Αποχή, αυτή η άγνωστη

Μετά από μια εκλογική αναμέτρηση όπου σημειώνεται παράλληλα και μεγάλη αποχή, δύο είναι οι λέξεις που κυριαρχούν στο σχολιασμό: δυσαρέσκεια και υποχρέωση.
Μετά από μια εκλογική αναμέτρηση όπου σημειώνεται παράλληλα και μεγάλη αποχή, δύο είναι οι λέξεις που κυριαρχούν στο σχολιασμό: δυσαρέσκεια και υποχρέωση.

Η πρώτη αναφέρεται στο πλαίσιο της αναμενόμενης ενδοσκόπησης, επιφανειακής φυσικά μετά κροκοδείλιων δακρύων, στην οποία κάθε πολιτικός επιβάλλεται να επιδοθεί για να τονώσει την εικόνα του ανθρώπου που, πάνω απ' όλα, αφουγκράζεται το λαϊκό αίσθημα και θέλει όσο τίποτε να βελτιωθεί και να προσφέρει. Ως αναγκαίο κακό σε κάθε πολιτικό σύστημα με υγιή επίπεδα αλληλεξάρτησης και ελέγχου μεταξύ διοικούντων και διοικούμενων, το αντιπαρέρχομαι μιας και θα ήταν αδιανόητο κάποιος να ερμηνεύσει την αποχή διαφορετικά και να μην παίξει το πολιτικό κεφάλι του κορώνα-γράμματα. Επιπλέον, η δυσαρέσκεια είναι κάτι κάθόλου σπάνιο σ' ένα υγιές πολιτικό σκηνικό, άρα η δήλωση, παρ' ότι επιφανειακή με μια επίφαση μετάνοιας, δεν είναι σε καμία περίπτωση ψευδής ή προσβλητική.

Υπάρχει όμως και η άλλη αντίδραση, η ηθικοπλαστική, όπου η λέξη υποχρέωση χρησιμοποιείται για να μας υπενθυμίσει ότι όσοι δεν ψηφίσαμε, έχουμε μεν το πολιτικό δικαίωμα να το κάνουμε, αλλά όχι το ηθικό. Μιας και κάποιοι λοιπόν, ανέβηκαν χωρίς πολλή σκέψη στο τρένο της ηθικολογίας, θα ήθελα να ελέγξω το εισιτήριό τους πριν αποφασίσω αν θα το επικυρώσω με τον διακορευτή της πολιτικής εντιμότητας.

Για να ξεκαθαρίζουμε τα πράγματα απ' την αρχή, η ηθική δεν έχει καμία δουλειά στην άσκηση των πολιτικών μας δικαιωμάτων, τα οποία είναι ξεκάθαρα, συγκεκριμένα και τα αποτελέσματά τους ορατά και πεπερασμένης ισχύος. Τα δικαιώματα αυτά είναι ένα σύνολο επιλογών, τις οποίες καλούμαστε να κάνουμε με δεδομένο ότι είμαστε ικανοί να τις αιτιολογήσουμε και να εκτιμήσουμε σ' ένα βαθμό τα επακόλουθά τους, ότι είμαστε δηλαδή ελεύθερα σκεπτόμενοι, υπεύθυνοι πολίτες. Οι επιλογές αυτές, ηθικές ή ανήθικες, είναι ισότιμες αφού ένα περιβάλλον πολιτικής ελευθερίας προϋποθέτει την παντελή απουσία προκατάληψης και καθοδήγησης, μέσω οποιασδήποτε ηθικολογικής αξιολόγησης των επιλογών αυτών από αυτόκλητους επαΐοντες, όπως φερειπείν οι θρησκευτικοί ηγέτες, οι άνθρωποι του πολιτισμού, τα μίντια ή οι διάφοροι πολιτικο-οικονομικοί γκουρού της κάθε εποχής.

Εφόσον αυτό είναι αδύνατο να επιτευχθεί σε μια ελεύθερη κοινωνία με θεσμοθετημένη την ελευθερία της έκφρασης, άρα και της απόπειρας πολιτικής επιρροής, τότε, τουλάχιστον, πρέπει ν' απουσιάζει τελείως απ' τον πολιτικό λόγο και την πολιτική ανάλυση. Οι πολιτικοί άλλωστε, είναι οι τελευταίοι που μπορούν να επικαλούνται την ηθική έναντι του ορθολογισμού και της αιτιολόγησης των πράξεών τους, αφού είναι εξ ορισμού πιο ανήθικοι από τον κάθε πολίτη. Κι αυτός είναι ο λάκκος στη φάβα της προνομιούχου θέσης που απολαμβάνουν: Είναι ψεύτες και υποκριτές και δεν πρόκειται ποτέ να βγουν κερδισμένοι σ' ένα ηθικολογικό μέτωπο. Ας αντιστρέψω λοιπόν το επιχείρημα περί ανηθικότητος της αποχής.

Αν ρωτήσεις κάποιον που σε εγκαλεί επειδή απέχεις γιατί εκείνος συμμετέχει παίρνεις, στην καλύτερη περίπτωση, την εξής απάντηση: «Πιστεύω ότι πρέπει να συμμετέχουμε στην εκλογική διαδικασία και στις δημοκρατικές διαδικασίες, ακόμη κι αν ρίξουμε άκυρο, γιατί είναι ένα δικαίωμα που έχει κατακτηθεί και δεν πρέπει να το παραδίδουμε.» Φαντάζομαι λοιπόν, κάποιον που σηκώνεται το πρωί των εκλογών, βάζει τα καλά του, πηγαίνει στο σχολείο που ψηφίζει, περιμένει στην ουρά, μαζεύει τα ψηφοδέλτια μπαίνει στο παραβάν για να ρίξει άκυρο ή λευκό και βγαίνει ικανοποιημένος που άσκησε τα πολιτικά του δικαιώματα ξεπληρώνοντας ένα διπλό χρέος: απέναντι στη δημοκρατία και απέναντι στην πολιτική ανυπακοή. Και ίσως να χαμογελάσει ελαφρώς, καθώς φαντάζεται για λίγο την έκφραση στο πρόσωπο των καταμετρητών που θα δουν το έξυπνο τσιτάτο, την καφρίλα ή την ειρωνική αναφορά σε κάποιο τελειωμένο σελέμπριτι που άφησε πάνω στο άκυρο ψηφοδέλτιό του.

Μ' ένα σμπάρο λοιπόν, δυο τρυγόνια και ηθικά ανώτερος των απολίτικων τεμπέληδων που βαρέθηκαν να ταξιδέψουν μέχρι το χωριό τους. Ε, ναι, υπάρχουν κι αυτοί, αλλά αυτό δεν κάνει λιγότερο βλακώδη την ταύτιση του λευκού και του άκυρου με σωστή πολιτική ανυπακοή, όταν αυτή η επιλογή είναι στείρα αντίδραση ή καθαρή αδυναμία να μελετήσεις τα δεδομένα και ν' αποφασίσεις υπέρ κάποιου (δεν είναι όλοι ίδιοι, λυπάμαι). Χωρίς αιτιολογία κι ανάληψη ευθύνης, η επιλογή σου είναι ισότιμα αντιπαραγωγική με τις υπόλοιπες που έγιναν με παρόμοιο τρόπο. Κι εξίσου ανήθικη, αν πιστέψουμε τους αγανακτισμένους πολιτικούς που χάνουν τον ύπνο τους για τη δημοκρατία μας.

Όμως, όπως ακριβώς και η αποχή, δεν είναι σε καμία περίπτωση πιο ανήθικη απ' τις αποδεκτές περιπτώσεις, όπου η επιλογή προτίμησης γίνεται με αιτιολογίες οικογενειακής παράδοσης, φιλικών σχέσεων, υποσχέσεων για εξυπηρετήσεις, οπαδικών συμφερόντων και κάθε άλλης ιδοτελούς ή τεμπέλικης ερμηνείας των αγαπημένων μας δημοκρατικών διαδικασιών που ξεχειλίζουν από εγγενή ανηθικότητα η οποία δεν ξεπλένεται, σίγουρα, απ' το Νιαγάρα της αγιοποίησης της συμμετοχής. Γι' αυτό και στην πολιτική, όπως και στην εκκλησία (λόγω της άγρυπνης ματιάς Του) δε δείχνουμε με το δάχτυλο τους άλλους, εκτός κι αν έχουμε συγκεκριμένη κατηγορία με νομική υπόσταση, όπως φερ' ειπείν η νοθεία.

Ούτε είναι πιο ανήθικη από την υποβάθμιση των ευρωεκλογών σε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης και πρόβας εθνικών εκλογών, τη συστηματική απόκρυψη οποιασδήποτε συγκεκριμένης και σοβαρής άποψης γύρω απ' την πραγματική μας θέση στην ΕΕ και όσων υποτίθεται ότι θ' ακολουθήσουν την τρέχουσα αναμέτρηση μέσω αοριστολογίας, μπουρδολογίας και λαϊκισμών, τη βλακώδη ανύψωση της Ελλάδας σε μέλος που είναι απαραίτητο στην ΕΕ αντί για εκκίνηση απ' τον αντίστροφο, ρεαλιστικότερο συλλογισμό και την ψηφοθηρία μέσω κάποιων απ' τις χειρότερες, πιο τρομολάγνες και υποτιμητικές για τη νοημοσύνη του πολίτη, ομιλίες και διαφημιστικές καμπάνιες που έχουμε δει ποτέ απ' τους επικοινωνιακούς μάγους που εμείς πληρώνουμε.

«Καλά όλ' αυτά», λεν κάποιοι πιο προκλητικοί, «αλλά αν δε συμμετέχεις τότε δεν έχεις δικαίωμα να μιλάς για τους πολιτικούς και τα λάθη τους». Καλή προσπάθεια εφαρμογής ηθικών κανόνων επιπέδου δημοτικού, αλλά σε μια δημοκρατική κοινωνία το τελευταίο δικαίωμα που θα έχεις ποτέ είναι εκείνο να μιλάς, να επιχειρηματολογείς, να κρίνεις και να κρίνεσαι. Με επιχειρήματα φυσικά και όχι με ηθικά μοιρογνωμόνια. Και η μη-συμμετοχή είναι στην ουσία της συμμετοχή, στάση, πολιτικός λόγος, επιλογή, το βάρος της οποίας κρίνεται απ' το εκάστοτε επιχείρημα εκείνου που την έκανε και όχι από οποιοδήποτε αυθαίρετο παγκόσμιο σύστημα ηθικών αξιών ή εγχειρίδιο ορθής πολιτικής συμπεριφοράς.

Για την ιστορία, θεωρώ ότι αυτές οι εκλογές ήταν παρωδία και επίσημη δημοσκόπηση για τις εθνικές (στοιχείο που, ευτυχώς, ακυρώθηκε πλήρως λόγω της μεγάλης αποχής κι έτσι το αποτέλεσμα δεν αποτελεί επιχείρημα ικανό να χειραγωγήσει το εκλογικό σώμα ενόψει των εθνικών εκλογών), ενώ η Ευρώπη δεν υπήρχε πουθενά στη ρητορική των υποψηφίων που κερδοσκόπησαν στη δική μας ασχετοσύνη γύρω από θέματα που θα έπρεπε να μας αφορούν άμεσα. Δε συμμετείχα.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v