Η νίκη της ακροδεξιάς Μελόνι στην Ιταλία αναζωπύρωσε τις συζητήσεις για την άνοδο των ακραίων απόψεων στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Δεν είναι παράλογο: Όλο και περισσότερες χώρες δένονται στο άρμα της δεξιάς προσέγγισης μιας δύσκολης καθημερινότητας.
Ποιοι όμως είναι αυτοί που αναρωτιούνται γιατί «ανεβαίνει η ακροδεξιά σε όλη την Ευρώπη»;
Είναι αφενός άνθρωποι που με κάποιο τρόπο εγγράφονται στα αριστερά του πολιτικού φάσματος, και, δευτερευόντως, κεντρώοι εραστές των ιδανικών της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Είναι η (ακρο)δεξιά που ανεβαίνει όμως ή οι άλλες εναλλακτικές που δεν έχουν επι της ουσίας πρόταση;
Με άλλα λόγια, οι ψηφοφόροι της Μελόνι, του Ορμπάιθ, της Λεπέν και των άλλων παιδιών είναι συνειδητά (ακρο)δεξιοί ή ψηφίζουν κάτι ως αντίδραση αδιαφορώντας για την πολιτική ταμπέλα που μπορεί να του βάζουν (δίκαια!) τα πιο πολιτικοποιημένα τμήματα των ευρωπαϊκών κοινωνιών;
Ας πάμε λίγο πιο πίσω: αν η έλλειψη ουσιαστικής πρότασης εκ μέρους της αριστεράς είναι ξεκάθαρη τις τελευταίες δεκαετίες, η κοινοβουλευτική δημοκρατία γιατί δεν μπορεί να υπερασπιστεί τα δικά της κεκτημένα;
Η κοινοβουλευτική δημοκρατία όπως την ξέρουμε χάνει έδαφος γιατί αδυνατεί να ανακόψει την πορεία της ελεύθερης αγοράς προς την ασυδοσία και την διόγκωση των ανισοτήτων είτε σε εθνικό είτε σε εθνικό επίπεδο. Χάνει έδαφος γιατί, όπως λέγαμε και πρόσφατα, όλο και πιο δύσκολα συντηρεί το βιωτικό επίπεδο των δυτικών σε υψηλά επίπεδα, κάτι που κάνει εξαιρετικά σαφές η ενεργειακή κρίση του φετινού χειμώνα η οποία βρίσκεται καθ΄ οδόν.
Έτσι, με τα παλιότερα πολιτικά ιδανικά να έχουν υποχωρήσει ή εξαφανιστεί, κριτήριο για τον περισσότερο κόσμο γίνεται η διαχείριση της δύσκολης οικονομικά πραγματικότητας και το ποια ρητορική είναι ικανή να του δώσει πίσω ένα κομμάτι αυτοσεβασμού και εθνικής υπερηφάνειας. Και εδώ, ο εθνικιστικός λόγος παίζει μόνος του στο γήπεδο.
Οι κακοί μετανάστες, οι φτωχοί που εποφθαλμιούν τη θέση μας, αλλά και οι κερδοσκόποι ξένοι επενδυτές, το διεθνές κεφάλαιο που εκμεταλλεύεται τη χώρα, το εν Βρυξέλλαις τεχνοκρατικό διευθυντήριο- όλα μοιάζουν με ώριμα φρούτα έτοιμα να μαζευτούν από την ακροδεξιά που συχνά συνειδητοποιεί την πολιτική ταυτότητα ενώ είναι ήδη στον δρόμο για την εξουσία.
Η ευρωπαϊκή (ακρο)δεξιά δεν έχει πολιτική ταυτότητα∙ δεν έχει θεωρητικό σώμα ή πολιτική θεωρία πίσω της. Είναι βαθιά καιροσκοπική, ασπύνδυλη και μεταλλάσσεται με την πρώτη ευκαιρία- και ακριβώς για αυτό είναι δύσκολο να νικηθεί. Πιο δύσκολο από καθεστώτα που εδραιώνονται για δεκαετίες; θα ρωτήσει κάποιος. Ίσως όχι. Όμως είναι ένας νέου τύπου εχθρός της κοινωνικής δικαιοσύνης και των αρχών του ανθρωπισμού που δεν ξέρουμε τις μορφές που θα πάρει. Και το κυριότερο: που δεν έχει αντίπαλο.
Η Ευρώπη είναι καταδικασμένη να αλλάξει. Είτε θα αλλάξει εντός των διαδικασιών και των αξιών που γέννησαν την ένωσή της, είτε ανατρέποντάς τις. Το ανησυχητικό είναι ότι οι κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις μιας τέτοιας ανατροπής που φαίνεται να έχουν τεθεί σε λειτουργία είναι πολύ μεγαλύτερες από αυτό που θα λέγαμε «δύναμη των ψηφοφόρων».
Είναι πιθανόν οι δυτικές δημοκρατίες, όπως τις γνωρίζουμε, να οδεύουν ήδη προς το τέλος τους επιβαίνοντας σε ένα όχημα με κάκιστα φρένα, που άλλοι το λένε «ελεύθερες αγορές», άλλοι «ανισότητες» και άλλοι «έλλειμα κοινωνικού κράτους».