7 ελληνικά βιβλία που ξεσήκωσαν θύελλα αντιδράσεων

Κάποια απαγορεύτηκαν, άλλα βρέθηκαν στην πυρά, και τα 7 βιβλία του άρθρου ωστόσο προκάλεσαν τεράστιες αντιδράσεις από μερίδα του κοινού για το περιεχόμενό τους.

7 ελληνικά βιβλία που ξεσήκωσαν θύελλα αντιδράσεων

Η λογοτεχνία συχνά προκαλεί σκέψεις, συναισθήματα και, φυσικά, αντιδράσεις. Ορισμένα ελληνικά βιβλία, με το περιεχόμενο και τις απόψεις τους, κατάφεραν να ξεσηκώσουν θύελλα αντιδράσεων στην κοινωνία και στους λογοτεχνικούς κύκλους. Από τολμηρές κοινωνικές κριτικές μέχρι προσωπικές εξομολογήσεις που αμφισβητούν τα καθιερωμένα, αυτά τα έργα δεν άφησαν κανέναν αδιάφορο. Σε αυτό το άρθρο, θα αναδείξουμε 7 από τα πιο αμφιλεγόμενα βιβλία της ελληνικής λογοτεχνίας, που προκάλεσαν έντονες συζητήσεις και συχνά μονοπώλησαν τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, αναγκάζοντας το αναγνωστικό κοινό να ξανασκεφτεί την έννοια της λογοτεχνίας και της κοινωνίας.

Καλιαρντά του Ηλία Πετρόπουλου

Ο Ηλίας Πετρόπουλος, συγγραφέας του καινοτόμου λεξικού "Καλιαρντά", το οποίο καταπιάστηκε με το λεκτικό ιδίωμα των ομοφυλοφίλων, βρέθηκε στο επίκεντρο έντονης νομικής αντιπαράθεσης λόγω του περιεχομένου του έργου του που πρωτοεκδόθηκε το 1971. Η δουλειά του, που προσδιόριζε και ερμήνευε περίπου 3.000 λέξεις του συγκεκριμένου ιδιώματος, έφερε τον συγγραφέα αντιμέτωπο με σοβαρές κατηγορίες, όπως η περιύβριση δημόσιων αρχών, περιλαμβανομένων του πρωθυπουργού, του υπουργείου Δημοσίας Τάξης, της αστυνομίας και των δικαστικών αρχών. Επίσης, αντιμετώπισε κατηγορίες για την προσβολή του εμβλήματος της βασιλικής οικογένειας και για την κακόβουλη καθύβριση της Ορθόδοξης Εκκλησίας.

Ο Πετρόπουλος υπερασπίστηκε το έργο του ως φιλολογικό και λογοτεχνικό επίτευγμα, υποστηρίζοντας ότι στόχος του ήταν να φωτίσει και να καταγράψει μια υποκουλτούρα που ήταν αόρατη για την πλειονότητα της κοινωνίας. Ωστόσο, η κοινωνία της εποχής δεν ήταν έτοιμη να αποδεχτεί τέτοιες τολμηρές εξερευνήσεις, και το 1972 το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών τον καταδίκασε σε πεντάμηνη φυλάκιση. Η καταδίκη αυτή έρχεται μόλις τρία χρόνια μετά την καταδίκη του το 1969 για το έργο του «Ρεμπέτικα Τραγούδια», το οποίο επίσης είχε κατηγορηθεί ως άσεμνο, αναδεικνύοντας την αμφιλεγόμενη στάση της εποχής απέναντι σε έργα που αμφισβητούσαν τα κοινωνικά και ηθικά όρια.

Άγιον Όρος / Οι Άγιοι χωρίς μάσκα του Θέμου Κορνάρου

Το έργο του Θέμου Κορνάρου, Άγιον Όρος / Οι Άγιοι χωρίς μάσκα, που κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 1933, προκάλεσε σφοδρές αντιδράσεις και οδήγησε τον συγγραφέα στη φυλάκιση με την κατηγορία της προσβολής του θρησκευτικού αισθήματος. Μέσα από ρεαλιστική και συχνά αποκαλυπτική γραφή, το βιβλίο ανέδειξε άγνωστες πτυχές της καθημερινότητας στο Άγιον Όρος, παρουσιάζοντας τη ζωή των μοναχών χωρίς εξωραϊσμούς ή μυθικές αυταπάτες. Η ειλικρίνεια και η κριτική διάθεση του Κορνάρου εξόργισαν τους θρησκευτικούς κύκλους και τους «ενάρετους» της εποχής, οι οποίοι θεώρησαν το έργο του προσβολή στο ιερό.

Η μοίρα του δεν ήταν καλύτερη με το έργο του Αγύρτες και κλέφτες στην εξουσία (1946), το οποίο εξιστορούσε τη διαφθορά και την εκμετάλλευση στην πολιτική σκηνή της χώρας. Λόγω της κριτικής του στην εξουσία και της προκλητικής του γραφής, το βιβλίο αντιμετώπισε και πάλι διώξεις και περιορισμούς, αναδεικνύοντας την αντίθεση μεταξύ της λογοτεχνικής ελευθερίας και των πολιτικών και θρησκευτικών περιορισμών της εποχής.

Η Πάπισσα Ιωάννα του Εμμανουήλ Ροΐδη

Το μυθιστόρημα Η Πάπισσα Ιωάννα του Εμμανουήλ Ροΐδη, που κυκλοφόρησε το 1866, παραμένει ένα από τα πλέον αμφιλεγόμενα και εμβληματικά έργα της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Το βιβλίο, εμπνευσμένο από τον μεσαιωνικό θρύλο μιας γυναίκας που κατάφερε να ανέλθει στον παπικό θρόνο μεταμφιεσμένη σε άντρα, αποτέλεσε όχημα για καυστικό σχολιασμό των θρησκευτικών θεσμών και των πρακτικών της Εκκλησίας. Με όχημα τη σάτιρα και τον ορθολογισμό, ο Ροΐδης δεν δίστασε να ασκήσει σφοδρή κριτική τόσο στον καθολικισμό όσο και στην Ορθόδοξη Εκκλησία, στηλιτεύοντας τη διαφθορά, την υποκρισία και την προσκόλληση στο τυπικό εις βάρος της ουσίας.

Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος αντέδρασε έντονα, εκδίδοντας εγκύκλιο με την οποία αναθεμάτιζε το βιβλίο ως «κακόηθες και βλάσφημον», καλώντας παράλληλα τους πιστούς να το απορρίψουν. Ο συγγραφέας σύρθηκε στα δικαστήρια με κατηγορίες περί καθύβρισης της θρησκείας, σε μια προσπάθεια να φιμωθεί η λογοτεχνική και ιδεολογική του τόλμη.

Ωστόσο, παρά τις έντονες πιέσεις και τη θεσμική κατακραυγή, το ελληνικό κράτος δεν απαγόρευσε τελικά την κυκλοφορία του έργου.

Ζ του Βασίλικη Βασιλικού

Το Ζ του Βασίλη Βασιλικού αποτελεί ένα από τα πιο εμβληματικά πολιτικά μυθιστορήματα της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Πρόκειται για μια μυθοπλαστική ανασύνθεση της δολοφονίας του αριστερού βουλευτή και ειρηνιστή Γρηγόρη Λαμπράκη, τον Μάιο του 1963, από παρακρατικούς μηχανισμούς της εποχής. Το έργο πρωτοδημοσιεύτηκε σε συνέχειες στο περιοδικό Ο Ταχυδρόμος το 1966 και σύντομα εκδόθηκε σε βιβλίο από τις εκδόσεις Θεμέλιο, ενώ ακόμη διαρκούσε η πολύκροτη δίκη των εμπλεκομένων και η μνήμη του εγκλήματος παρέμενε νωπή στην ελληνική κοινωνία.

Η πολιτική φόρτιση του Ζ, η οξύτατη κριτική του στον κρατικό αυταρχισμό και η αποκάλυψη των διασυνδέσεων μεταξύ αστυνομίας, στρατού και ακροδεξιού παρακράτους, δεν άργησαν να προκαλέσουν την αντίδραση της εξουσίας. Με την επιβολή της δικτατορίας των συνταγματαρχών το 1967, το βιβλίο τέθηκε εκτός νόμου και απαγορεύτηκε η κυκλοφορία του στην Ελλάδα. Ωστόσο, η απαγόρευση αυτή λειτούργησε αντίστροφα: το Ζ έγινε σύμβολο αντίστασης και η διεθνής του απήχηση εκτοξεύτηκε. Το 1969, ο Κώστας Γαβράς μετέφερε το βιβλίο στον κινηματογράφο, ενώ το βιβλίο μεταφράστηκε σε περισσότερες από 30 γλώσσες κι επανεκδόθηκε στην Ελλάδα αρκετές φορές μετά τη μεταπολίτευση.

Γεννήθηκα 17 Νοέμβρη του Δημήτρη Κουφοντίνα (εκδόσεις Λιβάνη)

Το βιβλίο εκδόθηκε το 2014 αποτελεί μια πολιτική αυτοβιογραφία, η οποία προκάλεσε εκτεταμένες αντιδράσεις από τη στιγμή της κυκλοφορίας της. Ο συγγραφέας, μέλος της τρομοκρατικής οργάνωσης 17 Νοέμβρη, εκτίει ποινή έντεκα φορές ισόβια και 25 χρόνια κάθειρξη για τη συμμετοχή του σε σειρά εγκληματικών ενεργειών: έντεκα δολοφονίες, βομβιστικές επιθέσεις, ένοπλες ληστείες και συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση. Συνελήφθη το 2002, μετά την εξάρθρωση της 17Ν, και θεωρείται ένας από τους ηγετικούς πυρήνες της οργάνωσης.

Η έκδοση του βιβλίου προκάλεσε δημόσια κατακραυγή, με πολλούς να κατηγορούν τον εκδοτικό οίκο ότι δίνει βήμα σε έναν αμετανόητο τρομοκράτη. Από την άλλη πλευρά, υπήρξαν φωνές που υποστήριξαν ότι η έκδοση έχει αξία ως τεκμήριο πολιτικής και ιστορικής καταγραφής, καθώς ρίχνει φως στα εσωτερικά της πιο διαβόητης τρομοκρατικής οργάνωσης της Μεταπολίτευσης.

Το βιβλίο εξακολουθεί να αποτελεί σημείο αναφοράς στις συζητήσεις γύρω από την τρομοκρατία, τον ριζοσπαστισμό και την πολιτική βία στην Ελλάδα.

Ο τελευταίος πειρασμός του Νίκου Καζαντζάκη

Το 1953, ο Νίκος Καζαντζάκης ολοκληρώνει το «Ο Τελευταίος Πειρασμός», ένα τολμηρό και φιλοσοφικά φορτισμένο μυθιστόρημα που επιχειρεί να αναδείξει την ανθρώπινη πλευρά του Ιησού Χριστού, παρουσιάζοντάς τον όχι ως υπερβατικό και άφθαρτο, αλλά ως ον παλεύον με τον πειρασμό, τον φόβο και την αμφιβολία. Πριν ακόμη κυκλοφορήσει, το έργο προκαλεί σφοδρές αντιδράσεις: η Εκκλησία της Ελλάδος ζητά τον διωγμό του συγγραφέα και πιέζει για την απαγόρευση του βιβλίου, θεωρώντας το βλάσφημο και επικίνδυνο για τη χριστιανική πίστη.

Οι αντιδράσεις δεν περιορίστηκαν στα ελληνικά σύνορα. Το 1954, το Βατικανό ενέγραψε το βιβλίο στον επίσημο κατάλογο των απαγορευμένων αναγνωσμάτων (Index Librorum Prohibitorum), μια λίστα που περιλάμβανε έργα τα οποία θεωρούνταν επικίνδυνα για την πίστη και τα ήθη των καθολικών πιστών. Ο ίδιος ο Καζαντζάκης, σε επιστολή του προς τις εκκλησιαστικές αρχές, απάντησε με το γνωστό: «Μου δώσατε μια κατάρα, Άγιοι Πατέρες, εγώ σας δίνω μια ευχή· είθε η συνείδησή σας να είναι τόσο καθαρή όσο η δική μου».

Παρά τις πιέσεις και τη λογοκρισία, το έργο κυκλοφόρησε τελικά στην Ελλάδα το 1955 από τις εκδόσεις Δίφρος, σηματοδοτώντας μια κορυφαία στιγμή της λογοτεχνικής του πορείας ενώ το 1988 μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον Μάρτιν Σκορσέζε(θα θυμάστε οι παλαιότεροι τις επιθέσεις των πιστών στους αθηναϊκούς κινηματογράφους που το πρόβαλαν). . Το βιβλίο μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες και γνώρισε παγκόσμια αναγνώριση, ενώ η συζήτηση γύρω από την ερμηνεία του Χριστού που προτείνει ο Καζαντζάκης παραμένει μέχρι σήμερα επίκαιρη.

Μν του Μίμη Ανδρουλάκη (εκδόσεις Καστανιώτη)

Το Δεκέμβριο του 1999 κυκλοφόρησε το βιβλίο του Μίμη Ανδρουλάκη με τίτλο «Μν», το οποίο ο συγγραφέας χαρακτήρισε ως «γυναικείο αντιμυθιστόρημα». Το έργο παρουσίαζε έναν ανατρεπτικό και αμφιλεγόμενο σεναριακό ιστό, στο οποίο ο Χριστός διατηρούσε ερωτικές σχέσεις με τη Μαρία Μαγδαληνή. Αυτή η προσέγγιση, που αμφισβητούσε παραδοσιακές θρησκευτικές πεποιθήσεις, πυροδότησε θύελλα αντιδράσεων από τη θρησκευτική κοινότητα.

Λίγους μήνες μετά την κυκλοφορία του βιβλίου, το έργο του Ανδρουλάκη καίγονταν σε δημόσιες συγκεντρώσεις «πιστών» στη Θεσσαλονίκη, ενώ ο ίδιος δέχτηκε έντονη δημόσια κατακραυγή και απειλές. Οι επικριτές του τον αποκαλούσαν «αντίχριστο» και τον χαρακτήριζαν ως αντιπρόσωπο του «666» επί της γης. Ως αποτέλεσμα αυτών των αντιδράσεων, του ασκήθηκε ποινική δίωξη για «καθύβριση της θρησκείας και του αρχηγού θρησκεύματος» μετά από μήνυση του βυζαντινολόγου Μάριου Πυλαβάκη.

Το θέμα έφτασε στα δικαστήρια, και παρά τη δυναμική των διαμαρτυριών και τα επεισόδια που συνέβησαν κατά τη διάρκεια της δίκης, το Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης, στις 22 Ιουνίου, απέρριψε τις αιτήσεις για την απαγόρευση της κυκλοφορίας του βιβλίου, επιτρέποντας έτσι τη συνέχιση της κυκλοφορίας του και την αποδοχή της λογοτεχνικής ελευθερίας του συγγραφέα.

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v