Όταν το καπέλο είναι μεγαλύτερο

Ο Πρόεδρος της Βουλής κατέβηκε στο βήμα της Βουλής- πράξη συμβολική- και ζήτησε χαριστική ρύθμιση επί του σχεδίου Καλλικράτης για δύο, αν κατάλαβα καλά, λόγους. Ο πρώτος, είπε ο Πρόεδρος, είναι ότι υπάρχει ενυπόγραφη διαμαρτυρία χιλιάδων πολιτών της περιοχής. Ο δεύτερος είναι ότι υπάρχουν ιστορικοί λόγοι. Ο τρίτος είναι προφανώς ότι κατάγεται από εκεί.
Σχετικά αργά, μετά το σχολείο έμαθα ότι πολιτειακά ο δεύτερος σημαντικότερος Έλληνας μετά τον Πρόεδρο της δημοκρατίας θεωρείται ο Πρόεδρος της Βουλής και όχι ο πρωθυπουργός, όπως πίστευε το ρέπον προς αφελείς συγκρίσεις παιδικό μου μυαλό.

Έκτοτε, έχω το νου μου και παρακολουθώ την θητεία των Προέδρων της Βουλής, η οποία σπανίως είναι ενδιαφέρουσα αφού δεν διακοσμείται από πιπεράτες αντεγκλήσεις με πολιτικούς αντιπάλους, ούτε περιέχει καταβάσεις στο επίπεδο της προσωπικής αντιπαράθεσης αλλά διαπνέεται από πνεύμα λίγο ως πολύ «υπερκομματικό» που φαίνεται να αρμόζει στο αξίωμά τους.

Έτσι λοιπόν, κυβέρνηση με την κυβέρνηση και Πρόεδρο με τον Πρόεδρο πείσθηκα και εγώ για την σοβαρότητα της θέσης, η οποία βεβαίως ήταν και είναι παντελώς άσχετη με την ευφυΐα και την δυναμική κάθε πολιτικού που την υπηρέτησε.

Η εκλογή του κ. Φίλιππου Πετσάλνικου στο αξίωμα αμέσως μετά την εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ με ξένισε, γιατί είχα συνηθίσει ο ρόλος αυτός να ανατίθεται σε κάποιον κοινώς αποδεκτό «δεινόσαυρο» της πολιτικής, όπως ήταν, μεταξύ άλλων, ο Ιωάννης Αλευράς, ο Απόστολος Κακλαμάνης, αλλά και αυτός ο Δημήτρης Σιούφας.

Η συμπεριφορά του κ. Πετσάλνικου στο Προεδρείο της Βουλής τους μήνες αυτούς μού φάνηκε οπωσδήποτε υπολειπόμενη των προκατόχων του.

Κάτι οι παρεμβάσεις του σε ένα υφυπουργό (νομίζω τον Σαχινίδη) που κάτι του είπαν και ήθελε να παραιτηθεί και που αυτός (ο Πετσάλνικος) του έστειλε μήνυμα στο κινητό να μην το κάνει (και καμάρωνε κιόλας μετά για την παρέμβασή του), κάτι τα σχόλια στα σχεδιαζόμενα (τότε, τον Νοέμβριο) μέτρα, και η αρνητική μου γνώμη για την επιλογή Πετσάλνικου παγιώθηκε.

Όταν λοιπόν τις προάλλες τον άκουσα να αντιτίθεται στο προς ψήφιση νομοσχέδιο του Καλλικράτη για την αναδιάρθωση των διοικητικών περιφερειών ήμουν ήδη υποψιασμένος.
 
Θυμίζω ότι ο Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων αντιτάχθηκε στη μείωση του αριθμού των δήμων στο νομό Καστοριάς και εκτιμώ πως ορισμένοι εξ υμών θα βρουν ίσως ενδιαφέρον ότι με τη μείωση, ο δήμος Μακεδνών, τόπος καταγωγής και παραμονής του προέδρου της Βουλής, εντάχθηκε στον δήμο Καστοριάς χάνοντας το αυθύπαρκτό του.

Ο Πρόεδρος της Βουλής λοιπόν κατέβηκε στο βήμα- πράξη συμβολική- και ζήτησε τη χαριστική ρύθμιση για δύο, αν κατάλαβα καλά, λόγους. Ο πρώτος, είπε ο Πρόεδρος, είναι ότι υπάρχει ενυπόγραφη διαμαρτυρία χιλιάδων πολιτών της περιοχής. Ο δεύτερος είναι ότι υπάρχουν ιστορικοί λόγοι αφού «ο δήμος Μακεδνών θα είναι ο μοναδικός με αυτό το όνομα σε όλη την Ελλάδα». Μάλιστα, προς επίρρωση των επιχειρημάτων του, προσέθεσε ότι με το να παραμείνει ο συγκεκριμένος δήμος ανεξάρτητος, θα υπάρξει καλύτερη αναπτυξιακή προοπτική για την περιοχή.

Σαν τον τελευταίο βουλευτάκο δηλαδή που αγχώνεται μην τυχόν και δεν επανεκλεγεί και χάσει τη σύνταξη και τη μία φορά κατά την οποία ανεβαίνει στο βήμα- συνήθως κάτι καλοκαιρινά μεσημέρια που ως και οι πρακτικογράφοι την έχουν κοπανήσει- υπαρασπίζεται εμπαθώς τα συμφέροντα της Αγουλινίτσας. Γράφει μάλιστα την αγόρευσή του και σε κανά DVD και τη μοιράζει λίγο πριν τις επόμενες εκλογές για να δουν οι συμπολίτες «τι καλά που τα λέει ο γραμματιζούμενος» εκπρόσωπός τους.
Για να διασπείρει μάλιστα κάθε συμφωνία περί ίδιου συμφέροντος ο Πρόεδρος της Βουλής κούνησε το δάχτυλο: «Είναι μακριά νυχτωμένοι όσοι νομίζουν ότι επειδή μένω στο δήμο Μακεδνών, υποστηρίζω τα αιτήματα των κατοίκων τους», είπε και άφησε άφωνους όσου σκέφτηκαν άσχημα για τον ταγό του πολιτεύματος και της κυβερνητικής προσπάθειας (;) για αλλαγή νοοτροπίας.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v