Η άσκηση και η διατροφή στον πόλεμο εναντίον των αυτοάνοσων

Η αιτία τους άγνωστη, οι επιπτώσεις τους κατά περίπτωση σοβαρές. Πώς προκύπτουν τα αυτοάνοσα νοσήματα και πώς μπορεί η σωστή άσκηση και διατροφή να τα «τιθασεύσει».

Η άσκηση και η διατροφή στον πόλεμο εναντίον των αυτοάνοσων

Μα, είναι δυνατόν το σώμα σου να σου επιτίθεται; Ιστός να προσβάλει ιστό; Κι όμως, είναι.

Μια μη ορθολογική απόκριση του ανοσοποιητικού σε φυσιολογικούς ιστούς, τους οποίους αντιμετωπίζει ως εισβολείς και τους προσβάλει, αποτελεί την βασική εκδήλωση ενός αυτοάνοσου νοσήματος.

Στις σύγχρονες κοινωνίες, τα αυτοάνοσα έχουν πάρει μεγάλες διαστάσεις και τα νούμερα είναι εντυπωσιακά: υπολογίζεται ότι το 20% του πληθυσμού στις ανεπτυγμένες χώρες πάσχει από κάποιο αυτοάνοσο, με το 78% των ατόμων να είναι γυναίκες. Στην Ελλάδα, το ποσοστό εμφάνισης αυτοάνοσων υπολογίζεται στο 5-15% του πληθυσμού, δηλαδή ένας στους πέντε συνανθρώπους μας έχει κάποιο, ενώ η σύγχρονη επιστήμη δεν έχει καταφέρει ακόμα να ανακαλύψει τις ακριβείς αιτίες και μηχανισμούς που τα προκαλούν.

Γνωρίζουμε όμως ποιοι είναι οι επιβαρυντικοί παράγοντες για την εκδήλωσή τους, και πώς πυροδοτούνται, αλλά και πώς μπορούμε να «φρενάρουμε» την εκδήλωσή τους μέσα από την σωστή άσκηση και διατροφή, βελτιώνοντας την ποιότητα ζωής του ασθενή.

Οι επιβαρυντικοί παράγοντες

Όπως μας πληροφορεί ο κ. Αναστάσιος Φιλίππου, αναπληρωτής καθηγητής Φυσιολογίας της Άσκησης στην Ιατρική Σχολή του ΕΚΠΑ με εξειδίκευση στη Θεραπευτική Άσκηση και Πρόεδρος του Εθνικού Κέντρου Exercise is Medicine Greece, το περιβάλλον αλλά και το ψυχοσωματικό στρες είναι δύο από τους κυριότερους παράγοντες που συμβάλλουν στην εκδήλωσή τους.

«Τοξικοί και ρυπογόνοι παράγοντες από το περιβάλλον, αλλά και περίοδοι έντονου άγχους μπορούν να αυξήσουν τις πιθανότητες εκδήλωσης ή να οξύνουν τα συμπτώματα ενός αυτοάνοσου», αναφέρει χαρακτηριστικά και στέκεται ιδιαίτερα στο άγχος, το οποίο ταλανίζει τις σύγχρονες κοινωνίες.

«Το άγχος με την ευρεία έννοια είναι μια συνθήκη η οποία πυροδοτεί και εντείνει τα συμπτώματα των αυτοάνοσων, προκαλώντας έναν φαύλο κύκλο. Ο ασθενής αν έχει ένα νόσημα αγχώνεται, το στρες επιτείνει τα συμπτώματα και αυτά με τη σειρά τους επιτείνουν το άγχος. Γι’ αυτό και οι άνθρωποι που πάσχουν από αυτοάνοσα – περισσότεροι από το 50%- εκδηλώνουν διάφορες ψυχολογικές παθήσεις και πάσχουν σε μεγάλο ποσοστό από κατάθλιψη», επισημαίνει.

Πώς μπορούμε να αμβλύνουμε τα συμπτώματά τους; Σύμφωνα με το κ. Φιλίππου, δε συνδυασμό με την φαρμακευτική θεραπεία, θα πρέπει πρωτίστως να μειώσουμε τους παράγοντες που προκαλούν στρες, είτε ψυχολογικό, είτε σωματικό.

Στη συνέχεια, θα πρέπει να περιορίσουμε και άλλους επιβαρυντικούς παράγοντες για την εκδήλωσή τους, όπως η αλόγιστη έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία, ιδιαίτερα στην περίπτωση του συστηματικού ερυθηματώδη λύκου, η έκθεση σε τοξικά περιβάλλοντα ή σε ιογενείς λοιμώξεις, το κάπνισμα και το αλκοόλ.

Για τα τελευταία, αν και δεν γνωρίζουμε το πώς ακριβώς συσχετίζονται, σίγουρα επιβαρύνουν το ανοσοποιητικό σύστημα προκαλώντας απορρύθμιση, κάτι το οποίο σε καμία περίπτωση δεν είναι επιθυμητό.

Η διατροφή και η άσκηση στη μάχη κατά των εξάρσεων

Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν παράγοντες που αν τροποποιηθούν μπορούν να βοηθήσουν σε σημαντικό βαθμό τους ασθενείς. Αυτοί οι παράγοντες συνδέονται με τη διατροφή, αλλά και με την άσκηση.

Στο πρώτο κομμάτι, όπως μας πληροφορεί η κ. Χρυσή Κοτσώνη, Διαιτολόγος- Διατροφολόγος, έχουν γίνει πολλές έρευνες για το πως ένα σωστό διατροφικό πλάνο μπορεί να βοηθήσει το ανοσοποιητικό και τις φλεγμονές που δημιουργούνται στον οργανισμό.

«Μια ανοσοπροστατευτική διατροφή μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην εξέλιξη και στην αντιμετώπιση της νόσου. Σύμφωνα με τις μελέτες, η βιταμίνη D και η Ε, παίζουν σημαντικό ρόλο στην προστασία του οργανισμού ενάντια στις λοιμώξεις και στις φλεγμονές, όπως αντίστοιχα και τα λιπαρά οξέα που μπορούν να θωρακίσουν τον οργανισμό με τις ανοσορρυθμιστικές τους ιδιότητες», αναφέρει συγκεκριμένα.

Όπως λέει η ίδια, το προτεινόμενο διατροφικό πλάνο είναι πολύ κοντά σε αυτό της Μεσογειακής διατροφής και θα πρέπει να επικεντρώνεται σε τροφές όπως το ψάρι, το ελαιόλαδο, τα φρούτα, τα λαχανικά, τα όσπρια, τους ξηρούς καρπούς και τα σπόρια. «Έρευνες έχουν γίνει και για μοντέλα διατροφής όπως η χορτοφαγική ή η ελεύθερη γλουτένης και άλλες, αλλά για αυτά πρέπει να γίνονται συστάσεις ανάλογα με το αυτοάνοσο νόσημα».

«Συμπερασματικά, η διατροφή μπορεί να βοηθήσει και να βελτιώσει την ποιότητα ζωής του ανθρώπου που έχει αυτοάνοσο νόσημα. Μπορεί να ρυθμίσει τον οργανισμό θωρακίζοντάς τον από τις φλεγμονές, και να επηρεάσει σημαντικά τα συμπτώματα, όμως η διατροφή δεν μπορεί να το θεραπεύσει», καταλήγει.

Στο πεδίο της άσκησης, μια καταπονητική άσκηση με υψηλή ένταση και διάρκεια θα αποτελούσε μια καταπονητική συνθήκη, η οποία πιθανώς να επιτείνει τα συμπτώματα ειδικά σε περίοδο έξαρσης, σύμφωνα με τον κ. Φιλίππου.

«Όταν υπάρχουν εξάρσεις σε ένα αυτοάνοσο νόσημα, καλό είναι η άσκηση να είναι λελογισμένη και όχι επιβαρυντική, ώστε να μην συναθροίζεται το σωματικό στρες με την έξαρση των συμπτωμάτων. Η τακτική, ελεγχόμενη άσκηση μπορεί να προκαλέσει μια σειρά ευεργετικών επιδράσεων, με πιο βασικό τον εξορθολογισμό της φλεγμονώδους απόκρισης, της επίθεσης που κάνει ο οργανισμός σε διάφορα όργανα και ιστούς. Η κατάλληλη άσκηση παράγει διάφορες αντιφλεγμονώδεις ουσίες, που ονομάζονται μυοκίνες, οι οποίες μεταξύ άλλων μειώνουν τα επίπεδα της χρόνιας φλεγμονής, η οποία αποτελεί ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά των αυτοάνοσων», επισημαίνει.

Η σωματική άσκηση μάλιστα ενισχύει και το ανοσοποιητικό σύστημα, το οποίο αν είναι σωστά ρυθμισμένο, ρυθμίζει καλύτερα την ανοσολογική αντίδραση, η οποία μεταφράζεται σε ηπιότερα συμπτώματα φλεγμονής.

Στο ψυχολογικό μέρος, πάλι, η άσκηση λόγω της έκκρισης οπιοειδών που προκαλούν αίσθημα ευφορίας και ευεξίας αποτελεί ένα εξαιρετικό «φάρμακο» σε ανθρώπους που λόγω των αυτοάνοσων πάσχουν από κατάθλιψη. Αντίστοιχα, μέσα από ευεργετικές ορμονικές αποκρίσεις, διαρρηγνύεται ο φαύλος κύκλος του στρες και της σύνδεσης με το νόσημα που επιτείνει τις ψυχολογικές διαταραχές.

Βέβαια το κάθε αυτοάνοσο έχει τις ιδιαιτερότητές του και ωφελείται διαφορετικά από την φυσική δραστηριότητα. Σε περιπτώσεις ρευματοειδής αρθρίτιδας για παράδειγμα, η άσκηση γίνεται σε περιόδους όπου δεν υπάρχει έξαρση των συμπτωμάτων, όμως οι ασκήσεις ευλυγισίας ενδείκνυνται όταν υπάρχει δυσκαμψία. Στον Διαβήτη Τύπου Ι από την άλλη, η άσκηση, λόγω της ρύθμισης των επιπέδων της γλυκόζης, λειτουργεί ως μια μορφή ινσουλίνης και λειτουργεί ως πραγματικό φάρμακο, ενώ στην πολλαπλή σκλήρυνση ενισχύει την νευρομυϊκή λειτουργία, κάνοντας το νευρικό σύστημα να λειτουργεί σε αρμονία με το μυϊκό.

Τι είδους άσκηση χρειαζόμαστε;

«Το τρίπτυχο αερόβιας, άσκησης με αντιστάσεις και άσκησης βελτίωσης της ευλυγισίας είναι αυτό που χρειάζεται ένας ασθενής για να μπορέσει να βελτιώσει την ποιότητα ζωής του», αναφέρει σχετικά ο κ. Φιλίππου.

Ειδικότερα στην αερόβια άσκηση, ενθαρρύνονται ήπιες δραστηριότητες όπως περπάτημα, κολύμβηση και ποδηλασία ή οτιδήποτε μπορεί να εκτελέσει ο ασθενής. Κάποιος με περιορισμένη κινητικότητα μπορεί να δυσκολευτεί, για παράδειγμα, να κάνει ποδήλατο, άρα θα πρέπει υπάρχει εξατομίκευση ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της νόσου. Η αερόβια μπορεί να πραγματοποιείται τουλάχιστον τρεις φορές την εβδομάδα, σε μέτρια ένταση.

Όσον αφορά την μυϊκή ενδυνάμωση, συστήνονται ασκήσεις που ενεργοποιούν μεγάλες μυϊκές ομάδες, και οι οποίες γυμνάζουν όλο το σώμα, για δύο φορές την εβδομάδα. Βέβαια, από νόσημα σε νόσημα, κάτι τέτοιο μπορεί να αποτελεί πρόκληση, ιδιαίτερα σε δύσκαμπτες περιπτώσεις. Το αυτονόητο λοιπόν είναι πώς σε αυτές τις περιστάσεις, δεν επιβαρύνονται αλόγιστα οι αρθρώσεις και οι ερεθισμένοι ιστοί.

Η άσκηση ευλυγισίας τέλος, μπορεί να γίνεται ακόμα και κάθε μέρα, καθώς είναι μια μορφή άσκησης που δεν επιβαρύνει τις αρθρώσεις και βελτιώνει την κινητικότητα.

«Η συνεννόηση του επιστήμονα της άσκησης με τον θεράποντα γιατρό πρέπει να είναι πάντα ανοικτή, ώστε η άσκηση να βελτιστοποιείται και να εξατομικεύεται», καταλήγει ο κ. Φιλίππου.

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v