Δεν γίνεται οι δηλώσεις που γίνονται στον δημόσιο χώρο να χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: σε αυτές που πρέπει να τους δίνουμε σημασία και σε άλλες που «έλα μωρέ δεν το εννοούσε». Ο λόγος είναι ότι, καθώς σπάνια οι δηλώσεις αναπαράγονται μαζί με την επεξήγησή τους, το μόνο νόημά τους που εμπλουτίζει τον δημόσιο λόγο είναι το πιο άμεσο.
Οι δηλώσεις του Μανώλη Μητσιά για τους ομοφυλόφιλους «που καλό θα ήταν να μην προκαλούν» είναι μια τέτοια περίπτωση που δεν γίνεται να πούμε ότι δεν έγιναν. Δηλαδή; Θα ρωτήσει κάποιος. Μια λάθος δήλωσή σου μπορεί να σε χαρακτηρίσει για πάντα; Δεν έχει σημασία ο πρότερος βίος σου, οι απόψεις σου, η όλη σου στάση; Φοβάμαι πως όχι.
Η κοινή γνώμη μπορεί να δεχθεί την συγγνώμη εκείνου που έκανε μια δήλωση, μπορεί και να την ξεχάσει- σχεδόν σίγουρα θα το κάνει- αλλά δύσκολα θα αναγνωρίσει ότι η δήλωση αυτή ήταν «λάθος». Το ίδιο ισχύει και για τον συμπαθέστατο Μητσιά. Όντας σχεδόν 80 χρονών πια, είναι δύσκολο να έχει πλήρη αντίληψη για το σε ποια φάση της διεκδίκησης των δικαιωμάτων βρίσκεται το κίνημα. Έχει δηλαδή ελλιπείς γνώσεις και βάσει αυτών κάνει την δήλωση- μια δήλωση που για τον ίδιο είναι δήλωση συμπάθειας, αφού στην εποχή του και στο πολιτισμικό επ΄'ίπεδο ενός «λαϊκού παιδιού», μια μη αποκήρυξη της ομοφυλοφιλίας θεωρούνταν «ύποπτη».
Φάνηκε αυτό και από την απάντησή του, όπου επέμεινε να τονίσει το ήθος της πορείας του.
Δεν ήταν λάθος λοιπόν. Αυτό πιστεύει ο Μητσιάς και πιθανότατα το 99% αυτής της γενιάς. Από την άποψη αυτή η δήλωση έπρεπε να απαντηθεί και να επικριθεί αφού οι δηλώσεις των επωνύμων ασκούν επιρροή και παράγουν αποτελέσματα. Ορθώς λοιπόν διάφορος κόσμος δημοσιοποίησε την κριτική του, αμφισβητώντας το τι θα πει «πρόκληση» και το τι θα πει ένα ομοφυλόφιλο ζευγάρι να έχει λιγότερα δικαιώματα από ένα αμφιφυλόφιλο.
Όμως έχει σημασία οι φωνές να μην είναι κατασπαραχτικές- και εκεί είναι που πρέπει να μετρήσει ο συνολικότερος βίος του ανθρώπου που είπε το οτιδήποτε. Αυτό είναι που κάνει την διαφορά ανάμεσα σε μια αιμοδιψή- έστω και για καλό σκοπό- λογική, και μια λελογισμένη αντίδραση.
Ο κινηματικός λόγος και η κινηματική διάθεση πρέπει σιγά σιγά να αρχίσουν να διακρίνουν ανάμεσα σε κάτι που ενδεχομένως να πει κάποιος και στην όλη του προσωπικότητα. Πρέπει να μπορούν να βάλουν το κάτι που θα ειπωθεί σε ένα πλαίσιο ώστε να το κατανοήσουν καλύτερα. Δεν είναι ίσα και όμοια ο Μητσιάς με τον τάδε ή τον δείνα υπέργηρο μητροπολίτη που αφορίζει ανθρώπους και κάνει κηρύγματα μίσους για τις ερωτικές επιλογές άλλων όντων.
Στους Μητσιάδες μπορούμε να εξηγήσουμε και θέλουμε να καταλάβουν, θέλουμε να ενώσουν τη φωνή τους με όλους όσους διεκδικούν τα δικαιώματά τους. Όχι, δεν θα λένε ό,τι θέλουν και αυτό θα μένει αναπάντητο, ούτε όμως θα μπαίνουν στο ίδιο τσουβάλι με άλλους που κηρύσσουν την ανισότητα για να κερδίσουν ψήφους και συμπάθειες, ή για να υπερασπίσουν τα προνόμιά τους.