Η αναδρομική έκθεση της Νέλλης Ανδρικοπούλου φιλοξενείται στην Αίθουσα Τέχνης Αθηνών και μας συστήνει το έργο της μεγάλης ελληνίδας ζωγράφου.
Παλαιότερο των 360 ημερών
του Γιάννη Ασδραχά
«Στην εποχή μας έμπαινες στις εκκλησούλες και ένιωθες ότι θα σε αγγίξει ο άγιος. Σήμερα δεν είναι τίποτα άλλο παρά μία εικόνα». Η εποχή μας, αυτός ο τόσο προσωπικός προσδιορισμός του χρόνου, για τη συγκεκριμένη περίπτωση αφορά μία κυρία 93 χρονών, την Νέλλη Ανδρικοπούλου, καλλιτέχνη κατά ψυχή και για ένα διάστημα της ζωής της ξεναγός κατ’ ανάγκην. Η ίδια και το έργο της μας συστήθηκε στην Αίθουσα Τέχνης Αθηνών, στο πλαίσιο της αναδρομικής της έκθεσης. Ο τίτλος της έκθεσης «Ένα Ταξίδι με το Mataroa» είναι παρμένος από το ομώνυμο βιβλίο της (κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Εστία» το 2007) και αφορά ένα ταξίδι της, από αυτά που χωρίζουν τη ζωή στο πριν και το μετά.
Τον Δεκεμβρίου του 1945 η Νέλλη Ανδρικοπούλου ανέβηκε την κλίμακα του «Mataroa» , του καραβιού με σημαία Νέας Ζηλανδίας που έμελε να «φυγαδεύσει» με προορισμό το Παρίσι τον ανθό της ελληνικής διανόησης και των τεχνών από μία χώρα τυφλωμένη από το πολιτικό πάθος. Αυτό το μπάρκο της με τη «γυναίκα με τα μεγάλα μάτια» (αυτό σήμαινε στην πολυνησιακή γλώσσα το όνομα του καραβιού) εξιστορεί στο βιβλίο της.
Όμως η Νέλλη Ανδρικοπούλου εξιστορεί και στη γκαλερί μέσα από έργα που φιλοτέχνησε από τη τελευταία προπολεμική δεκαετία μέχρι και σήμερα. Τα θέματα της (φίλοι, αυτοπροσωπογραφίες, εικόνες της αστικής ζωής, τοπία από τα ελληνικά νησιά) σαν υλικό για λεύκωμα αναμνήσεων συνθέτουν το χρονικό μίας ζωής.
Στο έργο της δεν δεσμεύθηκε από τεχνοτροπίες. Ούτε προσαρμόστηκε στην ασφάλεια της μανιέρα. Εστίασε σε ό,τι την προσέλκυε τόσο σε θεματολογία όσο και σε τεχνοτροπία. Όπως σημειώνει ο ιστορικός τέχνης Σπύρος Μοσχονάς για την παρούσα έκθεση, «η ζωγραφική της Νέλλης Ανδρικοπούλου δεν είναι καινούρια, δεν είναι πρόσφατη. Είναι το απόσταγμα μιας ζωής, ο κόπος των χρόνων διυλισμένος μέσα από τη σοφία της υπομονής, δημιουργία που καρτερικά περίμενε τη στιγμή που θα έβγαινε στο φως. Ωστόσο παρέμενε πάντοτε επίκαιρη, διαχρονική, σαν ένα ποίημα που διαβάζουμε ξανά και ξανά, σα να μας στρέφει πίσω στη νεότητά μας».
Η έκθεση
Η περιήγηση στο έργο ξεκινά με χρονικό σημείο μία αυτοπροσωπογραφία της με μολύβι υπογεγραμμένη το 1936. Στο ρεαλιστικό έργο η καλλιτέχνης με κόμμωση εποχής στοχεύει με βαθύ βλέμμα τον θεατή. Το βράδυ της προηγούμενης Πέμπτης στα εγκαίνια απέναντι από το παραπάνω πορτραίτο βρισκόταν η καλλιτέχνης και παρά τη διαφορά των 78 χρόνων η λάμψη στα καστανόπρασινα μάτια παραμένει η ίδια.
Ένα από τα νεανικά της έργα είναι η «Ταβέρνα». Πρόκειται για ένα σχέδιο το οποίο αναπαριστά το περιβάλλον μίας ταβέρνας στα χρόνια της κατοχής που έζησε ένα βράδυ της κατοχής συντροφιά με τον Κορνήλιο Καστοριάδη. Το σχέδιο της μεταφέρει την ατμόσφαιρα τις παρέες και τους ανθρώπους. Στα έργα της Παρισινή περιόδου (1945-1947) είναι ευανάγνωστες οι επιρροές από τον Matisse και τον Picasso. Εκείνη τη περίοδο αρχίζει να διαφαίνεται και η τεχνοτροπική συστράτευση της με τον πρώην σύζυγο της Νίκο Εγγονόπουλο, τον οποίο γνώρισε στο Mataroa.
Δύο έργα που φιλοτέχνησε στη Γαλλία και αφορούν κτήρια παρουσιάζονται στην έκθεση. Πρόκειται για το κτήριο της Γαλλοβρετανικής Εστίας όπου διέμενε με τα χαρακτηριστικά του κόκκινα τούβλα. Στο δεύτερο αποτυπώνει τα παλιά σπίτια της Αμιένης. Σημαντικός σταθμός στην καριέρα της είναι η ένταξη της στην πρωτοποριακή για την εποχή καλλιτεχνική ομάδα “Αρμός” το 1949. Εκεί για μία ακόμα φορά βρέθηκε με τη μαγιά των καλλιτεχνών που καθόρισαν τα χαρακτηριστικά τις ελληνικής εικαστικής τέχνης. Aυτή είναι και η πιο παραγωγική της περίοδος. Το portfolio εκείνης της εποχής περιέχει αρκετά έργα όπου αποτυπώνει φίλους της όπως το σχέδιο με τη Ζωή Καλιγγά να αφήνεται στη μουσική δίπλα σε ένα γραμμόφωνο, ή εκείνο με την επιστήθια φίλη της Ναταλία (Νάτα) Μελά.
Τη δεκαετία του 1950 η Ανδρικοπούλου αναγκάστηκε για καθαρά βιοποριστικούς λόγους να απομακρυνθεί από την τέχνη και να ακολουθήσει το επάγγελμα της ξεναγού με εφόδιο τη γλωσσομάθεια της. «Στα χρόνια που ακολούθησαν, η ζωγραφική εξελίχθηκε σε δευτερεύουσα πράξη, που ασκούνταν παράλληλα με την έτερη αγάπη της, τη λογοτεχνία» σημειώνει ο Σπύρος Μοσχονάς. Όμως δεν έπαψε ποτέ να ζωγραφίζει έστω και στα ολιγόωρα κενά ανάμεσα από μια ξενάγηση στην άλλη αποτυπώνοντας τα ελληνικά νησιά όπως ήταν κάποτε. Στην έκθεση υπάρχουν πολλά έργα από εκείνη την περίοδο. Όπως θυμήθηκε ειδικά για τη Μύκονο «δεν είναι αυτό που βλέπουμε σήμερα. Ήταν διαφορετική -ένα χάρμα».
Η έκθεση είναι το δημιουργικό απόσταγμα μιας πολυτάραχης και περιπετειώδους ζωής, το οποίο εκφράζει συναισθήματα και εμπειρίες που ούτε με λόγια θα μπορούσαν να μεταφερθούν τόσο έντονα. Όπως και η ίδια μας είπε «τα έργα είναι αληθινά της εποχής τους, δεν την ωραιοποιεί απολύτως τίποτα». Η έκθεση συνοδεύεται από το κείμενο του ιστορικού τέχνης Σπύρου Μοσχονά.
Δυο λόγια για την καλλιτέχνιδα
H Νέλλη Ανδρικοπούλου γεννήθηκε το 1921 στην Κωνσταντινούπολη. Το 1936 άφησε την κοσμοπολίτικη πόλη και φόρεσε τη στολή της αρσακειάδας, όταν η οικογένειά της εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών και γλυπτική στο Παρίσι, με δάσκαλο τον Όσσιπ Ζάντκιν. Η συμμετοχή της Ανδρικοπούλου στον Αρμό και κατόπιν η σχέση της με τον Εγγονόπουλο καταδεικνύουν ακριβώς αυτήν την πρωτοποριακή της έκφραση και τη δυνατότητά της να βλέπει με ευρωπαϊκό “παρισινό” βλέμμα την ελληνική τέχνη.
Info: Αίθουσα Τέχνης Αθηνών Γλύκωνος 4, Κολωνάκι Διάρκεια: Έως την 1η Νοεμβρίου