Λιωμένο παγωτό

Ενα καλοκαίρι λίγο διαφορετικό σε μια χώρα που μένει ίδια (και μας ενοχλεί).   
Λιωμένο παγωτό
Αυτό το καλοκαίρι είναι λίγο αμήχανο. Λες και έχει αργήσει λίγο στο ραντεβού του ή λές και ήρθε λίγο θυμωμένο.

Κάθε χρόνο ακούω για αρκετούς από τους Ελληνες που "φέτος δεν θα πάνε διακοπές" λόγω της ακρίβειας. Φέτος, σκέφτομαι ότι μπορεί να είναι και έτσι.  

Δεν θα κρύψω ότι χωρίς να είμαι γόνος ευκατάστατης οικογενείας, η υστερία των δελτίων ειδήσεων με την ακρίβεια, πάντα μού προκαλούσε αναγούλα. Οι γριές που φωνάζουν για το πόσο πήγε η ντομάτα και ο παρουσιαστής του πρωινάδικού που με κατανόηση ακούει τα παράπονά τους υπερθεματίζοντας, μού φαίνονταν πάντοτε πολύ φθηνός τρόπος για να φτάσει κανείς στην τηλεθέαση.

Και να που πλέον έχω πιάσει τον εαυτό μου να κάνει τις ίδιες γκρίνιες. Να απορεί για τον καφέ που κοστίζει πέντε ευρώ και για τα εκατό ευρώ που ξοδεύει εβδομαδιαίως στο super market η μέση οικογένεια. Να εξανίσταται με τα σαράντα ευρώ που πληρώνει για την ΕΡΤ (αλήθεια έχει σκεφτεί κανείς να προσφύγει στα Ευρωδικαστήρια για το ακούσιο αυτό χαράτσι;) και για το περίπου 15% που έχουν τσιμπήσει οι λογαριασμοί της ΔΕΗ.

Ποιος πληθωρισμός τρέχει μόνο με 5%, παιδιά; Ίσως αυτός της Ελβετίας, πάντως όχι ο ελληνικός.


Χάρηκα με τα μποϋκοτάζ. Όχι πως τώρα ανακαλύψαμε την ιδέα, αλλά φαίνεται ότι τώρα μάθαμε πως να την υλοποιούμε. Όλες τις προηγούμενες φορές μάθαινα αυθημερόν ότι ένα μπουκοτάζ είναι σε εξέλιξη και σκεφτόμουν μήπως οι ξένοι που εξαγγέλουν μήνες πριν τις κινήτοποιήσεις αυτές είναι χαϊβάνια. Το μποϋκοτάζ για το φθηνό γάλα απέδειξε ότι με λίγη οργάνωση μια χαρά γίνονται όλα, αφού μέσα σε μία μόλις ημέρα τα φρέσκα γάλατα που κόστιζαν λιγότερο από ένα ευρώ εξαφανίστηκαν.

Είναι νομίζω η πρώτη φορά στην ιστορία αυτής της χώρας που ο κόσμος νιώθει την ανάγκη να διαμαρτυρηθεί έμπρακτα για κάτι, χωρίς αυτή η ανάγκη να περιβάλλεται το μανδύα μιας ιδεολογίας. Και από αυτή την άποψη είναι πολύ διδακτικό. «Ο κόσμος δεν θέλει επανάσταση. Αύξηση θέλει», λέει κυνικά ένας φίλος. Σωστό. Ας την ζητήσει. Από ποιον όμως;

Κυβερνητικά στελέχη μιλούν πλέον ξεκάθαρα για «κρίση». Μπορεί κάποιος να μου εξηγήσει πότε δεν ήμασταν «σε κρίση»; Από τότε που θυμαμαι τον εαυτό μου «οι οικονομικές συνθήκες είναι δύσκολες», «η χώρα αντιμετωπίζει προκλήσεις», «πρέπει να σφίξουμε το ζωνάρι», «οι θυσίες είναι απαραίτητες για την ευημερία και την αειφόρο ανάπτυξη» και «η κυβέρνηση μελετά τρόπους αντιμετώπισης της κρίσης». Δεν είναι στις προθέσεις μου να λαϊκίσω. Αλλά πόσος κόσμος δεν λέει τίποτα για όσα συμβαίνουν εν ονόματι αυτής της- καλαίσθητης ομολογουμένως- αλλεργίας;

Σκεφτόμουν τα παραπάνω φρασεολογικά «ψωμοτύρια» και σε μια κρίση... δημοκρατικότητας πίστεψα πραγματικά ότι πρέπει να δημιουργηθεί μια υπηρεσία της οποίας αρμοδιότητα θα είναι ο εντοπισμός των κλισέ και η απαγόρευση της χρήσης τους από δημόσια πρόσωπα. Δεν θέλω άλλο να ακούω για το «άπλετο φως που θα χυθεί στην υπόθεση» για «το μαχαίρι που θα φτάσει στο κόκκαλο» και για «ενόχους που θα τιμωρηθούν όσο ψηλά και αν βρίσκονται».

Το σκάνδαλο της Siemens δίνει την αφορμή για να διαψευσθεί το μεγαλύτερο ίσως κλισέ. Αυτό που λέει ότι σε όλα τα κλισέ υπάρχει μια αλήθεια. Ε, λοιπόν όχι, Δεν πιστεύω ότι οι ένοχοι θα τιμωρηθούν και μπορώ ανερυθρίαστα να πω ότι συντάσσομαι με το 80% των δημοσκοπούμενων που πιστεύουν ότι το θέμα θα κουκουλωθεί.

Το πρόσφατο κλείσιμο της προανάκρισης «χωρίς τον εντοπισμό πολιτικών ευθυνών» μου επιτρέπει να νιώθω δικαιωμένος για αυτή μου την απαισιοδοξία. Τι συνέβη λοιπόν; Μια μεγαλοεταιρία τάιζε με πεσκέσια τους πολιτικούς μας. Ε, και; Δεν το ξέραμε. Όχι, το ξέραμε. Αλλά όταν ο κυνισμός της πραγματικότητας σού έρχεται στη μούρη, το λιγότερο που θέλεις να κάνεις είναι να στρέψεις τη μούρη αλλού.

Ας πούμε, στις διακοπές. Και αυτό δεν είναι δειλία. Είναι η τάση του πνεύματος να μην χάνει τον αυτοσεβασμό του.


Δ. Γλ.
[email protected]
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v