Πω πω, τι πάθαμε!
Ποιος το περίμενε πως θα εκτοξευθεί η αποχή και ότι θα ανέβει η ακροδεξιά; Τι; Όλοι;
[το σκίτσο είναι του Πέτρου Ζερβού από την Εφημερίδα των Συντακτών (10/6/2024)]
Άλλο ένα αποτέλεσμα εκλογών που, στα βασικά του σημεία, ήταν τελικά αναμενόμενο. Όπως έγραψε και μια φίλη, «κάναμε ότι εκπλαγήκαμε». Κάναμε ότι εκπλαγήκαμε με την τόσο μεγάλη αποχή, όταν το συγκεκριμένο φαινόμενο όλο και διογκώνεται εδώ και δεκαετίες, και όταν οι ευρωεκλογές δεν αποτελούσαν παρά ένα «πανηγύρι» χωρίς αντίκρισμα, μια επίδειξη ακίνδυνης δημοκρατικότητας από την «Ευρώπη των κερδών». «Εξεπλάγημεν» όμως διότι αυτό μάλλον είναι το καθήκον μας.
Ομοίως εξεπλάγημεν με την άνοδο της εγχώριας ακροδεξιάς. Την ώρα που η κεντροαριστερά φυτοζωεί και πανηγυρίζει για διαφορές και μεταβολές μονάδας, ένα λίγο ως πολύ συμπαγές μόρφωμα της τάξης του 20% επιρρώνει την ύπαρξή του στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας. Με σημαία το «Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια» οι δεξιότεροι θιασώτες του πολιτικού μας φάσματος διεκδικούν πιθανότατα ένα κομμάτι εξουσίας μέσω κάποιας συγκυβέρνησης ή απλώς συγκεντρώνονται γύρω από αιτήματα συντηρητικοποίησης της κοινωνίας.
Φοβάμαι ότι είναι το δεύτερο. Φοβάμαι ότι το ζητούμενο δεν είναι η εξουσία, κάτι το οποίο σημαίνει ότι πιθανότατα υπάρχει κοινωνική δυναμική πίσω από τον θυμό για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών, πίσω από την αγανάκτηση για την «πτώση των ηθών» ή πίσω από το αντιπροσφυγικό και αντιμεταναστευτικό μένος. Και αυτό με τη σειρά του κάνει πιο δύσκολη την αντιμετώπιση του φαινομένου.
Σε αυτό το έδαφος ο Μάκης Βορίδης το βράδυ των εκλογών μπορούσε να μιλά με ειρωνική άνεση για την στροφή του εκλογικού σώματος προς τα δεξιά και για την αντίστοιχη διορθωτική κίνηση που πρέπει να κάνει η κυβέρνηση. Μπορούσε δηλαδή να διεκδικεί για τον ίδιο και τους ομοίους του έναν αυξημένο ρόλο, ο οποίος θα αντιστοιχεί στο φερόμενο ως λαϊκό αίτημα για «εκδεξιισμό της κοινωνίας». Αυτό ήταν ένα μήνυμα προς την κυβέρνηση και την κεντροδεξιά της πολιτική, της οποίας οι πρωτοβουλίες στα δικαιωματικά δίχασαν το δεξιό (και όχι μόνο!) ακροατήριο.
Λες να έρθει η εποχή που θα λέμε «πάλι καλά που έχουμε τον Μητσοτάκη για ανάχωμα στους ακροδεξιούς»; Δυστυχώς δεν μπορεί να αποκλειστεί- και λέω «δυστυχώς» γιατί μου φαίνεται πραγματικά οδυνηρό να έχουν οι λαοί να διαλέγουν ανάμεσα στην δεξιά και την ακροδεξιά, και η τελευταία να κρατιέται μετά βίας μακριά από την εξουσία.
Είναι η λύση μια συνεννόηση της εγχώριας κεντροαριστεράς; Μολονότι θα ήταν κάτι θετικό για αρκετούς λόγους, δεν θεωρώ ότι μπορεί μια τέτοια συνάντηση να λειτουργήσει ως αντίβαρο στις δεξιές-κεντροδεξιές πολιτικές που (θα) επελαύνουν. Ο λόγος έχει να κάνει με το ότι ακόμη και να ήταν πιθανή μια τέτοια «συνάντηση» δεν θα αποτελούσε έκφραση ενός αιτήματος «από τα κάτω», αλλά περισσότερο μια επινόηση των ηγεσιών, ένα πολιτικό προξενιό, μια τακτική συγκόληση χωρίς ερείσματα.
Γιατί όμως χωρίς ερείσματα; Γιατί αριστερά δεν υπάρχει -και δεν υπάρχει διεθνώς- ενώ το κέντρο αποτελούσε πάντα στην Ελλάδα μια προβληματική ιστορία. Το εν Ελλάδι κέντρο, όταν ανθούσε, συγκεντρωνόταν γύρω από κάποια ηγετική προσωπικότητα χωρίς να διαθέτει πολιτική κουλτούρα ή ιδεολογία κέντρου. Όταν το πρόσωπο κουραζόταν ή «κούραζε», το κέντρο διαλυόταν εκλογικά στα εξ ων είχε συντεθεί.
Η συζήτηση όμως είναι μεγάλη και έτσι θα επιστρέψω στο θέμα της πιθανής κεντροαριστερής συνεννόησης, όπως και στην άνοδο της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς.