Το ότι μια χώρα έχει πολυσχιδείς ανάγκες είναι πέρα από κάθε αμφισβήτηση. Δανεισμό, πληρωμή υπαλλήλων, παιδεία, διεθνείς σχέσεις, υγεία, άμυνα, εξωτερική πολιτική- για να μην το πολυλογώ κάθε υπουργείο αποτελεί και έναν τομέα όπου μια Κυβέρνηση οφείλει να προσφέρει επιμέλεια και… κονδύλια.
Η απόφαση της Κυβέρνησης Μητσοτάκη να προχωρήσει μετά την αγορά των αεροσκαφών Rafale και στην αγορά γαλλικών φρεγατών δεν αποτελεί τίποτα λιγότερο από πολιτική απόφαση και ως τέτοια πρέπει να κρίνεται. Αναλύσεις του τύπου «ο στόλος χρειάζεται ανανέωση» και «θα πάρουμε το πάνω χέρι στο Αιγαίο» δεν αντέχουν σε σοβαρή κριτική. Ο λόγος είναι δυστυχώς κυνικός; η σύγχρονη αμυντική προστασία- αν δεν σε ενδιαφέρει να διεξαγάγεις επιθετικό πόλεμο δηλαδή, καθορίζεται από το ποια προστασία θα αγοράσεις και όχι από τα οπλικά συστήματα που θα προσθέσεις στο οπλοστάσιο. Με δυο λόγια το καλύτερο όπλο είναι οι συμβάσεις. Και όσο περισσότερων δισεκατομμυρίων είναι οι συμβάσεις, τόσο πιο αποτελεσματική η προστασία σου- όχι η οπλική, η άλλη.
Για μια πολιτική απόφαση, απαιτείται πολιτική κριτική. Αυτός είναι άλλωστε ο ρόλος της αντιπολίτευσης, αυτός ο ρόλος των ΜΜΕ, αυτός και ο ρόλος των υπεύθυνων πολιτών. Στην απόφαση της ελληνικής Κυβέρνησης η βασική πολιτική κριτική θα πρέπει να σχετίζεται με το περιθώριο που η κυβέρνηση είχε για να εξασφαλίσει μια προστασία, χωρίς να καταβάλει τα περίπου 10 δισεκατομμύρια ή καταβάλλοντας λιγότερα. Γιατί; Τα κονδύλια που πηγαίνουν σε οπλικά συστήματα λείπουν και θα λείψουν από άλλους τομείς της ελληνικής οικονομίας, όπου θα μπορούσαν να λειτουργήσουν αναπτυξιακά.
Το κατά πόσον θα μπορούσε μια ελληνική κυβέρνηση να εξασφαλίσει αμερικανική ή γαλλική προστασία χωρίς να βάλει το χέρι στην τσέπη είναι κάτι που δεν είναι εύκολο να διαπιστωθεί λόγω της αναγκαστικά περιορισμένης δημοσιότητας που έχουν τα διπλωματικά θέματα. Στις σκιές μάλιστα αυτής της περιορισμένης δημοσιότητας κατά το παρελθόν κρύφτηκαν άνομες δοσοληψίες που οδήγησαν δύο υπουργούς του ΠΑΣΟΚ στη φυλακή.
Δεν είναι όμως η ρεμούλα ο λόγος που μια ευρύτερη συζήτηση γύρω από τις στρατιωτικές δαπάνες πρέπει να πάρει σάρκα και οστά. Ο λόγος είναι ότι δεν μπορεί μια κατηγορία δαπανών που καταναλώνει μερίδα λέοντος από τον ετήσιο προϋπολογισμό να μένει, ανεξαρτήτως κυβέρνησης, στο απυρόβλητο της πολιτικής συζήτησης.