«Δεν θα πιστέψεις τι γίνεται στο θέατρο. Τι ζήλειες, τι κακίες!»
«Μ’ έπιασε το πείσμα, ίσως επειδή με είχαν πει και μένα ερασιτέχνη, όταν πρωτοβγήκα». Η υπέροχη Έλλη Λαμπέτη, με δικά της λόγια.
«Μ’ έπιασε το πείσμα, ίσως επειδή με είχαν πει και μένα ερασιτέχνη, όταν πρωτοβγήκα». Η υπέροχη Έλλη Λαμπέτη, με δικά της λόγια.
Δεν είμαι προκατειλημμένη εναντίον των εύπεπτων έργων. Απέδειξα μάλιστα εμπράκτως ότι τ’ αγαπώ. Πολλά απ’ αυτά είναι γραμμένα με κέφι και έχουν άψογη σκηνική αρχιτεκτονική και γι’ αυτό ξεχωρίζουν. Τα «έργα περιωπής» με το υψηλό πνευματικό τους ανάστημα μου παρέχουν την ευκαιρία να ενσαρκώσω σκηνικούς χαρακτήρες που εγράφησαν από τους δημιουργούς τους σε μεγάλες για το θέατρο στιγμές. Αλλά ας είμαστε ειλικρινείς. Δεν μ’ ενδιαφέρει η τέρψη της άδειας καρέκλας της πλατείας. Ουδείς απέδειξε ότι το κάθισμα έχει αίσθημα ή νόηση. Μ’ ενδιαφέρει πρωτίστως η ερμηνεία μου να απευθύνεται σε κάποιο υπαρκτό πρόσωπο, στον θεατή συγκεκριμένα, και όχι σε κενές καρέκλες.
Σου είπα για τον ανταγωνισμό στο θέατρο. Δε θα πιστέψεις τι γίνεται. Τι ζήλειες, τι κακίες! Θυμάμαι τι είχε γίνει με την Βέρα Κρούσκα, επειδή ήταν νέα κι όμορφη. Δεν ήταν καμιά σπουδαία ηθοποιός, αλλά το έβαλα πείσμα να τη βγάλω, ακριβώς γιατί είδα τέτοια αντίδραση.
Ήταν τότε που θα ανεβάζαμε τα “Σαράντα Καράτια”. Ζητούσανε ένα νέο κορίτσι για να παίξει την κόρη μου. Κι επειδή εγώ έμοιαζα νέα, έπρεπε και η κόρη μου να είναι νέα, να φαίνεται δεκαοχτάχρονη. Ήθελα ένα κορίτσι γεμάτο υγεία, καλά ταϊσμένο, να μην έχει ζήσει τον πόλεμο. Και ρωτάω: πώς την λένε εκείνη που ήταν στο τάδε φεστιβάλ; Μπορείτε να τη βρείτε; Την είχα δει παλιότερα – μια κούκλα. Τη βρήκανε, ήρθε. Πραγματικά η κατάστασή της ήταν τραγική. Ήταν χορεύτρια, δεν είχε πάει σε δραματική σχολή. Δεν είχε κανένα εφόδιο. Ούτε ανάγνωση καλά-καλά δεν ήξερε, δεν είχε ευκολία στο διάβασμα. Θέα είχε. Κι έπεσε τότε όλος ο θίασος πάνω μου, κόντεψαν να με φάνε. “Έλλη είσαι τρελή; Αυτή είναι ερασιτέχνης, δε γίνεται...”. Μ’ έπιασε το πείσμα, ίσως επειδή με είχαν πει και μένα ερασιτέχνη, όταν πρωτοβγήκα.
Ήξερα ότι κυνηγάνε τους νέους, δε θ’ άφηναν την Κρούσκα σε χλωρό κλαρί. Πέσανε κι ένα σωρό τηλεφωνήματα από γνωστούς και αγνώστους, ότι είναι έτσι, ότι είναι αλλιώς, ότι ντροπιάζει το θέατρο... Κι όσο πιο πολλά άκουγα, τόσο περισσότερο πείσμωνα. Με πειράζει πολύ, όταν καταφέρονται κατά των νέων. Αρκεί να καταλάβω ότι υπάρχει ζήλεια και γίνομαι θυσία, για να υποστηρίξω κάποιον –να μην τον αφήσω να γίνει θύμα.
[Είμαι στο θέατρο] από τον Νοέμβρη του 1943. Τριάντα οχτώ χρόνια! Κι έχω μάθει πολλά πράγματα. Κι όλο μαθαίνω καινούργια. Και θα μάθω κι άλλα. Σκαλίζω και μαθαίνω. Και παλεύω στη σκηνή. Γι’ αυτό και δεν νιώθω καμιά συγκίνηση όταν με χειροκροτούν. Μου το χρωστάνε αυτό το χειροκρότημα. Είναι σαν να κάνεις το τραπέζι σ’ ένα φίλο, να ‘χεις κάψει τα χέρια σου για να του μαγειρέψεις κι αυτός, αφού φάει και ευχαριστηθεί, να μη σου πει ούτε ένα ευχαριστώ.
Ξέρεις πόσο εύκολο πράγμα είναι να είσαι καλός ηθοποιός; Παίρνεις ένα κείμενο και το μελετάς Γνωρίζεις και τι συμβαίνει γύρω σου, στο έργο. Κάποια στιγμή απευθύνεις τον λόγο σου σε κάποιο πρόσωπο. Αυτό το πρόσωπο πρέπει να σου απαντήσει σαν να ‘χει πρωτακούσει αυτήν τη φράση που του λες, σαν να μην την ξέρει απ’ το κείμενο. Αν αντιδράσει έτσι, σαν να ‘ναι απροετοίμαστος, σαν να διαλέγει τα λόγια που θα πει, αυτόματα, εξαιτίας όλου αυτού του μηχανισμού, παίζει καλά. Είναι καλός ηθοποιός.
Όταν έλεγε η Μαρίκα Κοτοπούλη για μένα πώς είμαι μεγάλη ηθοποιός, μπορεί να φοβόμουνα πως ίσως δεν ανταποκριθώ, αλλά συγχρόνως αγωνιζόμουνα για να μην την εκθέσω.
Κάποτε πρέπει να παραδεχτούμε πώς είμαστε καλλιτέχνες και όχι επιστήμονες ή τεχνοκράτες. Καλλιτέχνες που η τέχνη γεννιέται, συχνά, μέσα τους. Σκέψου να δίνεις άδεια στον Ντοστογιέφσκι για να γράψει. Υπάρχει ένα γράμμα του Σούμπερτ λίγο προτού πεθάνει. Ξέρεις τι έλεγε; «Ευτυχώς αρχίζω να κάνω, επιτέλους, μαθήματα σύνθεσης».