Ο Κουφοντίνας έχει δείξει ότι δεν λογαριάζει την ανθρώπινη ζωή, προκειμένου να προωθήσει τα πολιτικά και κοινωνικά του «πιστεύω». Δεν έχει τα ηθικά όρια, τα οποία διαθέτει η συντριπτική πλειοψηφία των όσων ζούμε εντός των οργανωμένων κοινωνιών. Το απέδειξε πολλάκις και τιμωρήθηκε με- ουσιαστική και ότι τυπική- ισόβια κάθειρξη. Για τον Κουφοντίνα η πιθανότητα να πεθάνει από την απεργία πείνας την οποία συνεχίζει για 46η μέρα είναι μια πράξη με σχεδόν καθόλου ρίσκο, όσο οξύμωρο και αν ακούγεται αυτό.
Ο άνθρωπος που έζησε μια ζωή σχεδιάζοντας και εκτελώντας εγκληματικές επιθέσεις στο κέντρο της πόλης και συνήθως με το φως της ημέρας δεν θα έχει πρόβλημα να φτάσει για μία ακόμη φορά κοντά στον θάνατο, ειδικά αν αυτό εκπέμψει ένα μήνυμα αντίστασης, όπως τα παλαιότερα της ακτιβιστικής του δράσης. Άλλωστε φυλακισμένος και 65 ετών πόσες ευκαιρίες θα έχει για να «εκθέσει» το αστικό κράτος ως ανακόλουθο και παραβαίνον τους ίδιους τους θεμελιώδεις κανόνες του; Το θέμα λοιπόν δεν είναι να «μην γίνει το χατίρι του Δ. Κουφοντίνα», όπως λένε οι κυβερνητικοί. Το ζήτημα δεν είναι «να μην του περάσει».
Τα κράτη και οι θεσμοί ούτε πεισμώνουν ούτε εκδικούνται. Απλώς εφαρμόζουν τους νόμους και τους κανόνες χωρίς να συμψηφίσουν την συμπεριφορά τους με εκείνη των αδικοπραγούντων. Ειδικά σε όσους έχει υποβληθεί περιορισμός η «καθαρή» συμπεριφορά του αστικού κράτους είναι δύο φορές καθήκον, ακριβώς γιατί εκεί κοιτάζει συχνά- πυκνά η κοινωνία να διαπιστώσει αν το κράτος στέκεται στο ύψος του ή τσακώνεται με όσους είναι σε μειονεκτική θέση, στερημένοι από τα πολιτικά τους δικαιώματα. Και ένας τρόπος υπάρχει να μένει το αστικό κράτος στο ύψος του: να τηρεί και να σέβεται τους νόμους (του).
Αυτό ισχύει και χωρίς να φτάσει κάποιος να πεθάνει. Αρκεί και μόνο να ζητάει ένα κομμάτι δικαίου που έχει στερηθεί. Πρέπει να επιτραπεί στον Κουφοντίνα να μεταφερθεί στο ίδρυμα που ορίζει ο νόμος. Είναι σημαντικό για την δημοκρατία και για την πίστη των πολιτών στο κράτος δικαίου. Όλα τα υπόλοιπα είναι είτε προσωπικά στοιχήματα, είτε λαϊκίστικο καλόπιασμα (ακρο)δεξιών ακροατηρίων οπαδικού τύπου. Κανένα από τα δύο δεν ωφελεί τη δημοκρατία.