Διαβάζουμε: Άνθρωποι και Ποντίκια του Τζον Στάινμπεκ
Το εμβληματικό έργο του Τζον Στάινμπεκ με την θεατρική υφή και το πλήθος συμβολισμών, παραμένει ένα σπουδαίο ανάγνωσμα.
Παλαιότερο των 360 ημερών
Είχα διαβάσει έφηβη τα “Σταφύλια της οργής” και με είχε συνεπάρει ο πειστικός ρεαλισμός του συγγραφέα και η ατμόσφαιρα της ωμής βίας που ασκεί το σύστημα στους υφιστάμενούς του. Τώρα, προέκυψαν οι “Άνθρωποι και ποντίκια”, το οποίο περίμενα με μεγάλη ανυπομονησία.
Ο Τζων Ερνστ Στάινμπεκ γεννήθηκε στο Σαλίνας της Καλιφόρνιας το 1902. Θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους συγγραφείς του πρώτου μισού του 20ού αιώνα, κύριος εκπρόσωπος του νατουραλισμού και της κοινωνικής πεζογραφίας στη χώρα του. Στο έργο του ασχολήθηκε με την εργατική τάξη της δεκαετίας του '30, την εποχή του μεγάλου κραχ ή της "Μεγάλης Ύφεσης" της αμερικανικής οικονομίας· παρ' όλη την απαισιοδοξία που φέρνει η νατουραλιστική προσέγγιση, το έργο του διαπνέεται από ποιητικά και ανθρωπιστικά στοιχεία, διαγράφοντας τους ήρωές του σαν πραγματικούς χαρακτήρες. Ο Στάινμπεκ έγινε γνωστός με το μυθιστόρημα "Τορτίλα Φλατ" το 1935, αλλά η μεγάλη επιτυχία ήλθε το 1937 με το "Άνθρωποι και ποντίκια". Δύο χρόνια αργότερα με τα "Σταφύλια της οργής" καθιερώθηκε μαζί με τον Φώκνερ και τον Χέμινγουεϊ ως ένας από τους τρεις μεγάλους σύγχρονους αμερικανούς συγγραφείς. Το 1940 το μυθιστόρημά του τιμήθηκε με το Βραβείο Πούλιτζερ. Κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου ο Στάινμπεκ εργάστηκε ως πολεμικός ανταποκριτής για λογαριασμό της εφημερίδας "New York Herald Tribune", ενώ το 1948, σε μια εποχή όπου οι ΗΠΑ είχαν καταληφθεί από αντικομμουνιστική υστερία, ταξίδεψε στη Σοβιετική Ένωση. Υπήρξε προσωπικός φίλος δύο αμερικανών προέδρων: του Τζων Κένεντι και του Λίντον Τζόνσον. Τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας το 1962. Πέθανε στη Νέα Υόρκη το 1968. Τα πιο γνωστά και πολυδιαβασμένα του μυθιστορήματα είναι: "Η αμφίβολη μάχη", "Άνθρωποι και ποντίκια", "Ο δρόμος με τις φάμπρικες", "Τα σταφύλια της οργής", "Ανατολικά της Εδέμ", "Η πεδιάδα της Τορτίγια", "Ουράνιες βοσκές", κ.ά.
Δύο άνδρες περιφέρονται από κτήμα σε κτήμα, για να δουλέψουν και να κερδίσουν μερικά χρήματα. Είναι οι άνθρωποι του προλεταριάτου, που δεν έχουν περιουσία, δεν έχουν ίσως οικογένεια, αλλά ζουν το παρόν με τα χρήματα του βγάζουν. Από τη μια, είναι ο κοντόσωμος George που φαίνεται πιο ευφυής, κι απ’ την άλλη ο γιγαντόσωμος αλλά αγαθιάρης Lennie, που συχνά κάνει αφελή ατοπήματα, με αποτέλεσμα να τους διώχνουν από τη δουλειά. Ο πρώτος θα ήθελε μια πιο στρωμένη ζωή, ονειρεύεται ένα μικρό αγρόκτημα, αλλά συγκαταβαίνει και στην τωρινή, ενώ ο δεύτερος θέλει μόνο να πιάνει ζώα (ποντίκια, κουτάβια, κουνέλια) και να τα χαϊδεύει, έστω κι αν τελικά τα πνίγει από ανεξέλεγκτη δύναμη.
Αν κρίνω απ’ όσα ξέρω για τον John Steinbeck και τα “Σταφύλια της οργής”, η αποτύπωση της εργασίας και των εργαζομένων, η σκληρή ζωή στις φάρμες και η φυσιογνωμία των δύο φίλων θα οδηγήσουν την ιστορία σε συγκρούσεις μεταξύ των εργατών και ενός καπιταλιστικού συστήματος, που απομυζεί τον ιδρώτα τους. Ίδωμεν.
Οι δυο φίλοι, και φυσικά πρώτιστα ο George, έρχονται αντιμέτωποι με άτομα που εκπροσωπούν ένα είδος εξουσίας: το αφεντικό του αγροκτήματος, στο οποίο δεν καλάρεσε που φτάσανε αργά, τον γιο του Curley, που ασκείται στο μποξ και παντρεύτηκε μια όμορφη γυναίκα, τη γυναίκα του, που φαίνεται να ερωτοτροπεί σαν τσούλα με όλους στη φάρμα… Εργοδότης, βίαιος, πόρνη ή αλλιώς εργασιακή βία, σωματική βία και ερωτική βία. Καθετί από τα τρία είναι επικίνδυνο κι ο George το αντιλαμβάνεται και εξαρχής θέλει να είναι προσεκτικός.
Το μικρό αυτό μυθιστόρημα (novella το λένε οι Άγγλοι, αλλά δεν είναι νουβέλα ακριβώς) έχει θεατρική υφή κι έτσι εξηγείται γιατί έγινε πολλές φορές θεατρική παράσταση. Κάθε κεφάλαιο κι ένα σκηνικό: το 1ο στη λίμνη, όπως και το 6ο, το 2ο και το 3ο στον κοιτώνα των εργατών, το 4ο και το 5ο στον στάβλο, όπου μένει ο μαύρος Crooks… Κι εκεί σε κάθε σκηνή (βλέπω την αυλαία ν’ ανοίγει και να κλείνει στο τέλος κάθε κεφαλαίου) δυο, τρεις ή περισσότεροι χαρακτήρες συζητάνε. Σ’ αυτό το παροντικό επίπεδο, δεν λείπουν αναδρομές που σκιαγραφούν καλύτερα αλλά όχι απόλυτα, μάλλον επιλεκτικά, το profile μερικών απ’ αυτούς, όπως του γέρο Candy που ζούσε παρέα με τον γέρικο σκύλο του ή του έγχρωμου Crooks, ο οποίος μεγάλωσε σε μια περιοχή με λευκούς όντας ο ίδιος Αράπης, μόνος στην ουσία και περιθωριοποιημένος…
Τελικά, τι κινεί τα όνειρα όλων αυτών; Ο καθένας ζει με τα απωθημένα του και συνειδητοποιεί ότι τα όνειρά του, που είναι κάθε μέρα ζωντανά σαν ελπίδες ηλιόλουστες, είναι πιθανότατα δυσεκπλήρωτα. Το κίνητρο για αποδοχή, για περιουσία, για αγάπη, για διαφυγή από τη μιζέρια βρίσκει εμπόδια στα θέλω των άλλων ή στο ίδιο το σύστημα, που κρατά χαμηλά τέτοιες πτήσεις.
Ο φόνος, που έρχεται σαν μια τεράστια άλογη πέτρα να πέσει πάνω στο ανθρώπινο κορμί και να το θανατώσει, μοιάζει χωρίς νόημα, αλλά προκαλεί πλήρη αναταραχή. Τι συμβολίζει άραγε; Ίσως είναι το απρόοπτο, ο παραλογισμός της ζωής ή η βία του συστήματος που συνθλίβει τα όνειρα των αθώων (;) θυμάτων του. Τα όνειρα σκοτώνονται από ατύχημα, η ζωή είναι απρόβλεπτη μέσα στη ζωώδη καλοσύνη της, οι ελπίδες δεν ευοδώνονται. Οι άνθρωποι είναι ΣΑΝ τα ποντίκια…
Πάπισσα Ιωάννα
John Steinbeck Άνθρωποι και ποντίκια μετ. Μ. Μακρόπουλος εκδόσεις Παπαδόπουλος 2013 Σελ. 163 Τιμή: 7,99