10 πράγματα που θα καταλάβουν όσοι δεν μαγειρεύουν
«Κάντε το να πάρει μία βράση». «Τι είμαι, αλχημιστής;». Και άλλες καθημερινές σκέψεις των ανθρώπων που δεν θέλουν/ δεν ξέρουν/ δεν μπορούν να μαγειρέψουν.
Παλαιότερο των 360 ημερών
της Ηρώς Κουνάδη
Η μαγειρική είναι ταλέντο. Γεγονός αναντίρρητο, και όποιος προσπαθήσει να σας πείσει για το αντίθετο, με γαλιφιές και ανοησίες του τύπου «με λίγη εξάσκηση θα μάθεις» και «καμιά μας δεν ήξερε στην αρχή», είναι είτε παράφρων είτε επικίνδυνος –καλό είναι να αραιώνετε τη συναναστροφή, σε κάθε περίπτωση.
Μπορεί να μην ξέρεις να μαγειρεύεις, μπορεί να μην θέλεις να μαγειρεύεις, μπορεί να θέλεις και να έχεις προσπαθήσει, αλλά να έχεις αποτύχει σε σημείο που ξεπερνά τα όρια της αυτολύπησης κι αγγίζει εκείνα της τροφικής δηλητηρίασης. Σε κάθε περίπτωση: δεν πειράζει. Δεν είμαστε όλοι φτιαγμένοι για τα ίδια πράγματα. Εμείς τουλάχιστον, σε καταλαβαίνουμε. Για να το αποδείξουμε, συγκεντρώσαμε δέκα σκέψεις φόβου και παράνοιας όχι στο Λας Βέγκας, αλλά στην κουζίνα, με τις οποίες είμαστε σίγουροι πως θα ταυτιστείς.
Ανοίγεις βιβλίο ή site με συνταγές: Τσιγαρίζω, σοτάρω, σβήνω (κι εγώ σβήνω, μ’ αυτά που διαβάζω), γκρατινάρω, πανάρω, μαρινάρω. Ανοίγεις Μπαμπινιώτη. Δε βοηθάει. Ανοίγεις φυλλάδιο delivery.
Το ωμό κοτόπουλο πρέπει να είναι το πιο αηδιαστικό, γλιτσερό, τρομακτικό πράγμα που έχει αγγίξει ποτέ ανθρώπινο χέρι.
Θα μπορούσες να πάρεις όρκο πως έχεις ακολουθήσει κατά γράμμα τουλάχιστον τρεις συνταγές στη ζωή σου, η εκτέλεση των οποίων κατέληξε σε μνημειώδη αποτυχία. Είσαι πλέον πεπεισμένος πως οι συνταγές κάτι μας κρύβουν –ή είναι γραμμένες με τέτοιο τρόπο που να τις καταλαβαίνει και να τις εκτελεί σωστά μόνο μια ειδική σέχτα μυημένων.
Γιατί υπάρχουν τόσο πολλές συνταγές που θεωρούν αυθαιρέτως ότι όλοι έχουμε ένα blender ή –ακόμα πιο σουσουδίστικα– ένα “multi” σπίτι μας;
«Μαγειρέψτε με ό,τι έχετε σπίτι». Ναι, βέβαια, πολύ πιασάρικη η διαφήμιση του app / του site/ της σοφίας που σκοπεύετε να μοιραστείτε μαζί μας, κυρία Νίτσα μας. Μισό λεπτό να κοιτάξω. Λοιπόν, ναι, έχω corn flakes, σοκολάτες, ρούμι, δύο πορτοκάλια που ξέχασα στο ψυγείο και χάλασαν, κι ένα βαζάκι ρίγανη που έστειλε η μαμά πρόπερσι από το χωριό. Κάνω τίποτα;
Έχεις καταφέρει να αποτύχεις παταγωδώς ακόμα και με τα απλούστερα φαγητά του κόσμου. Με τον πουρέ σε σκόνη, ας πούμε, παρατηρείται κάθε φορά το εξής μυστήριο: Παρ’ όλο που βράζεις πάντα ακριβώς την ποσότητα νερού που λένε οι οδηγίες, το αποτέλεσμα έχει κάποιες φορές την υφή της σούπας και άλλες εκείνη του τούβλου.
Παραδόξως, οι φίλοι σου και οι άνθρωποι που σ’ αγαπάνε πολύ, καταφέρνουν κάθε φορά να φάνε τις αηδίες που τους σερβίρεις. Ίσως για να μην σε αποθαρρύνουν, ίσως γιατί πιστεύουν ότι με την εξάσκηση, πού θα πάει, κάποια στιγμή θα βελτιωθείς, ίσως απλά επειδή σ’ αγαπάνε πολύ. Και δεν πειράζει που δεν ξέρεις να μαγειρεύεις, αφού είσαι αξιαγάπητος/η.
Μερικές φορές εύχεσαι να έμενες ακόμα με τους γονείς σου, μόνο και μόνο για να μην χρειάζεται να ξοδεύεις τόσα λεφτά τον μήνα για φαγητό.
Από την άλλη, το να γυρίζεις πτώμα βράδυ από δουλειά και να έχεις να διαλέξεις ανάμεσα σε καρμπονάρα ή σούπερ burger, δεν συγκρίνεται με την ψαρόσουπα που είχε, σύμφωνα με τον νόμο του Μέρφι, η μαμά κάθε φορά που γυρνούσες από δύσκολη μέρα στο σχολείο.
Και για να γυρίσουμε ξανά στις συνταγές (οι συνταγές γενικά είναι ο εχθρός) τι άνθρωποι είναι αυτοί που ξεκινούν μια συνταγή με την ελλιπέστατη οδηγία «βράζετε τα μακαρόνια»; Τι βράζω τα μακαρόνια; Τι είμαι, αλχημιστής; Υπάρχει κάποιο τσιπάκι γνώσης για το πώς βράζουν τα μακαρόνια, που ξέχασα να το πάρω βγαίνοντας από το Μάτριξ; Μου έλαχε ελαττωματικό γονίδιο, και μου στερεί το πανανθρώπινο ένστικτο βρασίματος μακαρονιών, που όλοι οι άλλοι έχετε εκ γενετής; Γιατί θα καθόμουν να διαβάζω συνταγές, αντί να δημιουργώ μικρά θαύματα από εμπνεύσεις της στιγμής, αν ήξερα πώς βράζουν τα μακαρόνια;