκείνες τις ψεύτικες που φοράγαμε με την γρίπη των χοίρων) γιατί ζωγραφίζω με σπρέι και δε θέλω να σαπίσουν τα πνευμόνια μου ακόμα γρηγορότερα, έχω γύρω στα τρία λίτρα νέφτι και αν ήξερα κόσμο, ναι, πιθανότατα στο συρτάρι με τα βρακιά θα είχα και λίγα ναρκωτικά.
Αυτά τα κτίρια λειτουργούν και λειτουργούσαν ανέκαθεν σαν κέντρα οργάνωσης και κέντρα πολιτισμού. Όταν αυτοί που θέλουν τους Πακιστανούς νεκρούς μπορούν να βάζουν φωτεινές επιγραφές στα μπαλκόνια των γραφείων τους, το λιγότερο που μπορεί να έχει ο εξωκοινοβουλευτικός αντίλογος είναι ένας δικός του χώρος. Στον οποίο χώρο άλλοι βρίσκουν άσυλο. Το ξέρω πως η Κυβέρνηση θα προτιμούσε να δει τα πρεζόνια κοκαλωμένα σ’ ένα παγκάκι, γιατί η Κυβέρνηση αυτό ακριβώς κυνηγά: τα θύματα να μένουν θύματα και να εξουδετερώνονται. Τουλάχιστον κάποιος φροντίζει, λίγο αλλά ουσιαστικά, για μερικά πράγματα.
Δεν τάσσομαι αναγκαστικά υπέρ ή κατά των καταλήψεων αυτή τη στιγμή. Θα προτιμούσα αυτά τα κτίρια να χρησιμοποιούνται σαν κέντρα περίθαλψης. Άστεγοι, ναρκομανείς, οικογένειες που δεν έχουν να φάνε, μετανάστες. Ναι, κάτι τέτοιο στο κεφάλι μου είναι καλύτερο από μαζώξεις για προβολή γερμανικών ταινιών, γύρες με τσιγάρα απ’ τα καλά και την υπόγεια ανάδειξη του νέου ελληνικού πανκ ροκ. Αλλά σε ένα βαθμό, συμβαίνουν κι αυτά και οφείλουμε να το σεβαστούμε, να το φροντίσουμε. Που αυτό με τη σειρά του οδηγεί πάλι πίσω στο πώς το κράτος δεν μπορεί να φροντίσει για τίποτα καλό γιατί το κράτος διοικείται από ανθρώπους που τρώνε λεφτά.
Και το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να τρώγονται με τα ρούχα τους. Η Νέα Δημοκρατία κατηγορεί τον Σύριζα και ο Σύριζα απαντάει. Πού το έχουμε ξαναδεί αυτό; Ναι. Σε επανάληψη κάθε πέντε με εφτά μήνες στην Ελλάδα. Αυτή η τακτική έχει γίνει πια τόσο διάφανη που απορώ πώς υπάρχει ακόμα κόσμος που πείθεται. Ναι, φέρε μου τον καφέ μου, έξτρα ζάχαρη, τα χαρτιά που σου ζήτησα κι έναν τρόπο να ξεχάσουν οι Έλληνες το όνομα Λαγκάρντ για λίγο καιρό. Γενηθήτω οργή, θυμηθήκαμε την Βίλα Αμαλία. Υπάρχουν εγκληματίες εκεί μέσα, κιλά και κιλά από κόκα, εκρηκτικοί μηχανισμοί και το Ιερό Δισκοπότηρο χρησιμοποιείται σαν πάπια για τα πρεζόνια που δεν μπορούν να κουνηθούν. Χέσε με.
Όταν αυτοί που θέλουν τους Πακιστανούς νεκρούς μπορούν να βάζουν φωτεινές επιγραφές στα μπαλκόνια των γραφείων τους, το λιγότερο που μπορεί να έχει ο εξωκοινοβουλευτικός αντίλογος είναι ένας δικός του χώρος.