Η ανάληψη της ευθύνης

Από την ιστορία των τρομοκρατικών επιθέσεων δε μπορούσα ποτέ να καταλάβω αυτό: Πόσο τυφλά μπορεί να ενταχθεί ένας άνθρωπος σε ένα συλλογικό σκοπό, ώστε να μη νιώθει το βάρος της δολοφονίας ενός άλλου;  
Κοίτα να δεις που τελικά οι εξαγγελίες του υπουργού Προστασίας του Πολίτη για το πώς επιθυμεί την εν Ελλάδι δημόσια τάξη δεν φόβισαν τους τρομοκράτες! Ούτε καν τους έφεραν στο φιλότιμο.

Μην είσαι αφελής, θα μπορούσε να με συμβουλέψει κάποιος. Τις ανακοινώσεις δεν τις έκανε για τους παρανομούντες, αλλά για τους ψηφοφόρους.

Α, έτσι μάλιστα. Να το δεχτώ.

Το θέμα ωστόσο είναι αλλού: είτε οι ανακοινώσεις του εκάστοτε υπουργού απευθύνονται σε αυτούς που κάνουν τις ενέργειες είτε όχι, οι τρομοκρατικές επιθέσεις δεν φαίνεται να σταματούν… «με καμία κυβέρνηση». Μα και αυτοί οι αχρείοι γιατί δεν εμφορούνται από την αισιοδοξία των ημερών για τον Γιώργο-που-θα-τα-αλλάξει όλα ;

Νομίζω η απάντηση είναι σχετικά απλή. Γιατί η δράση τους πυροδοτείται- ή νομίζουν ότι πυροδοτείται- από ταξικές διεκδικήσεις ή/και θεωρητικά ιδεώδη περί τροτσκισμού, βίαιης επανάστασης ή και εγώ δεν ξέρω τι άλλο. Το να πει κανείς αν οι ίδιες οι επιδιώξεις των ταραξιών είναι δίκαιες ή άδικες προϋποθέτει μια εκτεταμένη διαλεκτική που δεν είναι της παρούσης.

Άλλωστε, το πρόβλημα με τις τρομοκρατικές επιθέσεις ιδεολογικού χαρακτήρα δεν είναι το αν αυτός που τις διαπράττει έχει δίκιο επειδή π.χ. τον απέλυσαν ή βλέπει να απολύουν χιλιάδες άλλους, αλλά το εάν έχει δικαίωμα να εκτρέπεται από τις πρακτικές μιας κοινωνίας στην οποία επιλέγει να ζει- ακόμη και ως περιθωριακός.

Ένα άλλο πιο λεπτό ίσως σημείο αλλά για εμένα εξίσου ανήθικο, είναι αυτό της «ευθύνης».

Έβλεπα στα φοιτητικά μου χρόνια το πάθος με το οποίο διάφοροι αριστεριστές φοιτητές επιχειρούσαν να πείσουν τον εργαζόμενο κόσμο για το ότι "έχει καθήκον να παλέψει για την διαρκή επανάσταση".

Στήνονταν έξω από τα σούπερ μάρκετ και επιχειρούσαν με τις καλλιεργημένες από την παράταξη ρητορικές τους ικανότητες να πείσουν τους άμοιρους εργαζόμενους που έκαναν τα ψώνια τους για την ανάγκη στράτευσης.

Πάντα απορούσα για το αν θα ένιωθαν τύψεις μετά από λίγα χρόνια όταν, βολεμένοι τεχνοκράτες πια, οι περισσότεροι εξ αυτών θα θυμούνταν αμυδρά τις περιπέτειες στις οποίες έβαλαν- αν μη τι άλλο- το μυαλό των... στόχων τους. Τότε αυτοί θα είχαν αλλάξει γνώμη, αλλά δεν θα μπορούσαν να επιστρέψουν στο παρελθόν τους ανταλλάσσοντας τους άλλοτε πύρινους λόγους τους με λίγη κατανόηση.

Το να προσπαθείς να πείσεις κάποιον για οτιδήποτε, εμπεριέχει ούτως ή άλλως μια δόση ανηθικότητας, που προκύπτει από τον ισχυρισμό σου ότι εσύ γνωρίζεις το δίκαιο. Το πόσο μεγάλη θα είναι αυτή η δόση έχει να κάνει με το τι θα του ζητήσεις μέσω της πειθούς να κάνει.

Αυτό που δε μπορώ να καταλάβω σε όσους τραβούν το όπλο τους και πυροβολούν- και νομίζω ότι αργότερα δεν θα μπορούν να το καταλάβουν ούτε οι ίδιοι- είναι η έπαρση με την οποία κρίνουν το τι είναι «δίκαιο» και τι όχι.

Είναι μια έπαρση που παραπέμπει σε άδικο. Αλλά, τελικά κανένα άδικο δε μπορεί να κρυφτεί μέσα σε συλλογικότητες και σε προφάσεις για «το κοινό καλό».
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v