Le Donk and Scorzayzee

Ο πατέρας του Σέιν Μέντοουζ ήταν ένας φορτηγατζής που έλειπε συχνά απ' το σπίτι. Μια μέρα ανακάλυψε το πτώμα ενός μικρού παιδιού και πέρασε ένα διάστημα ως ύποπτος για το φόνο.
Ο πατέρας του Σέιν Μέντοουζ ήταν ένας φορτηγατζής που έλειπε συχνά απ' το σπίτι. Μια μέρα ανακάλυψε το πτώμα ενός μικρού παιδιού και πέρασε ένα διάστημα ως ύποπτος για το φόνο. Αυτό δε βοήθησε καθόλου τον μικρό Σέιν στις σχέσεις του με τους συμμαθητές του, που παράλληλα δούλευε και στη λαϊκή. Όταν παράτησε τελικά το σχολείο το έριξε στα μικροεγκλήματα πριν μετακομίσει στο Νότιγχαμ κι αρχίσει να γυρίζει ταινίες μικρού μήκους. Λίγο αργότερα αποφάσισε να σπουδάσει τέχνη. Στη σχολή γνώρισε τον Πάντι Κόνσινταϊν και έκαναν μια μπάντα. Ευτυχώς, μετά από λίγο αποφάσισαν ν' ασχοληθούν με το σινεμά...

Στην τελευταία τους συνεργασία, το ψευδοντοκιμαντέρ “Le Donk and Scorzayzee”, ο υπέροχος Κονσιντάιν παίζει έναν εξωστρεφή και πληθωρικό χαρακτήρα, έναν αντιπαθητικό φαφλατά, αλλά όχι κι επικίνδυνο όπως εκείνος που ερμήνευσε παλιότερα στο “A Room for Romeo Brass”. Ο Λε Ντονκ, μιας και δεν έγινε ποτέ του ροκ-σταρ, αναλαμβάνει να φέρει στο προσκήνιο τον Σκορζέιζι (χιπ-χοπάδικη διασκευή του Σκορτσέζε που αναφέρεται σε γκανγκστερικό λάιφ-στάιλ), ένα νεαρό ράπερ που, παρά το ατσούμπαλο και κοιμισμένο παρουσιαστικό του, έχει ψήγματα ταλέντου και πολύ υπομονή για το πατρονάρισμα του μάνατζέρ του. Παράλληλα, ο Λε Ντονκ περιμένει και το πρώτο του παιδί απ' την πρώην φιλενάδα του που πλέον ζει με κάποιον πιο ισορροπημένο σύντροφο κι έχει πάψει να περιμένει οτιδήποτε απ' τον παλιμπαιδίζοντα φαντασιόπληκτο.



Σ' αυτό το σκηνικό εισβάλει ο Μέντοουζ, παίζοντας τον εαυτό του, ως τον σκηνοθέτη που θέλει να γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ για τους δύο αταίριαστους συνεργάτες και την προσπάθειά τους να ερμηνεύσουν ένα τραγούδι πριν απ' τις μπάντες που θ' ανοίξουν για τους Arctic Monkeys, μπροστά σε 50.000 κόσμο. Ο Σκορζέιζι, που επίσης παίζει τον εαυτό του, το θέλει πολύ, αλλά ακόμη πιο πολύ το θέλει ο Λε Ντονκ, για να έχει έστω και μια ιστορία θριάμβου να διηγείται στον γιο του που έρχεται και κάποιος άλλος θα τον σηκώσει πρώτος. Άλλωστε, χωρίς να το έχει αντιληφθεί, για τον Σκορζέιζι της ταινίας είναι κάτι σαν πατρική φιγούρα.

Μ' αυτήν την απλή ιδέα και με εργαλεία τον αυθορμητισμό του Σκορζέιζι και την έφεση του Κόνσινταϊν στις κωμικοτραγικές ερμηνείες, ο Μέντοουζ καταφέρνει να αφηγηθεί (με γυρίσματα 5 ημερών μόλις) μια ιστορία που διαθέτει πολλά απ' τα στοιχεία που διατρέχουν το έργο του, όπως οι πατεράδες που είναι απόντες και οι φαντασιώσεις εξόδου απ' τη μιζέρια της μικροαστικής πραγματικότητας. Είναι μια ιστορία συγκινητική χωρίς να είναι μίζερη και διακεδαστική χωρίς να υπονομεύει τους, έτσι κι αλλιώς ιδιόμορφους και έξω απ' τα νερά τους, χαρακτήρες της.

Κι επιπλέον, ο Σκορζέιζι είναι πραγματικά καλός, όπως κι ένας άλλος χοντρός και άσχημος ράπερ που δεν υπάρχει πια ανάμεσά μας.


Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v