Τι είναι αυτό που μπορεί να κάνει έναν άνθρωπο να επιστρέψει σε μια τραυματική εμπειρία 20 χρόνια μετά και να την διηγηθεί δημοσίως; Τι είναι αυτό που μπορεί να τον κάνει να εκτεθεί και να ξαναζήσει στην ουσία εκ νέου μια κακοποιητική εμπειρία; Νομίζω μόνο η ανάγκη του να επεξεργαστεί αυτό το τραύμα, να σταθεί απέναντί του δυνατός και να το ξεπεράσει, ακόμη και αν τον κοιτούν όλοι- ίσως μάλιστα για αυτό ακριβώς.
Το ίδιο το ανώνυμο πλήθος που καταδικάζει, που φοβίζει τις κακοποιημένες γυναίκες με τις προκαταλήψεις και τις προαποφασισμένες κρίσεις, που τις καταδικάζει στη σιωπή, αυτό πρέπει να γίνει ο δέκτης μιας τέτοιας εξομολόγησης. Γιατί αυτό είναι εξίσου θύτης με τον κακοποιητή και χωρίς να διαθέτει ελαφρυντικά που ίσως να σχετίζονται με την πνευματική του διαύγεια ή το πολιτισμικό του υπόβαθρο. Ήταν το αυτό το πλήθος και η έκθεση που εμπόδισε την Σοφία Μπεκατώρου να πει τότε όσα συγκλονιστικά αποκάλυψε σήμερα για την σεξουαλική της κακοποίηση.
Πρέπει να ψάξουμε πολύ αυτό το «πλήθος», γιατί είναι ύπουλα ασαφές∙ γιατί μάς περιλαμβάνει. Πρέπει να ψάξουμε μέσα μας, να κοιτάξουμε ενοχικά τι δεν κάναμε, πώς μπορεί να συμβάλαμε στην αναπαραγωγή όλων αυτών των έμφυλων στερεοτύπων που μετατρέπουν τις κακοποιημένες γυναίκες σε θύτες από θύματα, που τις φορτώνουν με ευθύνη ακόμη και για μια πράξη κακοποίησης. Στον πυρήνα αυτής της οπισθοδρομικότητάς μας είναι το ότι η γυναικεία σεξουαλικότητα παραμένει ταμπού. Ότι ακόμη και η εξαναγκασμένη με βία συμμετοχή θεωρείται ντροπή αφού σχετίζεται με «σπίλωση της τιμής».
Πόσο βαθιά είναι ριζωμένες αυτές οι πεποιθήσεις; Πολύ είναι η απάντηση. Τόσο ώστε να μην μπορούμε εύκολα να τις διακρίνουμε για να τις απομακρύνουμε. Τόσο ώστε μια γυναίκα προβεβλημένη και επιτυχημένη, όπως η Σοφία Μπεκατώρου να μπορέσει μόνο μετά από 20 χρόνια να απελευθερωθεί από αυτό το βάρος- ας φανταστούμε τι συμβαίνει στις περιπτώσεις άλλων ανθρώπων που δεν έχουν αυτή τη θέση και πρόσβαση στα μικρόφωνα της δημοσιότητας. Μόνο και μόνο για αυτούς ιστορίες σαν της Μπεκατώρου πρέπει να τυγχάνουν της μεγαλύτερης δυνατής προβολής.
«Τώρα το θυμήθηκε;». Προφανώς και δεν το ξέχασε ποτέ. Τώρα όμως, 40 χρονών πια και όχι πιτσιρίκα στην γυάλα του πρωταθλητισμού, ένιωσε ότι μπορεί να αναμετρηθεί με όλο αυτό και με τους ψιθύρους που θα δημιουργούσε. Ίσως ακόμη ένιωσε ότι είχε καθήκον να βοηθήσει να καθαρίσουν τέτοιες νοοτροπίες για να παραδώσει και η ίδια στα παιδιά της έναν καλύτερο κόσμο, για να τα απομακρύνει από τέτοιες συμπεριφορές.
Ας μην ξεχνάμε πόσο λιγότερο έτοιμοι ήμασταν όλοι 20 χρόνια πριν να καταλάβουμε πώς μπορεί να υπάρχει σεξουαλική κακοποίηση χωρίς τεχνικά να υπάρχει «βιασμός», όπως τον εννοεί ο Ποινικός Κώδικας. Πόσο ευκολότερα θα σκεφτόμασταν ότι πρόκειται για μια «γκρίζα ζώνη ανάμεσα σε συναίνεση και καταναγκασμό», ότι τα γυναικεία «όχι» είναι λίγο «ναι».
Ας ελπίσουμε ότι ο θόρυβος θα είναι αρκετός ώστε να ξεκινήσει ένα εγχώριο κίνημα Metoo. Η κοινωνία μας- ειδικά η ελληνική επαρχία- το έχει πραγματικά ανάγκη.