Το τρίτο βιβλίο του Πάνου Αμυρά ζωντανεύει μοναδικά την Αθήνα των Δεκεμβριανών σε ένα ιστορικό ψηφιδωτό που συναρπάζει.
Παλαιότερο των 360 ημερών
Τα Δεκεμβριανά και η μετακατοχική εποχή, οι δωσίλογοι και ο Εμφύλιος που ξεσπά, παρά τις εκατέρωθεν προσπάθειες, είναι ο καμβάς όπου η αστυνομική έρευνα και τα ιστορικά δεδομένα παίζουν σκάκι.
Ωραίος τίτλος. Έχει κάτι το απειλητικό από χειμώνα, κάτι το ερωτικό από φιλί και κάτι το στενά συνυφασμένο με τα Δεκεμβριανά της μετακατοχικής Αθήνας.
> Ο Πάνος Αμυράς γεννήθηκε στην Αθήνα το 1966 και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε Οικονομικές Επιστήμες στην ΑΣΟΕΕ αλλά γρήγορα στράφηκε στη δημοσιογραφία. Ξεκίνησε την καριέρα του από την οικονομική εφημερίδα Εξπρές. Το 1994 εντάχθηκε στο δημοσιογραφικό δυναμικό του Ελεύθερου Τύπου, ενώ από το 2011 έχει αναλάβει τη διεύθυνση της εφημερίδας. Έχει εργαστεί στο ραδιόφωνο της ΕΡΑ (Α΄ Πρόγραμμα) και στον ραδιοφωνικό σταθμό City FM. Είναι παντρεμένος και πατέρας δύο παιδιών.
Ίσως το πιο καλό βιβλίο του Αμυρά. Όχι, δεν άλλαξε ύφος σε σχέση με τα προηγούμενα, ούτε ατμόσφαιρα. Όπως στον “Λιμό” και τα “Λύτρα”, χώρος και χρόνος είναι η Αθήνα της Κατοχής (εδώ μετατοπιζόμαστε ελαφρά στον Δεκέμβριο μετά την απελευθέρωση) και πρωταγωνιστής ο σημαδεμένος Νίκος Αγραφιώτης. Όχι, δεν ξέφυγε από τον αφηγηματικό λόγο, που δεν δρέπει δάφνες λογοτεχνικού ύφους, ούτε εγκατέλειψε το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται. Ίσως, ξαναλέω, είναι το πιο καλό, επειδή ο ιστορικός χρόνος προσφέρεται για τη μυθιστορηματική αμφιταλάντευση που κάνει τον αστυνομικό γρίφο πιο μυστηριώδη.
Το πραγματικό γεγονός της απώλειας φακέλων δικογραφίας την περίοδο εκείνη δίνει το έναυσμα. Μέσα τους, λένε, βρισκόταν και ένα αρχείο με ονόματα δωσιλόγων, τα οποία ήταν περιζήτητα. Οι μεν κυβερνητικοί ήθελαν να τα ξαναβρούν για να προχωρήσουν την κάθαρση, οι δε Αριστεροί για να εκτελέσουν όσους συνεργάστηκαν με τους Ναζί. Κι ο Αγραφιώτης, με παρακίνηση του εισαγγελέα Σπαθιώτη, κάνει τις δικές του έρευνες, επειδή το όνομά του βρισκόταν στο αρχείο, καθώς (όπως είχαμε δει στα “Λύτρα”) είχε αναγκαστεί για να ψαρέψει πληροφορίες να ενταχθεί στη φιλογερμανική Ειδική Ασφάλεια!
Κέντρο της απώλειας είναι ο υπάλληλος των δικαστηρίων Τσεδάρης, ο οποίος εξαφανίστηκε μαζί με τα έγγραφα. Και γύρω του κυβερνητικοί πράκτορες, αστυφύλακες, αριστεροί αντάρτες, Βρετανοί και Ινδοί αξιωματικοί και στρατιώτες, έμποροι ναρκωτικών, τραγουδίστριες σε καμπαρέ, αδερφές νοσοκόμες, γιατροί του Ερυθρού Σταυρού κ.ο.κ. Η αστυνομική έρευνα ακολουθεί τα δύσκολα βήματα της εμφυλιακής ατμόσφαιρας με βόμβες, οδομαχίες και αδέσποτα πυρά. Ωστόσο, καταφέρνει να φέρει αποτελέσματα, αφού η μία πληροφορία οδηγεί ομαλά στην άλλη, καθώς τα πτώματα σωριάζονται είτε από τον πόλεμο είτε από την προσπάθεια πολλών να καλύψουν τα νώτα τους. Αλλά το αστυνομικό, όπως ο Αμυράς έχει επιλέξει, τέμνεται με το ιστορικό, όσο τα γεγονότα του Δεκέμβρη αναπλάθονται, με βάση τις εφημερίδες της εποχής, κι έτσι η μυθιστορηματική πλοκή επαγωγικά οδηγείται στην πολιτική διαμάχη, με ζωντανές πινελιές και πανοραμικές τοιχογραφίες.
Πέρα λοιπόν από τα αστυνομικά μυστήρια και το ιστορικό ψηφιδωτό, που ξεδιπλώνεται μπροστά μας, το πολιτικό διακύβευμα σίγουρα αφήνει θετικές εντυπώσεις. Όλοι σφάζονται για τη λίστα με τους δωσίλογους, περισσότερο από ιδεολογικοκομματικό και προσωπικό συμφέρον, αλλά κι όλοι είναι έτοιμοι να την πουλήσουν σε όποιον δίνει περισσότερα. Και τελικά, όπως είναι αναμενόμενο, πολλοί από αυτούς θα τη γλιτώσουν φτηνά. Αλήθεια, έγιναν δίκες την εποχή εκείνη που καταδίκασαν προδότες;