Ο Θανάσης, 48 ετών, πέρασε 28 μέρες στο Περού. «Σχεδόν κατά κανόνα συνδυάζω τα ταξίδια με την αναζήτηση μιας ιδιαίτερης κουλτούρας, κάτι καινούργιου που όχι μόνο θα δώσει τροφή στην αχόρταγη φαντασία, αλλά θα την ερεθίσει περισσότερο. Το Περού πληροί αυτά τα στοιχεία» λέει σχετικά με την επιλογή του προορισμού. «Τα πανάρχαια πλωτά χωριά στην Τιτικάκα, οι αναρίθμητες μπαρόκ και ροκοκό εκκλησίες, οι λιτανείες στο Ayacucho, τα υπαίθρια παζάρια όπως αυτό στην κεντρική πλατεία του Pisac, η ταραγμένη ιστορία του Cusco που αποτυπώνεται σε μνημεία αιώνων ή το Puerto Belen (η Βενετία της ζούγκλας)… Ικανοποιεί την περιέργεια για το "περίεργο", όπως π.χ. τα εναλλακτικά φάρμακα από τοπικά βότανα, θεραπευτές, κ.λπ, και όλα αυτά όχι σαν φολκλόρ αλλά ως μια ζωντανή πραγματικότητα για τους ντόπιους. Διαθέτει μια πολύ ιδιαίτερη φύση, όπως λ.χ. το Colca, από τα βαθύτερα φαράγγια του κόσμο» συνεχίζει.
Κάθε αρχή και δύσκολη (;)
«Η διαδικασία πριν το ταξίδι ήταν πανεύκολη» λέει ο Θανάσης. «Δεν απαιτούνται ούτε βίζα ούτε εμβόλια ούτε καμία άλλη γραφειοκρατική ταλαιπωρία σαν αυτές που υφίσταται ο ταξιδιώτης στις περισσότερες χώρες της Αφρικής και σε κάμποσες της Ασίας».
«Η Νότια Αμερική είναι ακριβός προορισμός όσον αφορά τα εισιτήρια, καθώς αυτά κοστίζουν το διπλάσιο απ΄ όσο λόγου χάριν τα εισιτήρια για Νότια ή για Κεντρική Ασία. Φαγητό, εισιτήρια πήγαινε - έλα, εσωτερικές μετακινήσεις και ύπνος μου στοίχισαν περίπου 3.000 ευρώ. Και επειδή είμαι από αυτούς που στα ταξίδια υπολογίζω πάντοτε και τις αγορές (παρότι δεν είμαι ο ορισμός του καταναλωτικού τέρατος, θεωρώ αδιανόητο να πας σε μια τέτοια χώρα και να μην συνυπολογίσεις στη συνολική δαπάνη κάποια πολύ χαρακτηριστικά προϊόντα) θα ανέβαζα το ποσό στα 3.500 ευρώ» αναφέρει σχετικά με το κόστος του ταξιδιού.
Η ομορφιά στο βλέμμα του παρατηρητή
«Οι τοπικές γιορτές μου άρεσαν περισσότερο απ’ όλα. Παράτες, χοροί, κοστούμια, ποτά, αναπαραστάσεις των κονκισταδόρων, μάσκες, έντονα χρώματα και ένα μοναδικό μείγμα χριστιανικών και παγανιστικών δρώμενων και συμβολισμών. Βρέθηκα σε μια τριήμερη γιορτή στο Κούσκο που θα μου μείνει αξέχαστη» λέει ο Θανάσης. «Οι Περουβιανοί εν γένει είναι λιτοί άνθρωποι, σκληρά εργαζόμενοι που ζητούν μια οποιαδήποτε ευκαιρία για γλέντι και τραγούδι».
«Όταν γύρισα, περισσότερο απ’ όλα μιλούσα για το Μάτσου Πίτσου. Μπορεί να μην έχει επιβλητικές πυραμίδες, εντυπωσιακούς ναούς, να μην έχει πολυτέλεια, αλλά η τοποθεσία, τα καταπράσινα βουνά ολόγυρα, τα σχήματά του ακόμη, σε μαγεύουν. Είναι ένα μέρος που το πρώτο επίθετο που μου έρχεται για να το περιγράψω είναι το "απόκοσμο"».
Η σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού
«Οι απίστευτες για τα δικά μας δεδομένα ανισότητες μου προξενούν δυσάρεστα συναισθήματα όχι μόνο στο Περού, αλλά και στο μεγαλύτερο μέρος της Λατινικής Αμερικής. Δίπλα π.χ. στις παράγκες της Λίμα να βλέπεις τις επαύλεις του Σαν Ισίντορο και του Μιραφλόρες» λέει.
Μια πρώτη (και μια δεύτερη) γεύση
«Ευχάριστες ή δυσάρεστες στον ουρανίσκο (αυτό είναι υποκειμενικό) έχει πολλές γεύσεις που δεν τις βρίσκεις αλλού. Όπως για παράδειγμα, το Pisco (το εθνικό ποτό του Περού, φτιαγμένο από ένα είδος σταφυλιού που υπάρχει μόνο στην περιοχή), η μπύρα όπως πάνω κάτω την έφτιαχναν οι Ίνκα (π.χ. από καλαμπόκι). Οι πατάτες a la Huancaina (βραστές, με τσίλλυ, κατσικίσιο τυρί, σκόρδο, τριμμένο παξιμάδι και αυγό)» είναι μερικές από τις γεύσεις που θα του μείνουν αξέχαστες.
Στοπ καρέ: Στιγμιότυπα από ένα ταξίδι ζωής
«Φεστιβάλ της Παναγίας (Virgen de la Candelaria) που συμπίπτει με την έναρξη του καρναβαλιού, Φεβρουάριο μήνα, στο Πούνο» διηγείται ο Θανάσης. «Με ξύπνησαν από τα χαράματα κάτι τύμπανα που συναγωνίζονταν σε ένταση χαρούμενες ανδρικές, γυναικείες και παιδικές φωνές. Έριξα βιαστικά λίγο νερό πάνω μου, ντύθηκα πρόχειρα και βγήκα ανυπόμονα να χαζέψω το θέαμα και να τραβήξω φωτογραφίες. Χωρίς να το καταλάβω, μερικές γυναίκες με ασπροκόκκινα κοστούμια με είχαν "απαγάγει" και βρέθηκα να χορεύω έναν χορό που χωρίς να ξέρω τα βήματά του, μου φάνηκε περίεργα οικείος. Μέχρι το μεσημέρι, είχα καταναλώσει ούτε εγώ ξέρω πόση μπύρα και το κέφι μου ήταν ανεβασμένο».
Τελικά…
«Θα προέτρεπα κάποιον να κάνει το συγκεκριμένο ταξίδι για τις εναλλαγές του τοπίου: ωκεανός, ζούγκλα, βουνά, φαράγγια, ποτάμια».
«Ασφαλώς πιστεύω πως υπάρχουν μέρη που μπορούν να μας αλλάξουν. Και γενικότερα πιστεύω πως πηγαίνοντας κάπου έξω από τα οικεία "δυτικά" μέρη, όχι σαν τουρίστες αλλά σαν ταξιδιώτες, αποκτούμε και γνώσεις και κατανόηση. Γινόμαστε και καλύτεροι και σοφότεροι» καταλήγει ο Θανάσης.
Κάθε αρχή και δύσκολη (;)
«Η διαδικασία πριν το ταξίδι ήταν πανεύκολη» λέει ο Θανάσης. «Δεν απαιτούνται ούτε βίζα ούτε εμβόλια ούτε καμία άλλη γραφειοκρατική ταλαιπωρία σαν αυτές που υφίσταται ο ταξιδιώτης στις περισσότερες χώρες της Αφρικής και σε κάμποσες της Ασίας».
«Η Νότια Αμερική είναι ακριβός προορισμός όσον αφορά τα εισιτήρια, καθώς αυτά κοστίζουν το διπλάσιο απ΄ όσο λόγου χάριν τα εισιτήρια για Νότια ή για Κεντρική Ασία. Φαγητό, εισιτήρια πήγαινε - έλα, εσωτερικές μετακινήσεις και ύπνος μου στοίχισαν περίπου 3.000 ευρώ. Και επειδή είμαι από αυτούς που στα ταξίδια υπολογίζω πάντοτε και τις αγορές (παρότι δεν είμαι ο ορισμός του καταναλωτικού τέρατος, θεωρώ αδιανόητο να πας σε μια τέτοια χώρα και να μην συνυπολογίσεις στη συνολική δαπάνη κάποια πολύ χαρακτηριστικά προϊόντα) θα ανέβαζα το ποσό στα 3.500 ευρώ» αναφέρει σχετικά με το κόστος του ταξιδιού.
Η ομορφιά στο βλέμμα του παρατηρητή
«Οι τοπικές γιορτές μου άρεσαν περισσότερο απ’ όλα. Παράτες, χοροί, κοστούμια, ποτά, αναπαραστάσεις των κονκισταδόρων, μάσκες, έντονα χρώματα και ένα μοναδικό μείγμα χριστιανικών και παγανιστικών δρώμενων και συμβολισμών. Βρέθηκα σε μια τριήμερη γιορτή στο Κούσκο που θα μου μείνει αξέχαστη» λέει ο Θανάσης. «Οι Περουβιανοί εν γένει είναι λιτοί άνθρωποι, σκληρά εργαζόμενοι που ζητούν μια οποιαδήποτε ευκαιρία για γλέντι και τραγούδι».
«Όταν γύρισα, περισσότερο απ’ όλα μιλούσα για το Μάτσου Πίτσου. Μπορεί να μην έχει επιβλητικές πυραμίδες, εντυπωσιακούς ναούς, να μην έχει πολυτέλεια, αλλά η τοποθεσία, τα καταπράσινα βουνά ολόγυρα, τα σχήματά του ακόμη, σε μαγεύουν. Είναι ένα μέρος που το πρώτο επίθετο που μου έρχεται για να το περιγράψω είναι το "απόκοσμο"».
Η σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού
«Οι απίστευτες για τα δικά μας δεδομένα ανισότητες μου προξενούν δυσάρεστα συναισθήματα όχι μόνο στο Περού, αλλά και στο μεγαλύτερο μέρος της Λατινικής Αμερικής. Δίπλα π.χ. στις παράγκες της Λίμα να βλέπεις τις επαύλεις του Σαν Ισίντορο και του Μιραφλόρες» λέει.
Μια πρώτη (και μια δεύτερη) γεύση
«Ευχάριστες ή δυσάρεστες στον ουρανίσκο (αυτό είναι υποκειμενικό) έχει πολλές γεύσεις που δεν τις βρίσκεις αλλού. Όπως για παράδειγμα, το Pisco (το εθνικό ποτό του Περού, φτιαγμένο από ένα είδος σταφυλιού που υπάρχει μόνο στην περιοχή), η μπύρα όπως πάνω κάτω την έφτιαχναν οι Ίνκα (π.χ. από καλαμπόκι). Οι πατάτες a la Huancaina (βραστές, με τσίλλυ, κατσικίσιο τυρί, σκόρδο, τριμμένο παξιμάδι και αυγό)» είναι μερικές από τις γεύσεις που θα του μείνουν αξέχαστες.
Στοπ καρέ: Στιγμιότυπα από ένα ταξίδι ζωής
«Φεστιβάλ της Παναγίας (Virgen de la Candelaria) που συμπίπτει με την έναρξη του καρναβαλιού, Φεβρουάριο μήνα, στο Πούνο» διηγείται ο Θανάσης. «Με ξύπνησαν από τα χαράματα κάτι τύμπανα που συναγωνίζονταν σε ένταση χαρούμενες ανδρικές, γυναικείες και παιδικές φωνές. Έριξα βιαστικά λίγο νερό πάνω μου, ντύθηκα πρόχειρα και βγήκα ανυπόμονα να χαζέψω το θέαμα και να τραβήξω φωτογραφίες. Χωρίς να το καταλάβω, μερικές γυναίκες με ασπροκόκκινα κοστούμια με είχαν "απαγάγει" και βρέθηκα να χορεύω έναν χορό που χωρίς να ξέρω τα βήματά του, μου φάνηκε περίεργα οικείος. Μέχρι το μεσημέρι, είχα καταναλώσει ούτε εγώ ξέρω πόση μπύρα και το κέφι μου ήταν ανεβασμένο».
Τελικά…
«Θα προέτρεπα κάποιον να κάνει το συγκεκριμένο ταξίδι για τις εναλλαγές του τοπίου: ωκεανός, ζούγκλα, βουνά, φαράγγια, ποτάμια».
«Ασφαλώς πιστεύω πως υπάρχουν μέρη που μπορούν να μας αλλάξουν. Και γενικότερα πιστεύω πως πηγαίνοντας κάπου έξω από τα οικεία "δυτικά" μέρη, όχι σαν τουρίστες αλλά σαν ταξιδιώτες, αποκτούμε και γνώσεις και κατανόηση. Γινόμαστε και καλύτεροι και σοφότεροι» καταλήγει ο Θανάσης.