Γιάννη Αγγελάκη, είναι ο Μπάτμαν ένας αμφιλεγόμενος σούπερ ήρωας;
Ο σκηνοθέτης της παράστασης Αντίο Μπάτμαν μιλά για το ανατριχιαστικά προφητικό έργο του Τάσου Θεοφίλου που ανεβαίνει στο Πλυφά.
Ο σκηνοθέτης της παράστασης Αντίο Μπάτμαν μιλά για το ανατριχιαστικά προφητικό έργο του Τάσου Θεοφίλου που ανεβαίνει στο Πλυφά.
Η παράσταση Αντίο Μπάτμαν που συνεχίζεται μέχρι τις 17 Δεκεμβρίου στο Πλυφά, βασίζεται στο ομώνυμο αστυνομικό διήγημα του Τάσου Θεοφίλου, το οποίο γράφτηκε λίγους μήνες πριν τη σύλληψη του και εκδόθηκε ενώ ήταν κρατούμενος στις φυλακές Δομοκού το 2013.
Πολυβραβευμένος συνθέτης, διδάσκων του ΑΠΘ και σκηνοθέτης της παράστασης, ο Γιάννης Αγγελάκης επιχειρεί, τόσο με τη σκηνοθεσία του όσο και με τη μουσική την οποία επίσης υπογράφει, να φωτίσει αυτό το έντονα πολιτικό και σατυρικό κείμενο, να αναδείξει με χιουμοριστικό τρόπο το παράλογο στο οποίο είναι εγκλωβισμένοι οι ήρωες της πόλης και, τελικά, να αποδομήσει τον Μπάτμαν ως σούπερ ήρωα των κόμικς και της χολιγουντιανής παράδοσης μαζί με ό,τι αυτός συμβολίζει.
Μιλήσαμε μαζί του για το έργο, την σκηνοθετική του προσέγγιση, και τον ρόλο της σκοτεινής ηλεκτρονικής μουσικής που διαπερνά και φωτίζει, όσο οξύμωρο και αν ακούγεται αυτό, την παράσταση.
Η υπόθεση του Τάσου Θεοφίλου, συγγραφέα του έργου, που καταδικάστηκε σε 25ετή κάθειρξη για συμμετοχή στους Πυρήνες της Φωτιάς, και αργότερα αθωώθηκε και αποζημιώθηκε για άδικη φυλάκιση, μοιάζει να συνδέεται σχεδόν προφητικά με το Αντίο Μπάτμαν, που γράφτηκε πριν από την σύλληψή του. Ήταν ένας από τους λόγους που το επιλέξατε;
H ανατρεπτική ιδέα του Θεοφίλου στο αστυνομικό διήγημα Αντίο Μπάτμαν είναι ότι συνδέει τον Μπάτμαν με τους παρακρατικούς μηχανισμούς. Το γεγονός ότι ο ίδιος ο συγγραφέας λίγο αργότερα έπεσε θύμα ενός μηχανισμού απονομής δικαιοσύνης που βιάστηκε να κλείσει την υπόθεση του χωρίς ουσιαστικές αποδείξεις και με βασικό κριτήριο την πολιτική του ταυτότητα μετατρέπει το διήγημά του αν όχι σε ένα προφητικό κείμενο σίγουρα σε ένα δείγμα τραγικής ειρωνίας. Η περίπτωση Θεοφίλου είναι ένα παράδειγμα κατάφωρης αδικίας, όπου ένα σύστημα αυθαίρετα αφαιρεί χρόνια από τη ζωή ενός ανθρώπου εξ αιτίας πολιτικών και κοινωνικών προκαταλήψεων.
Ωστόσο, παρόλο που η προσωπική ιστορία του Θεοφίλου είναι συνταρακτική, δεν αποτελεί τον κύριο λόγο που στράφηκα στο συγκεκριμένο κείμενο. Ανεξάρτητα από τις προθέσεις και τις καταβολές του δημιουργού του, πρόκειται για ένα φρέσκο και πρωτότυπο κείμενο, το οποίο σκιαγραφεί εικόνες μιας σύγχρονης πόλης, έχει μια μαγική δύναμη να μεταμορφώνει τον πολιτικό λόγο σε ποίηση, συγκινεί με την αλήθεια των αλλόκοτων χαρακτήρων του που αποκαλύπτεται σταδιακά κι όλα αυτά τα κάνει με ένα προσωπικό στυλ γραφής και πολύ χιούμορ.
Πώς προσεγγίζεται σκηνοθετικά ένα έργο που καταρρίπτει τις παιδικές μας ψευδαισθήσεις;
Καταρχάς, δεν θεωρώ ότι ο Μπάτμαν είναι μια ψευδαίσθηση. Ο χαρακτήρας του συμβολίζει κάτι πραγματικό: την βαθιά ανάγκη μας για σωτήρες, οι οποίοι θα μας προστατεύουν από το κακό, θα παίρνουν δύσκολες αποφάσεις και θα απονέμουν δικαιοσύνη. Η ψευδαίσθηση που καλλιεργείται στο κοινωνικό φαντασιακό έγκειται στο ότι θεωρούμε τους εαυτούς μας, είτε σε ατομικό είτε σε συλλογικό επίπεδο, ανίκανους να πάρουμε τη ζωή στα χέρια μας και να είμαστε αυτόνομοι, οπότε είναι απαραίτητο να εναποθέτουμε συνεχώς τις ελπίδες μας σε πρόσωπα και σύμβολα έξω από εμάς τους ίδιους.
Από αυτή τη σκοπιά, δεν είναι ζητούμενο απλώς να καταρρίψουμε τον Μπάτμαν ως σύμβολο της ασφάλειας και της δικαιοσύνης και να τον αντικαταστήσουμε με κάτι άλλο, αλλά να ξεριζώσουμε την βαθύτερη ανάγκη μας να αναζητούμε σούπερ ήρωες για να μας σώσουν. Κάθε σκηνή του έργου είναι στημένη με τέτοιον τρόπο ώστε να αναδεικνύει ακριβώς αυτό: όσο μεγαλύτερη δύναμη εκχωρούμε σε όλους του Μπάτμαν του κόσμου να δρουν ανεξέλεγκτα στο όνομα οποιασδήποτε ιδεολογίας, τόσο πιο αδύναμοι καταλήγουμε να γινόμαστε.
Είναι τελικά ο Μπάτμαν ένας αμφιλεγόμενος υπερήρωας; Ήταν, μήπως, πάντα;
Το μόνο αμφιλεγόμενο, κατά τη γνώμη μου, είναι ότι ο Μπάτμαν δεν είναι ακριβώς σούπερ ήρωας με τον τρόπο που είναι οι υπόλοιποι γιατί δεν έχει κάποια συγκεκριμένη υπερδύναμη, πέρα από το ότι είναι υπερβολικά πλούσιος κι οι επιχειρήσεις του ελέγχουν ουσιαστικά μια ολόκληρη πόλη. Ωστόσο, από τα κόμικς και τις ταινίες που γνωρίζω δεν θα μπορούσα να υποστηρίξω ότι υπάρχει κάτι πραγματικά αμφιλεγόμενο στον Μπάτμαν, διότι ακόμη κι όταν αποκαλύπτονται κάποιες κρυφές, αρνητικές πτυχές του χαρακτήρα του, η πρόθεση του να προσφέρει στο κοινωνικό σύνολο, να απονείμει δικαιοσύνη και να πράξει με γνώμονα το κοινό καλό δεν αμφισβητείται ποτέ.
Κι εκεί ακριβώς έγκειται η πρωτοτυπία στο κείμενο του Θεοφίλου, στο ότι εστιάζει στη σκοτεινή πλευρά του Μπάτμαν, όχι προκειμένου να τον κάνει πιο ανθρώπινο, να μας δείξει τις αδυναμίες του και να τον φέρει στα μέτρα μας, αλλά για να αμφισβητήσει τα κίνητρα και τις προθέσεις του. Όπως γράφει, «ο Μπάτμαν είναι μια μεταμοντέρνα εκδοχή του παρακράτους». Αυτή την ιδέα, προσωπικά, δεν την έχω βρει κάπου αλλού.
Ποιος θα μας φυλάξει τελικά από τους φύλακες;
Κανείς. Μόνο εμείς μπορούμε να φυλάξουμε τους εαυτούς μας από τους φύλακες, οι οποίοι, θεωρώ, πως είναι σύμβολα των θεσμών μας. Αυτό προϋποθέτει μια κοινωνία αυτόνομη, η οποία δεν πιστεύει στην υπερβατική πηγή των θεσμών και των νόμων και δημιουργεί η ίδια τους θεσμούς και τους νόμους της, τους εμπιστεύεται αλλά και τους ελέγχει. Που αναλαμβάνει την ευθύνη αυτής της δημιουργίας εκ του μηδενός, που γνωρίζει πως ό,τι είναι να γίνει πρέπει να το κάνουμε εμείς οι ίδιοι και να το προσφέρουμε στον εαυτό μας και στην κοινωνία μας, και που δεν μεταθέτει την ευθύνη αυτή εκτός εαυτού, σε σωτήρες, σε ήρωες, σε θεούς προβάλλοντας πάνω τους την προέλευση όλων των καλών και των κακών που μας βρίσκουν.
Τι ρόλο παίζει η μουσική στην παράστασή σας;
Ο ρόλος της ηλεκτρονικής μουσικής που έχω δημιουργήσει είναι πολλαπλός. Καταρχάς, γίνεται εκτεταμένη χρήση live electronics. Δηλαδή, σε ζωντανό χρόνο οι φωνές των ηθοποιών αλλοιώνονται από προγραμματισμένους αλγόριθμους ανάλογα με τους ρόλους που ερμηνεύουν. Αξίζει να προσθέσω εδώ πως οι ηθοποιοί της παράστασης μεταμορφώνονται με ραγδαίο ρυθμό σε πολλούς διαφορετικούς χαρακτήρες, οπότε η χρήση των αλλοιωμένων φωνών υπογραμμίζει αυτές τις αλλαγές. Δεύτερον, υπάρχουν πολλές μουσικές ατμόσφαιρες που ντύνουν τις σκηνές, σχολιάζουν τη δράση των ηρώων και συνδιαλέγονται μαζί τους. Είναι συνήθως απόκοσμοι, απροσδιόριστοι ήχοι που ενισχύουν την ονειρική και σουρεαλιστική συνθήκη μέσα στην οποία εμφανίζονται οι χαρακτήρες της πόλης. Τρίτον, λειτουργεί συνδυαστικά με τον σχεδιασμό φωτισμού, ώστε να αναδείξει το εικαστικό κομμάτι της παράστασης, το οποίο είναι μια πολύ σημαντική παράμετρος που έχουμε δουλέψει με τους υπόλοιπους συντελεστές.
Ταυτότητα της παράστασης
Ερμηνεύουν: Θεοδώρα Καμπόσου, Νικόλας Μπράβος και Μαίρη Ντίνου
Κείμενα: Τάσος Θεοφίλου
Σκηνοθεσία, Διασκευή, Μουσική: Γιάννης Αγγελάκης
Σκηνικά: Ελλάδα Δαμιανού
Κοστούμια: Μαρία Φωτιάδου
Κίνηση: Νίκος Καλύβας
Σχεδιασμός Φωτισμού: Γιώργος Αγιαννίτης
Βοηθός Σκηνοθεσίας: Ιόλη Εξάρχου
Φωτογραφία/Αφίσα/Βίντεο: Ιωάννης Καμπάνης
Επικοινωνία: Γιώτα Δημητριάδη
Παραγωγή: Ars Nova Experimentalis Εταιρεία Τέχνης και Πολιτισμού ΑΜΚΕ
ΠΛΥΦΑ (Κτήριο 7Α)
Διεύθυνση: Κορυτσάς 39, Αθήνα 104 47
Τηλέφωνο: 698 7142735
Διάρκεια: 80 λεπτά
Τιμές εισιτηρίων: Γενική είσοδος 15€, Μειωμένο 12 €
Πρεμιέρα 11 Νοεμβρίου 2023
Κάθε Σάββατο και Κυριακή στις 20:30
ΠΡΟΣΟΧΗ είσοδος μόνο με ηλεκτρονική αγορά μέσω more.gr Στο θέατρο δεν θα υπάρχει η δυνατότητα για αγορά εισιτηρίου.