Σπουδαίοι Έλληνες ποιητές: Ο Γιάννης Ρίτσος

«Έχεις ακόμη να κλάψεις πολύ ώσπου να μάθεις τον κόσμο να γελάει». Ο σπουδαίος Γιάννης Ρίτσος, μέσα από τους στίχους και τις συνεντεύξεις του.

Σπουδαίοι Έλληνες ποιητές: Ο Γιάννης Ρίτσος

Γεννήθηκε το 1909, πέθανε το 1990 στην Αθήνα. Αγωνιστής της Αριστεράς, εξορίστηκε πολλές φορές για τις απόψεις και τη δράση του. Έγραψε μερικά από τα σπουδαιότερα ποιήματα που έχουμε ως χώρα. Δεν πήρε ποτέ το Νόμπελ, παρόλο που θα έπρεπε. Αυτά είναι τα βασικά που πρέπει να ξέρεις για τον Γιάννη Ρίτσο. Τα υπόλοιπα, θα τον αφήσουμε να σου τα πει με δικά του λόγια.

Είναι λάθος να χωρίζουμε την ποίηση σε κατηγορίες. Η ποίηση είναι απέραντη σαν τη ζωή, ένα διαρκές γίγνεσθαι. Στο χώρο της δεν υπάρχουν όρια, δεν υπάρχουν απαγορεύσεις. Σε μια ομιλία του ο Ελυάρ είχε πει ότι, ενώ παλιότερα πίστευε πως υπάρχουν λέξεις απαγορευμένες για την ποίηση, αργότερα πείστηκε πως δεν ίσχυε κάτι τέτοιο. Μέσα και πάνω στις λέξεις του ποιητή αποτυπώνονται πολιτιστικές μνήμες αιώνων, αποθησαυρίζεται η παγκόσμια ιστορία. Το ποίημα ξεπηδάει από μιαν ανάγκη να αποδοθεί η σιωπή, από μιαν εντολή της ανθρώπινης προϊστορίας, ιστορίας και μεθιστορίας. Με εντολή που δίνεται στον ποιητή άθελά του κι εκφράζεται μέσα από αυτόν.
[από συνέντευξη στο περιοδικό «Η λέξη» το 1981]

Αυτά τα δέντρα δε βολεύονται με λιγότερο ουρανό,
αυτές οι πέτρες δε βολεύονται κάτου απ' τα ξένα βήματα,
αυτά τα πρόσωπα δε βολεύονται παρά μόνο στον ήλιο,
αυτές οι καρδιές δε βολεύονται παρά μόνο στο δίκιο.

Και την ώρα που το φεγγάρι τον φιλάει στο λαιμό με κάποια στεναχώρια,
τινάζοντας τη στάχτη του τσιγάρου του απ’ τα κάγκελα του μπαλκονιού, μπορεί να κλάψει από τη σιγουριά του
μπορεί να κλάψει από τη σιγουριά των δέντρων και των άστρων και των αδελφών.
[από τη Ρωμιοσύνη]

Η καταπίεση, η σκλαβιά, οι επιθυμίες που δεν εκπληρώνονται, όλα αυτά είναι μια καθημερινή εκτέλεση, ένας θάνατος. Κι όσο θα υπάρχει θάνατος, θα υπάρχει και αντίσταση στο θάνατο. Μια αναμέτρηση μ' αυτή τη μορφή θανάτου είναι η πολιτική ποίηση (τουλάχιστον η δική μου πολιτική ποίηση), μια μάχη για να φτάσουμε στο "αταξικό γαλάζιο", όπως γράφω σε ένα ποίημά μου για τον Νερούδα.
[από συνέντευξη στο περιοδικό «Η λέξη» το 1981]

Δεν έχουμε καιρό να πεθάνουμε.
Όχι. Όχι. Και δεν θα φύγουμε
απ’ τον κόσμο, να το ξέρεις,
πριν αγαπήσουμε όσο ζητά
η καρδιά μας
πριν τραγουδήσουμε όσο ζητά
η αγάπη.
[από τις Γειτονιές του Κόσμου]

Με επηρέασαν τα πάντα. (…) Γιατί, όπως κάθε καλλιτέχνης, έτσι κι εγώ, είχα μια τεράστια αδηφαγία. Ο ποιητής είναι ένας τρομερός δέκτης, τρομερά ευαίσθητος, που απορροφά δυνάμεις από παντού και το θεωρεί κάτι πολύ δικό του… Εγώ, άξαφνα, χρωστώ ευγνωμοσύνη σε όλους εσάς, χρωστώ ευγνωμοσύνη κάποτε ακόμα και στους αντιπάλους μου, στους εχθρούς μου, που με το να με εξορίσουν, με το να με φυλακίσουν, έζησα πάρα πολλά πράγματα, που δεν μπορούσα να διανοηθώ, που δεν μπορούσε να συλλάβει η φαντασία μου.»
[από συζήτηση με δημοσιογράφους του «Ριζοσπάστη», το 1987]

Πριν από εσένα ήσουν εσύ;
Έξω στο δρόμο δεν περνάει κανένας.
Το φως του δωματίου πέφτει κάθετα
τονίζοντας τα ζυγωματικά, σβήνοντας το σαγόνι
μέσα στην ίδιαν απορία: «υπήρξαμε;». Έτσι
πέταξα το ποτήρι απ’ το παράθυρο.
Έτσι άκουσα τουλάχιστον κάτω στο πεζοδρόμιο τον κρότο: «υπάρχουμε».
[Επιτέλους]

Όταν αναδεικνύει ο ποιητής την ύπαρξη της ομορφιάς πέρα από το σκότος, πέρα από την ασκήμια, πέρα από την ποταπότητα, πέρα από την χυδαιότητα, επικυρώνει, λέει: «Ναι, υπάρχει ομορφιά». Εν ονόματι της ομορφιάς μπορεί κανένας να συνεχίσει τη ζωή, να παραδεχτεί τη ζωή, να δράσει μέσα στη ζωή και να αγωνιστεί για την επιβολή της ομορφιάς και για τη βελτίωση του κόσμου. Αν όμως παραδεχτούμε ότι τα πάντα είναι άσχημα, άσκοπα και μάταια, σταυρώνουμε τα χέρια και παραιτούμεθα. Γιατί πια να αγωνιστεί κανείς; Δεν έχουμε απαισιόδοξους αγωνιστές.
[από συνέντευξη στον Ντίνο Σιώτη για το περιοδικό Ρεύματα]

Είπε:
ψηφίζω το γαλάζιο.
Εγώ το κόκκινο.
Κι εγώ.

Το σώμα σου ωραίο.
Το σώμα σου απέραντο.
Χάθηκα στο απέραντο.

Διαστολή της νύχτας.
Διαστολή του σώματος.
Συστολή της ψυχής.

Όσο απομακρύνεσαι
Σε πλησιάζω.
[από Τα Ερωτικά]

Να καταλάβετε ότι δεν θέλω να ζήσω άλλο. Ως εδώ ήταν. Δεν λυπάμαι και δεν φοβάμαι. Το έργο μου θα μείνει για πάντα. Θα είμαι κοντά στους ανθρώπους για πάντα.
[από συνέντευξη στη Ρούλα Κακλαμανάκη, η οποία συμπεριλήφθηκε στο βιβλίο της, «Γιάννης Ρίτσος, η ζωή και το έργο του»]

Μέσα σε λίγες νύχτες
πώς πλάθεται και καταρρέει
όλος ο κόσμος;

Η γλώσσα αγγίζει
βαθύτερα απ’ τα δάχτυλα.
Ενώνεται.

Τώρα
με τη δική σου αναπνοή
ρυθμίζεται το βήμα μου
κι ο σφυγμός μου.

Δυο μήνες που δε σμίξαμε.
Ένας αιώνας
κι εννιά δευτερόλεπτα.

Τι να τα κάνω τ’ άστρα
αφού λείπεις;

Με το κόκκινο του αίματος
είμαι.
Είμαι για σένα.
[από Τα Ερωτικά]

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v