Όσα πρέπει να ξέρετε για τις γλυκαντικές ουσίες. Οι πιο δημοφιλείς, οι πιο… φυσικές και τι θα πρέπει να προσέξουμε.
Παλαιότερο των 360 ημερών
Αντικαθιστούν τη ζάχαρη στη διατροφή μας, μας «γλιτώνουν» θερμίδες, όμως κατά καιρούς έχουν κατηγορηθεί για επιπλοκές. Τι ισχύει βάση ερευνών για τα γλυκαντικά και τι θα πρέπει να προσέξουμε;
Ποια είναι τα κυριότερα γλυκαντικά;
Η λίστα με τα πιο δημοφιλή γλυκαντικά, μαζί με τις «κωδικές» ονομασίες τους, περιλαμβάνει τα εξής: Ε420 Σορβιτόλη, Ε421 Μαννιτόλη, Ε950 Ακετοσουλφαμικό κάλιο, Ε951 Ασπαρτάμη, Ε952 Κυκλαμικό οξύ και άλατα με νάτριο και ασβέστιο, E954 Ζαχαρίνη, άλατα με νάτριο, κάλιο και ασβέστιο, Ε957 Θαυματίνη, E965 Μαλτιτόλη, Ε966 Λακτιτόλη, Ε967 Ξυλιτόλη.
Και πόσο με… γλυκαίνουν;
Ενδεικτικά, το Ακεσουλφαμικό κάλιο είναι 200 φορές πιο γλυκό από τη ζάχαρη, η ασπαρτάμη 180-200 φορές, η ζαχαρίνη 300-400, η σουκραλόζη 600-800, η αλιτάμη 2000 φορές, τα κυκλαμικά 30 φορές, η στεβιοσίδη 300 φορές και η θαυματίνη 1600-2000 φορές πιο γλυκιά.
Είναι επικίνδυνα;
Όχι, αρκεί να καταναλώνονται με μέτρο. Ας πάρουμε, όμως, το κάθε γλυκαντικό ξεχωριστά:
* Οι Κυκλαμικές ενώσεις επιτρέπονται και είναι ασφαλείς σε τρόφιμα χαμηλών θερμίδων σε 41 χώρες. Ο Αμερικανικός Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) όμως, επέλεξε να μην εγκρίνει την χρήση τους σε τρόφιμα, παρ’ όλο που εκτεταμένα δεδομένα υποστηρίζουν το συμπέρασμα ότι ούτε τα κυκλαμικά, ούτε η κυκλοεξυλαμίνη είναι καρκινογόνες ουσίες.
* Η Ζαχαρίνη είχε απαγορευτεί από τον FDA το 1977, όμως η απαγόρευση άρθηκε και σήμερα θεωρείται ασφαλής. Παρ’ όλα αυτά στη συσκευασία των τροφίμων που περιέχουν ζαχαρίνη απαιτείται να αναγράφεται μια προειδοποιητική δήλωση για την υγεία. Η χρήση της έχει εγκριθεί σε περισσότερες από 90 χώρες σε όλο τον κόσμο.
* Η Ασπαρτάμη είναι εγκεκριμένη σε περισσότερες από 75 χώρες και χρησιμοποιείται σε περισσότερα από 1700 προϊόντα. Πρόκειται για μια συνθετική ουσία η οποία χρησιμοποιείται σε αναψυκτικά, επιδόρπια, γλυκά, τσίχλες, γιαούρτια, προϊόντα μειωμένων θερμίδων και προϊόντα ελέγχου βάρους αλλά και ως επιτραπέζιο γλυκαντικό. Η χρήση της έχει εγκριθεί τα τελευταία είκοσι χρόνια σε πολλές χώρες σε όλο τον κόσμο ακολουθώντας ενδελεχή αξιολόγηση της ασφάλειάς της.
Η ασπαρτάμη έχει εγκριθεί για χρήση και περιλαμβάνεται στη θετική λίστα των εγκεκριμένων πρόσθετων της Ε.Ε. Το μέγιστο επίπεδο στο οποίο τα πρόσθετα, όπως η ασπαρτάμη, μπορούν να χρησιμοποιηθούν καθορίζεται σε τέτοιες τιμές που να εξασφαλίζουν ότι ένα άτομο που καταναλώνει μια τυπική δίαιτα, δεν θα υπερβεί την Αποδεκτή Ημερήσια Πρόσληψη (ADI) που καθορίζεται για το εν λόγω πρόσθετο.
* Η Στέβια εξάγεται από τα φύλλα της στεβιοσίδης και χρησιμοποιείται σε περισσότερες από 20 χώρες ως υποκατάστατο της ζάχαρης, ως συμπλήρωμα διατροφής και δίαιτας. Θεωρείται ασφαλής, και κατάλληλη για χρήση σε τρόφιμα. Η διαφορά της από την κοινή ζάχαρη έγκειται στο ότι δεν περιέχει υδατάνθρακες και δεν επηρεάζει τη γλυκόζη στο αίμα, επομένως μπορεί να καταναλωθεί και από διαβητικούς.
Επίσης, περιέχει μηδενικές θερμίδες και μπορεί να συμβάλλει στη μείωση ή τη διατήρηση φυσιολογικού βάρους, μια πολύ σημαντική παράμετρο για τον έλεγχο του διαβήτη και των επιπλοκών του.
Επίσης, η στέβια είναι σταθερή σε θερμοκρασία έως και 200°, ιδιότητα που επιτρέπει τη χρήση της στη μαγειρική και ζαχαροπλαστική, σε αντίθεση με τη συνθετική ασπαρτάμη.
Τι θα πρέπει να προσέξω στην κατανάλωσή τους;
«Οι πιθανοί ενδοιασμοί για τις γλυκαντικές ουσίες έγκεινται σε δεδομένα πρόσφατων μελετών που υποδεικνύουν ότι αντί να συμβάλλουν στην αντιμετώπιση του διαβήτη τύπου 2 και στην απώλεια βάρους μπορούν να οδηγήσουν σε αντίθετα αποτελέσματα», αναφέρει σχετικά ο κ. Βασίλης Παπαμίκος, Κλινικός Διατροφολόγος και προσθέτει:
«Οι διαταραχές του μεταβολισμού της γλυκόζης που έχουν παρατηρηθεί από την συστηματική κατανάλωση των τεχνητών γλυκαντικών ουσιών οφείλονται πιθανότατα στο γεγονός ότι επηρεάζουν τη μικροβιακή χλωρίδα του εντέρου. Οι αλλαγές στη χλωρίδα του εντέρου προκαλούσαν την παραγωγή ουσιών που ευθύνονται για την παχυσαρκία και το διαβήτη».
Ενώ λοιπόν ο περιορισμός της κατανάλωσης των προστιθέμενων σακχάρων στα τρόφιμα είναι επιθυμητός για μια σωστότερη διατροφή και την επίτευξη φυσιολογικού σωματικού βάρους, στην παρούσα φάση δεν υπάρχουν επαρκή επιστημονικά δεδομένα που να τεκμηριώνουν το αν η χρήση των γλυκαντικών ουσιών χαμηλών θερμίδων μειώνει τελικά τα προστιθέμενα σάκχαρα ή δρα ευεργετικά στο ισοζύγιο ενέργειας, στο σωματικό βάρος ή στους καρδιομεταβολικούς παράγοντες κινδύνου.
«Συμπερασματικά λοιπόν, θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος πως εν αναμονή νέων επιστημονικών μελετών και δεδομένων που θα συμπληρώνουν το μεταβολικό παζλ, η δέουσα καταναλωτική στρατηγική σε σχέση με τις νέες γλυκαντικές ουσίες μπορεί να συνοψιστεί στην πανάρχαια λαϊκή ρήση: μηδέν άγαν», καταλήγει ο ίδιος.