Ο λόφος των λόφων, η απόλυτη αθηναϊκή κορυφή, κρύβει μυστικά που ίσως μέχρι τώρα αγνοούσες. Ιδού επτά από τα πιο ενδιαφέροντα.
Παλαιότερο των 360 ημερών
της Ηρώς Κουνάδη
Λυκαβηττός δεν είναι μόνο τα πεζούλια έξω από το θέατρο όπου αράζεις και χαζεύεις τα φώτα της πόλης παρέα με τη μισή Αθήνα. Ο απόλυτος αθηναϊκός λόφος είναι γεμάτος πευκοσκέπαστα μονοπάτια (ό,τι πρέπει για τις μη συνωστισμένες βόλτες σου, μέρες που είναι) και ενδιαφέρουσες ιστορίες που ενδεχομένως να μην είχες ακουστά. Να, όπως αυτές.
Μέχρι το 1832, το επίσημο όνομά του ήταν Αγχεσμός. Για την ετυμολογία του «Λυκαβηττός» που υιοθετήθηκε αργότερα, έχουν προταθεί διάφορες εκδοχές. Αυτή που θα μάντευες ευκολότερα το συνδέει με λύκους που ίσως τριγύριζαν κάποτε στις πλαγιές του. Μία άλλη λέει ότι σημαίνει «λόφος του λυκαυγούς», επειδή από εκεί φαίνεται ο ήλιος να ανατέλλει. Και υπάρχει και μια τρίτη, σύμφωνα με την οποία το όνομα είναι προελληνικό, και σημαίνει μαστοειδές ύψωμα.
Στη μυθολογία, ο Λυκαβηττός δημιουργήθηκε από έναν βράχο που κουβαλούσε η Αθηνά από την Πεντέλη. Τι τον ήθελε η θεά τον βράχο; Τον πήγαινε λέει στην Ακρόπολη, να ψηλώσει λιγάκι τον ναό της. Στο δρόμο, όμως, άκουσε κάτι τρομερά νέα, ότι οι κόρες του Κέκρωπα άνοιξαν ένα καλάθι που τους είχε εμπιστευτεί να το φυλάνε, κι από εκεί μέσα ξεπήδησε ο Εριχθόνιος, μισός άνθρωπος μισός φίδι, που θα γινόταν αργότερα βασιλιάς της Αθήνας. Ταράχτηκε η θεά στο άκουσμα των νέων, της έπεσε ο βράχος από τα χέρια, να τος ο Λυκαβηττός.
Τα πευκοδάση που καλύπτουν σήμερα τον λόφο δεν ήταν πάντα εκεί. Ο Λυκαβηττός δεντροφυτεύτηκε για πρώτη φορά το 1880 (μέχρι τότε ήταν εντελώς γυμνός, με πολλά λατομεία στις πλαγιές του). Τα πρώτα εκείνα δεντράκια έγιναν ωραιότατη τροφή για τα κατσίκια που σεργιάνιζαν στις πλαγιές –δίνοντας και το τοπωνύμιο Κατσικάδικα στο τρε σικ σήμερα Κολωνάκι και την πλατεία της Δεξαμενής. Οι προσπάθειες αναδάσωσης συνεχίστηκαν με ζήλο μέχρι το 1915, οπότε τα κατσίκια λιγόστεψαν και τα δέντρα σώθηκαν.
Το 1835, εκατό φαναράκια που σχημάτιζαν ένα μεγάλο Όμικρον τοποθετήθηκαν και άναψαν στην πλαγιά του Λυκαβηττού, προς τιμής του βασιλιά Όθωνα. Αυτή ήταν και η πρώτη φωταγώγηση του λόφου. Η δεύτερη έγινε στις 25 Μαρτίου του 1838, με κλαδιά που καίγονταν σχηματίζοντας έναν φλεγόμενο σταυρό –όχι μην πάει ο νους σου στο κακό, δεν υπήρχε αυτό που σκέφτεσαι τότε.
Ο αρχιτέκτονας της καρδιάς μας και της Αθήνας του 19ου αιώνα, ο Ερνστ Τσίλλερ, είχε μεγάλα σχέδια για τον Λυκαβηττό. Κάπου προς τα τέλη του 19ου αιώνα κατέθεσε στον Χαρίλαο Τρικούπη ένα μεγαλειώδες σχέδιο για το «Αέρειον Θεραπευτήριον» που θα μετέτρεπε τον λόφο σε κέντρο αναψυχής, και θα περιλάμβανε πράγματα όπως ξενοδοχείο, καφενεία, αναγνωστήριο, τεχνητούς καταρράκτες, κρήνες, σιντριβάνια και παιδικές χαρές. Λεφτά, όμως, δεν υπήρχαν, και το μεγαλεπήβολο σχέδιό του δεν υλοποιήθηκε ποτέ.
Βρισκόμαστε στις αρχές της δεκαετίας του 1930, κι έχουμε δήμαρχο τον Σπύρο Μερκούρη, ο οποίος είναι έξαλλος με το πόσο πολύ ρεύμα ξοδεύει ροκανίζοντας τα ταμεία του δήμου ο Φάρος της Ειρήνης, που φωτίζει την πόλη από ψηλά, δίπλα στα πυροβολεία του Λυκαβηττού. Οι μέρες του καημένου (του φάρου, όχι του δημάρχου) είναι, όμως, μετρημένες. Θα τον καταστρέψουν οι γερμανικές δυνάμεις κατοχής το 1941. Βελτίωση στα οικονομικά του δήμου ιδιαίτερη, βέβαια, δεν είδαμε.
Το Καταφύγιο του Λυκαβηττού, που πιθανότατα έχεις ακουστά, δεν είναι αστικός θρύλος. Κατασκευάστηκε στα τέλη της δεκαετίας του ‘30, σε βάθος 100 μέτρων, για τη φύλαξη των αρχείων του κράτους και την προστασία υψηλών προσώπων σε περίπτωση κινδύνου. Ενδιαφέρουσες φωτογραφίες από το εσωτερικό του έχει η Αστική Σπηλαιολογία, εδώ.