Θέλουμε τον Τριαντόπουλο στην προανακριτική ή όχι;

Δεν υπάρχει αντίφαση εκ μέρους όσων φωνάζουν. Φωνάζουν γιατί η κυβέρνηση κάνει μανούβρες.  

Θέλουμε τον Τριαντόπουλο στην προανακριτική ή όχι;

Η απόφαση της κυβέρνησης να μην υπάρξει παρουσία του Χρήστου Τριαντόπουλου στην προανακριτική επιτροπή της Βουλής έχει ξεσηκώσει θύελλες αντιδράσεων, κυρίως από εκείνους που περίμεναν την θεσμική ευκαιρία για να δουν δημοσιοποιημένες σκοτεινές  λεπτομέρειες σχετικά με τις ευθύνες και τις διαδικασίες στις έρευνες για τα Τέμπη.

Από τη μία δεν το λες και παράλογο. Από την άλλη κραυγάζουμε όλοι για το πόσα εμπόδια θέτει η υφιστάμενη νομοθεσία πριν να έρθουν τα πολιτικά πρόσωπα ενώπιον του φυσικού δικαστή για ελαττώματα που προέκυψαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους- τον νόμο περί ευθύνης υπουργών και τα λοιπά. Τι ισχύει τελικά;

Για την υπόθεση των Τεμπών δεν υπάρχει μία και μόνη απάντηση.

Προφανώς ο νόμος περί ευθύνης υπουργών είναι απαρχαιωμένος, άδικος και σε προφανή δυσαρμονία με το κοινό περί δικαίου αίσθημα. Θέλει αλλαγή… χθες, ώστε να αναζητούνται αποτελεσματικά οι ευθύνες όσων τώρα μοιάζουν να είναι στο απυρόβλητο.

Όμως η προανακριτική διαδικασία στη Βουλή επισύρει μια δημοσιότητα σαφώς αυξημένη έναντι των τακτικών δικαστηρίων. Οι πολιτικοί αρχηγοί και τα κόμματα, οι επικοινωνιακοί τους μηχανισμοί, το ανθρώπινο δυναμικό των κομμάτων δημοσιοποιούν πτυχές των όσων συμβαίνουν στις επιτροπές της Βουλής. Έτσι όχι μόνο τα πρόσωπα και οι διαδικασίες αλλά και η ίδια η λειτουργία της Βουλής κρίνεται για τον τρόπο με τον οποίο διεκπεραιώνονται τα πράγματα- όπως κρίθηκε στην περίπτωση της προανακριτικής επιτροπής υπό τον κ. Μαρκόπουλο.        

Ήθελε η κυβέρνηση αυτήν την παραπάνω δημοσιότητα; Χωρίς την παραμικρή δυνατότητα να ελέγξει την επίδραση κάθε νέου δεδομένου σε μια θυμωμένη κοινή γνώμη σαφώς και όχι. Είναι δικαίωμά της να κάνει αυτή τη μανούβρα και να ζητήσει από τον Χρ. Τριαντόπουλο να ρισκάρει (;) στην τακτική δικαιοσύνη; Ναι, είναι. Μπορεί και πρέπει να κριθεί με πολιτικούς όρους για απόπειρα εκτόνωσης μιας υπόθεσης για την οποία η κοινωνία βοά, Οπωσδήποτε.

Εκεί, στην επιθυμία της ελληνικής κοινωνίας για διαφάνεια και δικαιοσύνη βρίσκεται η απάντηση σε αυτό που περιγράφαμε στην αρχή ως αντίφαση ανάμεσα στον τρόπο που θέλουμε να διερευνώνται οι ευθύνες κυβερνητικών προσώπων: Η κοινή γνώμη έχει πλέον περάσει το στάδιο στο οποίο μπορεί να κατευναστεί με τακτικισμούς και στρεψοδικοπανουργίες. Είναι δυσαρεστημένη και θέλει απαντήσεις, ακόμη και αν κάποιοι ευελπιστούν να σιγάσουν αυτή την επιθυμία ρωτώντας όπως ο Γκιωνάκης στα κίτρινα γάντια «Ε, τι θέτε επιτέλους;».

Θέλουμε το σωστό.     

      

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v