Η πένα του Σουίφτ ακολουθεί τις αφηγήσεις 5 προσώπων κατά την διάρκεια μιας κηδείας, με στόχο να συναισθανθούμε την απώλεια. Τα καταφέρνει όμως;
Παλαιότερο των 360 ημερών
Όποιος θυμάται το βιβλίο του Φώκνερ “Καθώς ψυχορραγώ”, θα συνειδητοποιήσει ότι ο Σουίφτ χρησιμοποιεί το ίδιο μοτίβο με τον αμερικανό προκάτοχό του. Και οι δύο αφηγούνται σε μια πολυεστιακή αφήγηση την εξόδιο μεταφορά ενός νεκρού. Πιο συγκεκριμένα, ο άγγλος πεζογράφος βάζει τρεις φίλους του πεθαμένου και τον υιοθετημένο γιο του να μεταφέρουν την τέφρα του κρεοπώλη Τζακ Ντόντζ από ένα προάστιο του Λονδίνου στο Μάργκεϊτ, όπου ο μακαρίτης ζήτησε να ρίξουν τη στάχτη του.
Αφηγηματικό δίχτυ… νεκρών και ζωντανών
Το μυθιστόρημα αποτελείται από τις ομοδιηγητικές αφηγήσεις των τεσσάρων, και κυρίως του Ρέι, που σκέφτονται το παρόν, κάνουν αναδρομές στο παρελθόν, θυμούνται τα βιώματά τους από τον φίλο τους, προσθέτουν στιγμιότυπα από τη ζωή τους, την οικογένειά τους και τους δικούς τους ανθρώπους. Σταδιακά ξεδιπλώνεται μπροστά μας ένας ιστός με πέντε κέντρα (ο νεκρός και οι τέσσερις αφηγητές) που απλώνει το δίκτυ του περιλαμβάνοντας κι άλλα πρόσωπα. Το παρόν του Τζακ (που πλέον είναι στο σημείο μηδέν) συνυφαίνεται με το παρόν των άλλων αλλά κυρίως με το παρελθόν και τις αναμνήσεις των ζώντων από την κοινή ζωή τους όσο αυτός ζούσε.
Το βασικό πλεονέκτημα του έργου είναι αυτή η πολυδιάστατη δομή του, που κάνει συνεχή τράβελινγκ, αλλάζει οπτικές γωνίες, μετακινείται αν και όχι με πολυγλωσσικό τρόπο από πρόσωπο σε πρόσωπο, τα οποία βλέπουν διαφορετικά τον νεκρό και τους άλλους γύρω τους, αναθεωρούν τη ζωή τους ή σκέφτονται το παρελθόν. Ο Σουίφτ ξέρει να χειρίζεται τα μικρά επεισόδια που δημιουργεί, να μπαίνει γρήγορα στο θέμα και εξίσου γρήγορα να βγαίνει, να σκορπίζει λεπτομέρειες που σκοπό έχουν να γεμίσουν αυτόν τον αφηγηματικό ιστό με τις πινελιές εκείνες που θα αναπλάσουν την ατμόσφαιρα.
Όσο προχωράμε προς το τέλος, αποκτά αφηγηματικό ρόλο και η γυναίκα του Τζακ, η Έιμυ, με αποτέλεσμα να αποκαλύπτονται μικρά και μεγάλα μυστικά. Ο Ρέι και το στοίχημα που έβαλε με τα λεφτά και την έγκριση του Τζακ, ο εγκλεισμός της κόρης του Τζακ σε ίδρυμα, η προσπάθεια της Έιμυ να αλλάξει ζωή μετά τον θάνατό του κ.ο.κ. Χωρίς κορυφώσεις - δεν τις περίμενε κανείς άλλωστε - το μυθιστόρημα καταλήγει στο Μάργκεϊτ και στη ρίψη της τέφρας στη θάλασσα. Ο προορισμός δεν ήταν ο στόχος, αλλά το ταξίδι…
Απλοί θεατές στο πένθος
Όμως –κι αυτό ήταν ένα ερώτημα που συνεχώς με απασχολούσε - καταφέρνει ο συγγραφέας να στήσει έτσι το δίκτυ του ώστε ο αναγνώστης να νιώσει ότι είναι κι αυτός κομμάτι της πομπής των πενθούντων που πάνε να σκορπίσουν τη στάχτη του φίλου τους; Με άλλα λόγια, νιώθει και ο αναγνώστης να ταυτίζεται με κάποιον από αυτούς και να μπαίνει στη θέση του; Πιστεύω πως όχι. Το να συναισθανθείς τον θάνατο και να πλησιάσεις όσο πιο κοντά γίνεται, χωρίς να τον έχεις ζήσει πολύ πρόσφατα, είναι δύσκολο. Είναι μια άμυνα του οργανισμού να μην φτάνει τόσο κοντά στην απόλυτη θλίψη. Έτσι, θα έπρεπε το έργο να είναι έντονα συγκλονιστικό, για να κατορθώσει να καλέσει μέσα στο κλίμα του τον αναγνώστη. Αυτό δεν το ένιωσα, δεν το είδα να γίνεται τουλάχιστον σε μένα κι έτσι παρακολουθούσα την όλη τελετή σαν τρίτος συγγενής που δεν γίνεται να συναισθανθεί απόλυτα τους πενθούντες. Και δεν μιλάω μόνο για το αίσθημα του πένθους, αλλά και για τις σκέψεις μπροστά στον θάνατο, τη ζωή και τις ανθρώπινες σχέσεις που επανεξετάζονται.