Η πατρίδα και τα παιδικά μας χρόνια
Πέρασα χρόνια σαρκάζοντας τις σχολικές γιορτές. Όσον αφορά το περιεχόμενό τους δεν μετανιώνω. Έχουν όμως, σκέφτηκα φέτος, και μια άλλη αξία.
Καθώς κανείς μεγαλώνει αρχίζει να δίνει μεγαλύτερη σημασία στις συνέχειες από ό,τι στις ρήξεις. Σαν να βγάζουν για αυτόν περισσότερο νόημα τα νήματα που έρχονται από πριν και θα ταξιδέψουν στο μετά, παρά τα κομμένα νήματα. Έτσι όταν ένας πιτσιρικάς αναζητά τη δική του ταυτότητα νιώθει σχεδόν υποχρέωσή του να μην συνεχίσει πολλές από τις συνήθειες του σπιτιού και των δικών του, να διαρρήξει αυτή τη συνέχεια που μοιάζει να κρύβει τη δική του μοναδική ταυτότητα μέσα σε πρακτικές που τις βρήκε έτοιμες και δεν επηρέασε το φτιάξιμό τους.
Βρέθηκα αυτές τις μέρες σε μια σχολική γιορτή για την 28η Οκτωβρίου. Παιδάκια έλεγαν αυτά τα σαχλοποιήματα, παιδικές χορωδίες τραγουδούσαν ηρωικά αφηγήματα και παιδιά-αφηγητές μιλούσαν για το θαύμα που πέτυχαν οι Έλληνες, για την «εποποιία της Ελλάδας», το «Αλβανικό έπος του ’40» και πολλά άλλα τέτοια που μας θυμίζουν την ανάγκη που έχει κάθε κράτος να ηρωποιεί την εθνική Ιστορία του.
Πόσο πιο σωστά θα γινόταν όλο αυτό, σκεφτόμουν, αν πριν το «Βάζει ο Ντούτσε τη στολή του» δεν υπήρχε πρόλογος του στυλ «Οι φασίστες Ιταλοί νόμιζαν ότι θα καταλάμβαναν εύκολα τη μικρούλα Ελλάδα, οι στρατιώτες όμως μας τους έδειξαν τι σημαίνει να είσαι Έλληνας!», αλλά «το χιούμορ και η σατιρική διάθεση έπαιξαν σημαντικό ρόλο στο ηθικό του λαού της χώρας, όπως μας δείχνει το τραγούδι της Σοφίας Βέμπω που θα ακούσουμε από τη χωρωδία»; Να μια σκέψη που δεν έχει νόημα.
Και όμως, μέσα σε όλο αυτό το χαζοκλίμα, την ελλιπή και μονοδιάστατη διδασκαλία της Ιστορίας, μόνο και μόνο επειδή είναι εθνική, είδα για πρώτη ίσως φορά την ύπαρξη κάποιου νοήματος για τα παιδιά. Το νόημα αυτό δεν έχει προφανώς να κάνει με το ότι καλό είναι να θεωρούν ότι είναι περιούσιος λαός ή ότι οι στρατιωτικές αρετές των προγόνων τους είναι κάτι αξιομνημόνευτο στο διηνεκές. Έχει να κάνει με αυτό που λέμε «παράδοση», με το γεγονός ότι οι άνθρωποι (οι περισσότεροι τουλάχιστον) σε αυτόν εδώ τον τόπο γιορτάζουν την επέτειο της έναρξης του Πολέμου και αυτό αποτελεί ένα κομμάτι της ταυτότητάς τους ως κατοίκων αυτής εδώ της χώρας και καλό θα είναι να έχουν μια ιδέα και για αυτή την πτυχή. Όχι για την εθνική υπερηφάνεια, όπως λέγαμε, αλλά για να καταλαβαίνουν καλύτερα πώς είναι φτιαγμένος ο διπλανός τους, ακόμη και αν πρόκειται να τον απορρίψουν.
Το ίδιο ισχύει για την εκκλησία, για εμένα που δεν είμαι θρήσκος. Δεν νομίζω ότι έχει νόημα να καλλιεργούμε με σχολαστική αυστηρότητα στα παιδιά την αποχή από την θρησκευτικότητα, παρότι επί της αρχής προφανώς και συμφωνώ απόλυτα με την θρησκευτική ελευθερία και λίγο περισσότερο με την αθεΐα. Οι εικόνες μιας δημοφιλούς θρησκευτικότητας στον χώρο που μεγαλώνεις σε βοηθούν να συνδεθείς με τα στοιχεία που, έστω και χωρίς να το καταλαβαίνεις, σε έχουν διαμορφώσει. Είτε για να ακολουθήσεις το ίδιο μονοπάτι, είτε για να το εγκαταλείψεις, αυτή η σύνδεση θα είναι χρήσιμη.
Καθώς κανείς μεγαλώνει αρχίζει να δίνει μεγαλύτερη σημασία στις συνέχειες από ό,τι στις ρήξεις. Σαν να βγάζουν για αυτόν περισσότερο νόημα τα νήματα που έρχονται από πριν και θα ταξιδέψουν στο μετά, παρά τα κομμένα νήματα. Έτσι όταν ένας πιτσιρικάς αναζητά τη δική του ταυτότητα νιώθει σχεδόν υποχρέωσή του να μην συνεχίσει πολλές από τις συνήθειες του σπιτιού και των δικών του, να διαρρήξει αυτή τη συνέχεια που μοιάζει να κρύβει τη δική του μοναδική ταυτότητα μέσα σε πρακτικές που τις βρήκε έτοιμες και δεν επηρέασε το φτιάξιμό τους.
Βρέθηκα αυτές τις μέρες σε μια σχολική γιορτή για την 28η Οκτωβρίου. Παιδάκια έλεγαν αυτά τα σαχλοποιήματα, παιδικές χορωδίες τραγουδούσαν ηρωικά αφηγήματα και παιδιά-αφηγητές μιλούσαν για το θαύμα που πέτυχαν οι Έλληνες, για την «εποποιία της Ελλάδας», το «Αλβανικό έπος του ’40» και πολλά άλλα τέτοια που μας θυμίζουν την ανάγκη που έχει κάθε κράτος να ηρωποιεί την εθνική Ιστορία του.
Πόσο πιο σωστά θα γινόταν όλο αυτό, σκεφτόμουν, αν πριν το «Βάζει ο Ντούτσε τη στολή του» δεν υπήρχε πρόλογος του στυλ «Οι φασίστες Ιταλοί νόμιζαν ότι θα καταλάμβαναν εύκολα τη μικρούλα Ελλάδα, οι στρατιώτες όμως μας τους έδειξαν τι σημαίνει να είσαι Έλληνας!», αλλά «το χιούμορ και η σατιρική διάθεση έπαιξαν σημαντικό ρόλο στο ηθικό του λαού της χώρας, όπως μας δείχνει το τραγούδι της Σοφίας Βέμπω που θα ακούσουμε από τη χωρωδία»; Να μια σκέψη που δεν έχει νόημα.
Και όμως, μέσα σε όλο αυτό το χαζοκλίμα, την ελλιπή και μονοδιάστατη διδασκαλία της Ιστορίας, μόνο και μόνο επειδή είναι εθνική, είδα για πρώτη ίσως φορά την ύπαρξη κάποιου νοήματος για τα παιδιά. Το νόημα αυτό δεν έχει προφανώς να κάνει με το ότι καλό είναι να θεωρούν ότι είναι περιούσιος λαός ή ότι οι στρατιωτικές αρετές των προγόνων τους είναι κάτι αξιομνημόνευτο στο διηνεκές. Έχει να κάνει με αυτό που λέμε «παράδοση», με το γεγονός ότι οι άνθρωποι (οι περισσότεροι τουλάχιστον) σε αυτόν εδώ τον τόπο γιορτάζουν την επέτειο της έναρξης του Πολέμου και αυτό αποτελεί ένα κομμάτι της ταυτότητάς τους ως κατοίκων αυτής εδώ της χώρας και καλό θα είναι να έχουν μια ιδέα και για αυτή την πτυχή. Όχι για την εθνική υπερηφάνεια, όπως λέγαμε, αλλά για να καταλαβαίνουν καλύτερα πώς είναι φτιαγμένος ο διπλανός τους, ακόμη και αν πρόκειται να τον απορρίψουν.
Το ίδιο ισχύει για την εκκλησία, για εμένα που δεν είμαι θρήσκος. Δεν νομίζω ότι έχει νόημα να καλλιεργούμε με σχολαστική αυστηρότητα στα παιδιά την αποχή από την θρησκευτικότητα, παρότι επί της αρχής προφανώς και συμφωνώ απόλυτα με την θρησκευτική ελευθερία και λίγο περισσότερο με την αθεΐα. Οι εικόνες μιας δημοφιλούς θρησκευτικότητας στον χώρο που μεγαλώνεις σε βοηθούν να συνδεθείς με τα στοιχεία που, έστω και χωρίς να το καταλαβαίνεις, σε έχουν διαμορφώσει. Είτε για να ακολουθήσεις το ίδιο μονοπάτι, είτε για να το εγκαταλείψεις, αυτή η σύνδεση θα είναι χρήσιμη.
Γαλανόλευκη Σημαία σαν περνάς καμαρωτά
ποιά ματάκια δεν δακρύζουν
ποιά καρδούλα δεν χτυπά;