Επάγγελμα «ντετέκτιβ»: Πίστευε και ερεύνα

Προσωπικές υποθέσεις, background check, κοριοί, χαμένες αγάπες, κακές παρέες. Επαγγελματίες της ιδιωτικής έρευνας μιλούν στο In2life για παρακολουθήσεις, κινδύνους και πολύπλοκα gadget.
Επάγγελμα «ντετέκτιβ»: Πίστευε και ερεύνα
του Νικόλα Γεωργιακώδη

Μπορεί στο μυαλό του περισσότερου κόσμου το επάγγελμα του ιδιωτικού ερευνητή (η χρήση του όρου «ντετέκτιβ» θεωρείται παράνομη ) στην Ελλάδα να συνδέεται με την παρακολούθηση εξωσυζυγικών σχέσεων, όμως δεν είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα. Οι ιδιωτικοί ερευνητές μπορεί να ασχολούνται και με αυτόν τον τομέα, όμως όχι εξ’ ολοκλήρου. Παροχή αποδείξεων για το κατά πόσο ένας γονιός είναι κατάλληλος ή όχι για την επιμέλεια, παρακολούθηση ανηλίκων για «κακές παρέες», reputation και background check για εταιρείες του εξωτερικού, εύρεση στοιχείων για «χαμένες αγάπες» και αντιπαρακολούθηση επιχειρήσεων συμπεριλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, στην καθημερινή ρουτίνα τους.

Το πάθος για έρευνα

«Πάντα αυτό που ήθελα να κάνω είναι κάτι που θα έχει σχέση με την ανθρώπινη φύση, την έρευνα και με την εξέλιξη του να βοηθήσεις κάποιον άνθρωπο. Ανέκαθεν με εξίταρε η έρευνα, η αναζήτηση, το ψάξιμο. Δεν είναι ότι με ενδιαφέρει να μάθω τι κάνει ο καθένας, αυτό που ήθελα να κάνω είναι να δω αν μπορώ να βοηθήσω κάποιον να βγει από τα διλήμματα που έχει, να πάρει αποφάσεις», λέει ο κ. Αλέξανδρος Στολτίδης, ιδιοκτήτης γραφείου ιδιωτικών ερευνών στο Χαλάνδρι από το 1998.

«Για παράδειγμα, μια κυρία ανησυχεί για το παιδί της το οποίο δεν πηγαίνει σχολείο, δεν πάει φροντιστήριο, μιλάει άσχημα και θέλει να μάθει τι γίνεται, τι κάνει, πού πάει. Εκεί έρχομαι εγώ για να την πληροφορήσω. Το επάγγελμά μας δεν λύνει προβλήματα, απλά τα αναδεικνύει», συνεχίζει ο κ. Στολτίδης, «Το κουράγιο και η υπομονή θα χρειαστούν μετά, εγώ κάνω την δουλειά μου με το να παρέχω πληροφορίες, από εκεί και πέρα πρέπει εσύ με τις πληροφορίες που σου δίνω να αντιμετωπίσεις το πρόβλημα που αναδεικνύεται. Γι’ αυτό και συνιστώ πάντα στους πελάτες μου να ζητούν και την βοήθεια ενός ειδικού στο τέλος, ενός ψυχολόγου για παράδειγμα».

«Παράλληλα με τις σπουδές μου, το 1992, προέκυψε συνεργασία με ένα από τα μεγαλύτερα της εποχής Γραφείο Ιδιωτικών Ερευνών. Αυτή ήταν η πρώτη μου επαφή με το επάγγελμα και η αφορμή να ασχοληθώ περαιτέρω. Λίγα χρόνια αργότερα, έχοντας ήδη αποκτήσει την απαραίτητη προϋπηρεσία και εμπειρία, ίδρυσα το δικό μου γραφείο», λέει ο κ. Α. Τ., υπεύθυνος γραφείου ερευνών στην Αθήνα για τα πρώτα του βήματα στο επάγγελμα, «Μου αρέσει η δουλειά μου, έχει ενδιαφέρον και δεν βαριέσαι ποτέ. Είναι κάτι σαν τρόπος ζωής, δεν μπορείς να το δεις διαφορετικά, δεν έχει αρχή μέση και τέλος, δεν έχει ωράρια. Όταν ασχολήθηκα για πρώτη φορά στα 20 μου με εξίταρε πολύ, κάθε μέρα αντιμετωπίζεις και μια καινούργια υπόθεση, δεν έχει την ρουτίνα των περισσότερων επαγγελμάτων».

Οι υποθέσεις και οι κίνδυνοι

Οι υποθέσεις που μπορεί να αναλάβει ένας ιδιωτικός ερευνητής στην Ελλάδα, όπως αναφέραμε και πιο πάνω, ποικίλλουν. Αυτήν την περίοδο, ο κ. Στολτίδης, παρατηρεί αύξηση στον αριθμό των υποθέσεων που έχουν να κάνουν με την παρακολούθηση ανηλίκων. «Πολλοί κηδεμόνες θέλουν να ελέγξουν τα παιδιά τους, να μάθουν που είναι, τι κάνουν, με ποιες παρέες. Έχω σώσει παιδί από ναρκωτικά έτσι. Επίσης, αρκετοί μου ζητούν να πάω σε έναν δημόσιο χώρο και να διαπιστώσω τι κάνει ένα πρόσωπο, για παράδειγμα κατά πόσο ένας εργάτης που υποστηρίζει ότι έσπασε το χέρι του δουλεύει σε άλλη οικοδομή κτλ. ή να βρω κάποιον χαμένο συγγενή τους, πρόσφατα βρήκα τον πατέρα ενός πελάτη», λέει ο ίδιος, «Επίσης συχνά εταιρείες του εξωτερικού με προσλαμβάνουν για να κάνω background και reputation check στα εγχώρια Μέσα ή την αγορά για το τι έχει γραφτεί, αν έχει γραφτεί, πού έχει γραφτεί και να δώσω πληροφορίες. Σε αυτές τις περιπτώσεις βοηθούν πολύ οι γνωριμίες που έχεις», προσθέτει.

«Παλαιότερα που υπήρχε νόμος περί μοιχείας, είχες και ένα επιπλέον κίνητρο για να αποδείξεις κάτι τέτοιο, επομένως επτά στις δέκα υποθέσεις ήταν υποθέσεις μοιχείας, τώρα τελευταία έχει αλλάξει το σκηνικό», παρατηρεί ο κ. Τ.. Οι υποθέσεις που αναλαμβάνει κατά κύριο λόγο, είναι έρευνες αγοράς για προσωπικό ή για αθέμιτο ανταγωνισμό, υποθέσεις δυσφήμησης, υποθέσεις ανηλίκων για τυχόν μπλέξιμο με ναρκωτικά και υποθέσεις που αφορούν την επιμέλεια ενός παιδιού. «Πρέπει να αποδείξεις π.χ. για μια υπόθεση που αφορά την επιμέλεια ενός ανήλικου, τι γίνεται. Είναι όντως κατάλληλη η μητέρα; Μήπως κακομεταχειρίζεται το παιδί; Μου έχει τύχει να πάρει ο πατέρας την επιμέλεια μετά από έρευνα που κάναμε. Κάτι τέτοιο είναι πολύ δύσκολο γιατί ο νόμος στηρίζει την μητέρα», λέει ο ίδιος.

»Μπορεί επίσης πελάτες του εξωτερικού να θέλουν να κάνουν έρευνες στην Ελλάδα είτε σε επαγγελματικό είτε σε προσωπικό επίπεδο. Για παράδειγμα, μπορεί κάποιος να ψάχνει ένα πρόσωπο που είχαν συναλλαγές και εξαφανίστηκε ή μπορεί να ψάχνει την παλιά του αγάπη».

Ένας άλλος τομέας, ιδιαίτερα διαδεδομένος στο εξωτερικό, με τον οποίο ασχολείται το γραφείο του κ. Τ. είναι η αντιπαρακολούθηση. «Αν υποψιάζεσαι ότι το σπίτι σου ή η εταιρεία σου παρακολουθείται, έχουμε ειδικά μηχανήματα που ανιχνεύουν τον χώρο και τα τηλέφωνα για να δούμε τι γίνεται. Η φυσική παρακολούθηση είναι εξαιρετικά σπάνια, πιο συχνή είναι η ηλεκτρονική. Σε εταιρείες για παράδειγμα, έχει τύχει να βρούμε κοριούς, όμως μετά είναι δύσκολο να βρεις ποιος τον τοποθέτησε, οπότε θα πρέπει να βάλεις κρυφή κάμερα στον χώρο για να ελέγξεις ποιος θα πάει να τον πάρει», σημειώνει.

Ο κίνδυνος είναι σίγουρα παρών, όμως όπως λένε οι ίδιοι οι ερευνητές είναι καθαρά θέμα επαγγελματισμού το αν μια υπόθεση θα αποβεί επικίνδυνη για τους ίδιους. «Προσωπικά δεν έχω κινδυνέψει ποτέ. Σίγουρα υπάρχουν επικίνδυνες δουλειές, όμως είναι θέμα δικό σου αν θα τις αναλάβεις ή όχι, είναι καθαρά θέμα του πως θέλεις να είναι η δουλειά σου. Εγώ δεν ασχολούμαι με επικίνδυνες υποθέσεις, τις αποφεύγω. Δεν υπάρχει λόγος να κάνω τον Εκδικητή της Marvel», λέει χαρακτηριστικά ο κ. Στολτίδης δίνοντας ως παράδειγμα μια περίπτωση όπου του είχαν ζητήσει να συμμετέχει ο ίδιος σε αγοραπωλησία ναρκωτικών. «Στον χώρο μας ο επαγγελματίας ξέρετε ποιος είναι; Αυτός που πριν αναλάβει μια δουλειά θα μιλήσει με τον ενδιαφερόμενο, θα αντιληφθεί κατά πόσο εάν αναλάβει μια έρευνα μπορεί να προκαλέσει προβλήματα σε κάποιον συνάνθρωπο ή όχι και θα δει κατά πόσο αυτό που αναλαμβάνει κάνει κακό ή όχι - π.χ. εκβιασμός», προσθέτει.

«Κάποιες υποθέσεις έχουν υψηλή επικινδυνότητα. Φροντίζουμε όμως να λαμβάνουμε τα μέτρα που χρειάζονται ώστε να μην εκτεθούν σε κίνδυνο οι συνεργάτες μας», λέει από την πλευρά του ο κ. Τ.. «Αν κάτι είναι πολύ επικίνδυνο ή πολύ παράνομο αρνούμαστε να αναλάβουμε την υπόθεση. Για παράδειγμα ένας πελάτης μας ζήτησε να παρακολουθήσουμε κάποιον, ο οποίος αργότερα ανακαλύψαμε ότι έκανε εμπόριο όπλων. Όμως ο πελάτης δεν μας τον παρουσίασε έτσι, έκανε ότι δεν το ήξερε. Προφανώς και το ήξερε. Αν κάτι δεν σου πάει καλά από την αρχή, καταλαβαίνεις ότι αυτό που σου λέει ο άλλος δεν είναι έτσι και το ψάχνεις λίγο παραπάνω. Οφείλεις να το ψάξεις για να δεις με ποιον έχεις να κάνεις, ο καθένας έρχεται και σου δηλώνει ό,τι θέλει», τονίζει.

Τα «ερευνητικά» gadget

H εξέλιξη της τεχνολογίας έχει σίγουρα λύσει τα χέρια των επαγγελματιών του χώρου. «Τα gadget που κυκλοφορούν σήμερα δεν υπήρχαν πριν από δέκα χρόνια. Παλαιότερα, στην καλύτερη περίπτωση, είχαμε τον κλασσικό κοριό και κάποιες μικρές κάμερες Ρωσικής κατασκευής. Ήταν πολύ λίγα αυτά που κυκλοφορούσαν, τώρα υπάρχουν τα πάντα στον τομέα της οπτικοακουστικής κάλυψης», αναφέρει ο κ. Τ., η ομάδα του οποίου αποτελείται από επτά άτομα με εξειδικευμένες ηλεκτρονικές γνώσεις, τα οποία φτιάχνουν και custom συσκευές.

«Ο καθένας φτιάχνει τα δικά του gadget και τις δικές του ‘πατέντες’. Μπορεί για παράδειγμα να χρειαστεί να τοποθετήσουμε μια μικροκάμερα σε έναν τοίχο ή μέσα σε ένα ρολόι. Δεν είναι κάτι που μπορείς να το βρεις στο εμπόριο, αγοράζεις τα υλικά και τα προσαρμόζεις ανάλογα με τις ανάγκες σου», προσθέτει.

Η ελληνική νομοθεσία και τα «ευαίσθητα» προσωπικά δεδομένα

Τα γραφεία Ιδιωτικών Ερευνών υποχρεούνται να έχουν την ειδική άδεια που παρέχεται από το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, για την έκδοση της οποίας απαιτούνται πολλές προϋποθέσεις. Ο νόμος 3206/2003 ορίζει ρητά τον τρόπο λειτουργίας των Γραφείων Ειδικών Ερευνών και τα γραφεία υποχρεούνται να φέρουν στα έγγραφά τους τον αριθμό της άδειας λειτουργίας τους. Όμως, όπως και με κάθε ελληνικό νόμο, τα ευτράπελα δεν απουσιάζουν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, ότι για να ανοίξει κάποιος νόμιμο γραφείο ερευνών, δεν θα πρέπει να έχει μέχρι δεύτερο βαθμού συγγένεια με πρόσωπο το οποίο εργάζεται σε εταιρεία τηλεπικοινωνιών, στην Αστυνομία ή σε τράπεζα.

«Ποιος Έλληνας δεν έχει μέχρι και δεύτερου βαθμού εξ’ αγχιστείας συγγένεια με κάποιο από αυτά τα επαγγέλματα; Αυτό είναι τρέλα», λέει απορημένος ο κ. Στολτίδης. «Δεν έκατσαν να το σκεφτούν λίγο παραπάνω;», αναρωτιέται ο κ. Τ.. «Λες και πρέπει να έχεις πρώτου βαθμού συγγένεια για να αποκτήσεις μια πληροφορία. Είναι υπερβολές αυτά. Σκέψου μπορεί κάποιος να είναι είκοσι χρόνια στον χώρο και να μην έχει άδεια επειδή η γυναίκα του δουλεύει στον ΟΤΕ. Ε και, τι έγινε; Δηλαδή δεν μπορεί να είναι η φίλη του; Τι αλλάζει; Κοιτάμε τους τύπους και χάνουμε την ουσία», προσθέτει.

Ένα ακόμα «εμπόδιο» στο επάγγελμα του ιδιωτικού ερευνητή είναι και η προστασία προσωπικών δεδομένων η οποία ναι μεν είναι απαραίτητη για τους πολίτες, όμως σύμφωνα με τους επαγγελματίες θα μπορούσε να είναι πιο ελαστική. «Περιοριζόμαστε αρκετά, αν ακολουθήσουμε το γράμμα του νόμου θα πρέπει να ψάχνουμε χαμένα σκυλιά. Παλαιότερα τα πράγματα ήταν πιο εύκολα, πιο χαλαρά, δεν ασχολιόταν και κανένας. Τώρα με τον νέο νόμο του 2003 έχουν αλλάξει πολλά. Γίνονται ακόμα έρευνες, αλλά τα μέτρα είναι πολύ περιοριστικά», επισημαίνει ο κ. Τ.

«Σου λένε έχεις αυτήν την εργασία, αλλά δεν μπορείς να κάνεις αυτό, αυτό και αυτό. Στην ουσία είναι σαν να σου λένε ή θα παρανομήσεις αφού δεν σου δίνω πεδίο δράσης ελεύθερο ή θα βγάζεις τόσα λίγα που δεν θα μπορείς να ζήσεις. Γιατί, για παράδειγμα, να μην μπορώ να πάω στο ληξιαρχείο να κάνω ελεύθερα την έρευνά μου; Θα έπρεπε να μας δοθούν κάποιες παραπάνω δυνατότητες. Υπάρχει δαιμονοποίηση μιας κατάστασης. Φτάνει κάποιος να πει ότι δεν θέλω να υπάρχουν κάμερες στον δρόμο. Μέχρι ενός σημείου έχει λογική. Όμως, αν δεν κάνεις κάτι παράνομο κανείς δεν πρόκειται να ασχοληθεί με σένα», λέει από την πλευρά του ο κ. Στολτίδης σχετικά με την προστασία προσωπικών δεδομένων και προσθέτει ότι για να μπορέσει ένας ιδιωτικός ερευνητής να αποκαλύψει μια παράνομη πράξη, θα πρέπει να έχει και τις κατάλληλες αρμοδιότητες.

Βέβαια, ο νέος αυτός νόμος έχει και την θετική του πλευρά. Όπως επισημαίνει ο κ. Τ., «οποιοσδήποτε θέλει να ανοίξει ένα γραφείο ερευνών πλέον, θα πρέπει να έχει λευκό ποινικό μητρώο. Πριν από αυτόν τον νόμο, μπορούσε ο καθένας να πάει στην εφορία και να κάνει έναρξη επαγγέλματος ως ερευνητής έχοντας καταδικαστεί για εκβιασμούς και απάτες. Επίσης, σημαντικό είναι ότι πλέον υποχρεώνεσαι να υποβληθείς σε τοξικολογικές εξετάσεις και να περάσεις από ψυχίατρο. Αυτό είναι πολύ σημαντικό».

Ιδιωτικός ερευνητής = Παράνομες ερωτικές σχέσεις;

O κ. Στολτίδης στέκεται και στο λάθος στερεότυπο το οποίο «συνοδεύει» το επάγγελμα του και συγκρίνει την κατάσταση με τις χώρες του εξωτερικού.

«Στην Ελλάδα υπάρχει ένας γενικός αφορισμός του επαγγέλματος, σε αντίθεση με χώρες του εξωτερικού. Θα έπρεπε ο ρόλος μας να έχει την σοβαρότητα που πρέπει να έχει ο ρόλος του ιδιωτικού ερευνητή και όχι να μας έχουν ταυτίσει με ό,τι έχει να κάνει με εξωσυζυγική σχέση. Προς Θεού, κανένας μας δεν έχει την όρεξη και την περιέργεια να ασχολείται με τα προσωπικά του καθενός», λέει χαρακτηριστικά.
Αξίζει εδώ να αναφέρουμε, ότι στο εξωτερικό το επάγγελμα του ιδιωτικού ερευνητή σε σχέση με την Ελλάδα, είναι η μέρα με την νύχτα. «Στην Μεγάλη Βρετανία, για παράδειγμα, τα γραφεία ιδιωτικών ερευνών είναι αυτά που αναλαμβάνουν να παραδώσουν ένα δικαστικό έγγραφο. Εδώ το κάνουν οι δικαστικοί επιμελητές. Ποιοι είναι αυτοί; Τελειόφοιτοι νομικής; Συνήθως δεν έχουν ούτε δίπλωμα Πανεπιστημίου και τους δίνουν εξουσίες. Είναι ένα πεδίο αυτό, το οποίο στην Ελλάδα θα μπορούσαμε να το κάνουμε εμείς, όμως δίνεται σε ένα κλειστό κύκλωμα ανθρώπων», λέει ο κ. Στολτίδης και φέρνει ακόμα ένα παράδειγμα.

«Έγινε ολόκληρος ντόρος με τις συντάξεις και τους πεθαμένους που έπαιρναν σύνταξη. Στο εξωτερικό το κράτος το ίδιο δίνει εντολή στον ιδιωτικό ερευνητή να βρει τον συνταξιούχο και να διαπιστώσει αν βρίσκεται εν ζωή. Αυτό που έγινε στην Ελλάδα θα μπορούσε να αποφευχθεί χρόνια τώρα, αν αυτή η αρμοδιότητα δινόταν σε εμάς. Είναι δικό μας πεδίο δράσης αυτό. Και τώρα τους λένε πήγαινε στην υπηρεσία και δήλωσε το παρόν», προσθέτει.

Η τέχνη και το κόστος της παρακολούθησης

Σχολές ιδιωτικής έρευνας στην Ελλάδα δεν υπάρχουν. Όμως, όπως αναφέρει ο κ. Τ., την γνώση την αποκτά κάποιος κυριώς μέσα από την εμπειρία. «Αυτά που αντιμετωπίζεις στην πράξη δεν έχουν καμία σχέση με την θεωρία που πιθανώς θα κάνεις σε ένα σεμινάριο. Η καλύτερη σχολή είναι η εμπειρία, κάθε υπόθεση είναι διαφορετική. Καλύτερα μαθαίνεις πάνω στην δουλειά, παρά σε ένα σεμινάριο», λέει χαρακτηριστικά.

Όσον αφορά το κόστος, αυτό διαμορφώνεται από το είδος και τη διάρκεια της κάθε έρευνας. Ενδεικτικά, μπορεί να είναι από 150€ για μια υπόθεση τριών ωρών και μπορεί να φτάσει και μέχρι τα 1500€ για ένα background check για λογαριασμό κάποιας εταιρείας του εξωτερικού.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v