Σκληρές ερωτήσεις για σκληρές αλήθειες

Ακόμη και αν η "ερώτηση" της Ολλανδέζας δημοσιογράφου μπει σε εισαγωγικά, τις απαντήσεις τις δικαιούται. Και πρέπει να τις ζητάμε όλοι.
Σκληρές ερωτήσεις για σκληρές αλήθειες

Η στάση της «Ολλανδέζας δημοσιογράφου» βρέθηκε στο επίκεντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης. Ο διάλογος που είχαν με τον Έλληνα Πρωθυπουργό είχε σαφές πολιτικό πρόσημο και για τον λόγο αυτό χρησιμοποιήθηκε από την αντιπολίτευση. Αντί όμως να γίνει θέμα με την ουσία των όσων είπε, έγινε θέμα με την διαδικασία, με το αν είχε δικαίωμα να ρωτήσει με αυτόν τον τρόπο ή με το αν ο Πρωθυπουργός αυτορουμπώθηκε που θύμωσε.

«Είναι ερώτηση μια ερώτηση που περιέχει τοποθέτηση»; Αναρωτήθηκαν οι απανταχού φιλοκυβερνητικοί- σαν απατημένοι που διαμαρτύρονται δήθεν όχι για την απιστία του συντρόφου τους, αλλά «γιατί δεν ήρθε να μου το πει;». Οι ερωτήσεις των δημοσιογράφων περιέχουν εκ των πραγμάτων πολιτική τοποθέτηση. Η θεματική της ερώτησης (αν θα είναι κάτι θετικό ή κάτι αρνητικό για αυτόν που δέχεται την ερώτηση), ο τρόπος που θα υποβληθεί η ερώτηση, ακόμη και το αν κάποιος διαλέξει να μην ρωτήσει κάτι ή να το ρωτήσει σαν πάσα ώστε το ερωτηθείς να μπορέσει να τοποθετηθεί όπως του αρέσει- όλα είναι πολιτικές θέσεις και το ξέρουν όλοι.

Μέρος αυτής της διαδικασίας είναι και οι προβοκατόρικες ερωτήσεις, όπως αυτή που έκανε η Ολλανδέζα δημοσιογράφος. Ίσως αυτή την πραγματικότητα ενσωμάτωνε η γνώμη που εξέφρασε ο Κυριάκος Μητσοτάκης περί «ευθείας ερώτησης»- μια ουσιαστικά σωστή εκτίμηση, αφού στην συγκεκριμένη ερώτηση ο δημοσιογράφος δεν επιδιώκει να καλύψει την πολιτική του ταυτότητα πίσω από μια ψευδεπίγραφη αντικειμενικότητα.

Μαζί με μια αλήθεια όμως η φράση του Πρωθυπουργού είναι και κάτι το βαρέως προσβλητικό για τον κλάδο των Ελλήνων δημοσιογράφων, οι οποίοι σύμφωνα με τα όσα υπονόησε λειτουργούν με έμμεσους τρόπους, προφανώς έχοντας διάφορες στοχεύσεις. Και ενώ αυτό συμβαίνει το συνδικαλιστικό όργανο των δημοσιογράφων, η ΕΣΗΕΑ δεν βγάζει κιχ. Ούτε μια ανακοίνωση, μια δήλωση, κάτι. Αμάσητο.           

Τι είπε η Ολλανδέζα όμως επί της ουσίας;- γιατί αυτό αξίζει να κρατήσουμε. Ανέφερε κάτι που ουκ ολίγα δημοσιεύματα αναφέρουν, αλλά για το οποίο δεν λέγεται τίποτα:  Έχουμε ως χώρα συμφωνήσει να επαναπροωθούμε πρόσφυγες με κάθε κόστος, κάνοντας τον «σκοπό» της Ευρώπης που έτσι μπορεί να έχει καθαρά τα χέρια και την συνείδησή της. Που έτσι μπορεί να συμφωνεί για τις ποσοστώσεις υποδοχής προσφύγων και να έχει έξωθεν καλές μαρτυρίες, ξέροντας ταυτόχρονα ότι δεν θα χρειαστεί να υλοποιήσει τις δεσμεύσεις της μια που «οι βάρβαροι δεν θα διαβούν».

Το “Have you been to Samos?” που ρώτησε επίμονα ο Πρωθυπουργός ήταν άσχετο με το θέμα. Εκείνος ήθελε να πει ότι τους έχουμε κάνει ένα «ωραιότατο» camp εκεί και εκείνη του έλεγε για τους άλλους, τους περισσότερους, εκείνους που επαναπροωθούνται κόντρα σε συνθήκες και ηθική.

Άραγε πώς περιμένει η Κυβέρρνηση να συζητηθεί σοβαρά το θέμα των μεταναστών που μπαίνει κάτω από το χαλί όχι μόνο εξ αιτίας των όσων κάνει και δεν λέει, αλλά και εξαιτίας της δικής μας βραχύβιας μνήμης- να τη η πραγματική «προσωπική ευθύνη» (δικό μου, μουστάκια!).

ΥΓ Αφήνω ασχολίαστο ως κατάντημα το ότι πολλά Μέσα έσπαυσαν να ψάξουν ποια είναι η προσωπικη ζωή της Ingeborg Beugel και τι μπορούν να τής προσάψουν σε προσωπικό επίπεδο, προκειμένου να αποδομήσουν την παρέμβασή της. 

 
  

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v