Μια μπίρα με τον Κώστα Σημίτη

Ο πιο αντιδημοφιλής πρωθυπουργός οκταετίας ήταν ένας τεχνοκράτης που ήταν πολύ συντηρητικός για σοσιαλιστής. Τον επέλεξαν και τον αντιπάθησαν για τον ίδιο λόγο.  

Μια μπίρα με τον Κώστα Σημίτη

Στην μακρά παράδοση των λαοπρόβλητων και ενίοτε λαοπλάνων ηγετών, η χώρα μας παρενέβαλε και τη φιγούρα του Κώστα Σημίτη, ενός «ευρωπαίου» και τεχνοκράτη πολιτικού που βρέθηκε στο τιμόνι της χώρας όταν εκείνη ήθελε ακριβώς αυτά τα χαρακτηριστικά και δεν φαινόταν καθόλου εύκολο να τα βρει.

Στεγνός, απόμακρος, «γερμανός» ιντελεκτουέλ ο Σημίτης δεν αγαπήθηκε ποτέ από τον ελληνικό λαό, ούτε και από τους ίδιους τους ψηφοφόρους του. Δεν θα τον ήθελαν για κουμπάρο, δεν θα τον ήθελαν για να κάνουν μαζί διακοπές, δεν θα τον ήθελαν για να πιουν μια μπύρα μαζί του. Και δεν τους ήθελε κι αυτός. Το είχε πει στον Χατζηνικολάου: Δεν είμαι από τους τύπους που μπαίνουν στα καφενεία, μιλούν με δυνατή φωνή και χτυπάνε άγνωστους ανθρώπους στην πλάτη. Και μπράβο του.

Το ότι δεν έκανε για πολιτικός σε αυτή τη χώρα ήταν προφανές. Το ότι μετά τον Ανδρέα Παπανδρέου οι Έλληνες επέλεξαν (και ξαναεπέλεξαν!) τον Κώστα Σημίτη για πρωθυπουργό μού δημιουργεί ακόμη και σήμερα απορία. Κάτι θα ήξερε όμως ο σοφός λαός και κάπως έτσι μας έμεινε η οκταετία Σημίτη – ίσως η πιο παράξενα ευρωπαϊκή περίοδος της μεταπολιτευτικής Ελλάδας.

Έλεγα πιο πάνω ότι όλοι ψιλοαντιπαθούσαν τον Σημίτη. Όλοι; Όχι -που θα έλεγε και ο Ρενέ Γκοσινί. Οι άνθρωποι της ανανεωτικής αριστεράς (του ΚΚΕ εσωτερικού για να συνεννοούμαστε) εκτίμησαν ειλικρινά το ελιτιστικά αντιλαϊκίστικο προφίλ του και την πανεπιστημιακή του σκευή, πιστεύοντας εξίσου ειλικρινά στο μετα-σοβιετικό σοσιαλιστικό όραμα που θα μπορούσε να υπάρξει και εκπροσωπηθεί σε μια Ευρώπη τεχνοκρατών. Για να το πω διαφορετικά, ο Σημίτης τσίμπησε εκείνους τους διαβασμένους αριστερούς που δεν ήταν ΚΚΕ και οι οποίοι πέρασαν πολλά χρόνια ξερνώντας με τα πρωτοσέλιδα της Αυριανής.       

Για τις ίδιες τις συντηρητικές πολιτικές του Σημίτη πολλά μπορούν να ειπωθούν και όλα συνηγόρησαν στην διάψευση των προσδοκιών των ανανεωτικών αριστερών που λέγαμε από πάνω. Ο ρεαλισμός του και η ευπείθεια του ανδρός δεν άφησαν ποτέ πραγματικά χώρο για οποιοδήποτε σοσιαλιστικό όραμα και ο όρος «σύντροφος» που είχε επιβιώσει εντός του ΠΑΣΟΚ έμοιαζε με τρολιά. Δεν θα αναφερθώ όμως εδώ στις πολιτικές του επιλογές. Θέλω να μείνω σε κάποιες στιγμές που -εντελώς υποκειμενικά- θεωρώ ότι χρωμάτισαν εξόχως αρνητικά την προσωπικότητά του.   

Σε αυτές τις στιγμές δεν περιλαμβάνω το «Ευχαριστώ» στους Αμερικανούς μετά τα Ίμια (δεν είναι και λίγο να φτάσεις μια ανάσα από το να συμβεί επι των ημερών σου ένα πολεμικό επεισόδιο), ούτε την πρόταση για το ασφαλιστικό (πολλά από εκείνα που έλεγε ο «Σπράου» τα λουστήκαμε στη συνέχεια). Δεν ήταν καν το ψιθύρισμά του προς τον Μπλερ σε ακουσίως ανοικτά μικρόφωνα «πείτε κάτι για να μάρμαρα αν μπορείτε γιατί έρχονται εκλογές». Ήταν πρώτον το χρηματιστήριο και το πως έπαιξε -εντελώς λαϊκιστικά- με τα αισθήματα που προκαλούσε η άνοδός του στους πολίτες, το ότι κάτω από τη μύτη του γινόταν πάρτι διαφθοράς και το ότι κυνήγησε την Μαλβίνα Κάραλη για την κριτική που του ασκούσε κράζοντας τον ως «αντίθετο του λεβέντης».  

Το πρώτο δεν χρειάζεται ιδιαίτερη εξήγηση: Είναι καλό ο λαϊκισμός όταν μας βολεύει; Το δεύτερο δείχνει χαρακτηριστικό έλλειμμα συντονιστικής ικανότητας το οποίο δεν συμψηφίζεται με την προσωπική ακεραιότητα. Το τρίτο, το κυνήγι της σάτιρας, δείχνει ότι δεν τα έχεις βρει με τον εαυτό σου και ότι έχεις αμφιβολίες για αυτό που θέλεις να πείσεις ότι είσαι.

Όχι, ούτε εγώ θα ήθελα να πιώ μια μπίρα με τον Κώστα Σημίτη.

 

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v