Μετανάστες: Έξι ιστορίες από την "άλλη πλευρά"

Πώς βλέπουν οι άμεσα ενδιαφερόμενοι το ζήτημα της ιθαγένειας; Πώς είναι η ζωή τους στην Ελλάδα; Τι τους προβληματίζει; Μιλήσαμε με έξι ανθρώπους της διπλανής πόρτας κι ακούσαμε ιστορίες πιθανόν πολύ σημαντικότερες από οποιαδήποτε πολιτική ανάλυση.
Μετανάστες: Έξι ιστορίες από την άλλη πλευρά
της Ηρώς Κουνάδη

Με το νομοσχέδιο περί της ιθαγένειας των μεταναστών να πυροδοτεί συζητήσεις τόσο έντονες που μόνο οι αντίστοιχες για τις εισοδηματικές ρυθμίσεις μπορούν να τις συναγωνιστούν, το ενδιαφέρον μιας έρευνας για τις απόψεις των άμεσα ενδιαφερομένων έμοιαζε δεδομένο. Αν η έρευνα παρέκκλινε τελικά της πορείας της είναι γιατί όσο προχωρούσε συνειδητοποιούσαμε πως τα επιχειρήματα επάνω στα οποία στηρίζονταν οι απόψεις αυτές ήταν οι ιστορίες των ανθρώπων που τις ανέπτυσσαν.

Ιστορίες προσωπικές, συγκινητικές ή απλές, καθημερινές, ιστορίες που μας ενέπνευσαν, που μας έκαναν να χαμογελάσουμε σε ορισμένες περιπτώσεις, ή να βουρκώσουμε σε άλλες. Ιστορίες που μας υπενθύμισαν αυτό που δε θα έπρεπε αλλά συνεχώς ξεχνάμε: ότι το θέμα που συζητάμε αφορά, πολύ περισσότερο από πολιτικές παρατάξεις, ιδεολογίες και οικονομικές συνέπειες, τις ζωές ανθρώπων που ζουν δίπλα μας, ανθρώπων που θα μπορούσαμε να είμαστε εμείς.

Μια μητέρα που έχει τέσσερα χρόνια να δει το παιδί της, ένας Παλαιστίνιος αντάρτης που του αρνούνται να επισκεφθεί τους γονείς του, που φοβάται ότι θα πεθάνουν και δε θα προλάβει να τους δει, αλλά παρ’ όλα αυτά, αν έπρεπε να ξαναδιαλέξει, «πάλι με τους Έλληνες θα επέλεγε να μείνει», ένας σαραντάχρονος Μαροκινός που ήρθε εδώ στα 25 του και κοιτώντας πίσω αποφαίνεται πως «ό,τι έκανε καλό στη ζωή του το έκανε στην Ελλάδα», έχουν πολλά περισσότερα να πουν από οποιονδήποτε ρήτορα, πολιτικό ή ιστορικό αναλυτή. Κι ας τα λένε σε σπαστά ελληνικά.

Όταν ολοκληρώθηκε αυτό το ρεπορτάζ δεν ήθελα πια να γράψω για το ζήτημα της ιθαγένειας. Ήθελα να διηγηθώ ιστορίες για ήρωες, που ξεκίνησαν με τα πόδια από μια άλλη ήπειρο για να βρουν μια γη της επαγγελίας, που έφτασαν μέχρι εδώ και δεν τη βρήκαν, αλλά συνέχισαν να ελπίζουν, να αγωνίζονται, να προσπαθούν, να χαμογελούν –και να έχουν μόνο τα καλύτερα να πουν για τους Έλληνες. Μετά σκέφτηκα ότι ακόμη κι αυτό θα ήταν άδικο. Πρέπει να τους αφήσουμε να μιλήσουν μόνοι τους.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v