Η βελγίδα συγγραφέας δίνει φωνή και σώμα στον Ιησού, λίγες ώρες πριν από τη σταύρωσή του σε ένα από τα πιο προσωπικά μυθιστορήματά της.
Παλαιότερο των 360 ημερών
Η Ιστορία του Χριστού και ο ευαγγελικός λόγος έχει γεννήσει απειράριθμα βιβλία, ορθόδοξα ή αιρετικά, ένθεα ή άθεα. Η πρόκληση να δω μια νέα ανάγνωση είναι πάντα έντονη.
> Η Amelie Nothomb γεννήθηκε το 1967 στο Κόμπε της Ιαπωνίας, από οικογένεια βέλγων διπλωματών, και ακολούθησε τους γονείς της σε διάφορα μέρη του κόσμου. Σπούδασε ρομανικές γλώσσες στο ελεύθερο πανεπιστήμιο των Βρυξελλών και εργάστηκε ως διερμηνέας στην Ιαπωνία. Σήμερα ζει στο Παρίσι και στις Βρυξέλλες. "Γραφομανής", όπως αυτοχαρακτηρίζεται, δημοσιεύει ανελλιπώς κάθε φθινόπωρο, από το 1992, ένα μυθιστόρημα που γίνεται αμέσως μπεστ σέλερ. Έχει τιμηθεί με πολλές διακρίσεις (συμπεριλαμβανομένου του Grand Prix de l'Academie Francaise), ενώ βιβλία της διασκευάζονται για το θέατρο, την όπερα και τον κινηματογράφο. Τα έργα της (όλα από τις εκδόσεις Albin Michel και στα ελληνικά από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια) είναι: Hygiene de l'assassin (1992) [Υγιεινή του δολοφόνου], Le Sabotage amoureux (1993), Les Combustibles (1994), Les Catilinaires (1995) [Σιωπηλός επισκέπτης], Peplum (1996), Attentat (1997), Mercure (1998) [Θερμόμετρο], Stupeur et tremblements (1999) [Φόβος και τρόμος], Metaphysique des tubes (2000) [Μεταφυσική των σωλήνων], Cosmetique de l'ennemi (2001) [Κοσμητική του εχθρού], Robert des noms propres (2002), Antechrista (2003) [Αντίχριστη], Biographie de la faim (2004), Acide sulfurique (2005), Journal d'hirondelle (2006) [Το ημερολόγιο του χελιδονιού], Ni d'Eve ni d'Adam (2007), Le Fait du prince (2008), Le Voyage d'hiver (2009), Une forme de vie (2010), Tuer le pere (2011), Barbe bleue (2012), La nostalgie heureuse (2013).
Το μυαλό μου μου κατευθείαν πάει στον “Τελευταίο πειρασμό”, του Νίκου Καζαντζάκη, ο οποίος αναφηγείται τη ζωή του Χριστού με τον δικό του φιλοσοφικό τρόπο. Με ανάλογο φιλοσοφικό τρόπο η Nothomb βάζει τον Χριστό να εξιστορεί τις δύο τελευταίες μέρες πριν από τη Σταύρωση και λίγο μετά.
Θεός ή άνθρωπος, ο Χριστός κηρύσσει ένα μήνυμα αγάπης, βγαλμένο από τα πιο απλά μυστικά της ζωής. Απορεί με το πώς εκλαμβάνουν τα διδάγματά του οι άνθρωποι και με το πώς θα τα καταγράψουν οι Ευαγγελιστές, αλλά πιστεύει απόλυτα στον άνθρωπο και στις μικρές του δυνάμεις. Η αγάπη δεν είναι ιδεολογία, είναι τρόπος ζωής. Η απλότητα δεν είναι παντιέρα, είναι ανεπιτήδευτη μαγεία.
Όλα αυτά συνοψίζονται στη λέξη “δίψα”, από όπου προέρχεται και ο τίτλος. Δίψα είναι η λαχτάρα για νερό ή για κάτι εξίσου μεγαλειώδες και βαθύ. Είναι η χαρά που περιμένεις μόλις έλθει μια σταγόνα στο στόμα σου. Είναι μια ασταμάτητη πορεία, καθώς, ενώ μετά την κούραση ακολουθεί η ξεκούραση και μετά την πείνα ο κορεσμός, η δίψα δεν έχει αντώνυμο… Είναι μια συνεχής κίνηση, μια αδιάκοπη αναζήτηση, που σου δίνει δύναμη αλλά ποτέ δεν φτάνει σε ένα τελεσίδικο τέλος.
Η Δίψα με τη φιλοσοφική έννοια της Βελγίδας πεζογράφου συναντά το “διψώ”, που φέρεται να είπε ο Χριστός πάνω στον σταυρό, με αποτέλεσμα να του δώσουν ύδωρ με όξος. Η ζωή και η προσμονή του πιο απλού πράγματος, που είναι το νερό, συναντά τον θάνατο και το ξυδιασμένο νερό γίνεται ηδονή. Η Nothomb πιάνεται, γαντζώνεται από τη δίψα, για να αποδώσει τη λαχτάρα του ανθρώπου, και του Θεανθρώπου, για το αέναο κυνήγι ίσως της ουτοπίας. Κανείς δεν ξεδιψά, όσο κι αν πίνει, αλλά και κανείς δεν θέλει να ξεδιψάσει, όσο το ανικανοποίητο είναι ο κινητήριος μοχλός της ανθρώπινης προσπάθειας. Και ζωής.
Επειδή το έργο δεν είναι δοκίμιο, ούτε θεολογική πραγματεία, οι σκέψεις της συγγραφέως διά στόματος Ιησού δεν διακρίνονται από μια ολοκληρωμένη συλλογιστική πορεία. Ως μυθιστόρημα θεολογεί με τη γλώσσα, φιλοσοφεί με το συναίσθημα, εκπέμπει μηνύματα έμμεσα, χωρίς λογική πειθώ, αλλά με το ψυχολογικό άγγιγμα αληθειών, που πετάνε γύρω μας κι ίσως περνάνε και μέσα μας. Με πιο απλά λόγια, δεν πείστηκα λογικά για τη θεολογία της Nothomb, ούτε για την ανασκευή που κάνει στην Αγία Γραφή, αλλά συναισθάνθηκα τον παλμό ενός λόγου που θέλει να καινοτομήσει και να εκφράσει ορισμένα πράγματα, πιο λοξά από τις παγιωμένες αντιλήψεις.