Διαβάσαμε "Το όνομά μου είναι Λούσυ Μπάρτον" της Ελίζαμπεθ Στράουτ
Η σχέση με την μητέρα μπορεί να είναι ένα θέμα όχι και τόσο πρωτότυπο, αλλά με την πένα της Στράουτ γίνεται χρυσωρυχείο.
Παλαιότερο των 360 ημερών
Η σχέση με τη μητέρα, αλλά και με τους άλλους ανθρώπους, ο τρόπος που τους νιώθουμε κοντά μας, αλλά και τα σημεία όπου μεσολαβεί το κενό μεταξύ συρμού και αποβάθρας, τα συναισθήματα που απορρέουν από όσα λέγονται κι από όσα δεν λέγονται… είναι ένα θέμα φαινομενικά τετριμμένο, αλλά, αν δουλευτεί λογοτεχνικά, γίνεται… χρυσωρυχείο.
>Η Ελίζαμπεθ Στράουτ γεννήθηκε στο Πόρτλαντ της Πολιτείας Μέιν, το 1956. Έγινε γνωστή με το βιβλίο της "Abide with Me", που έγινε μπεστ-σέλερ στην Αμερική, και το μυθιστόρημα "Amy and Isabelle", το οποίο απέσπασε τη γενική αποδοχή κριτικών και κοινού, αλλά και πολλά βραβεία, μεταξύ των οποίων και τις σημαντικές λογοτεχνικές διακρίσεις των εφημερίδων "Los Angeles Times" και "Chicago Tribune". Διηγηματά της έχουν δημοσιευτεί επανειλημμένως στον Τύπο, συμπεριλαμβανομένων του "New Υorker" και του "Oprah Magazine". Το μυθιστόρημά της "Olive Kitteridge" ("Ο Κόσμος της κυρίας Όλιβ"), και οι διθυραμβικές κριτικές που κέρδισε από το σύνολο του αμερικανικού Τύπου, της χάρισαν το βραβείο Πούλιτζερ το 2008. Η Ελίζαμπεθ Στράουτ είναι μέλος του καθηγητικού σώματος της Σχολής Καλών Τεχνών του Πανεπιστημίου Κουίνς της Σάρλοτ, στη Βόρεια Καρολίνα, και μένει στη Νέα Υόρκη.
Θα μπορούσα να το εντάξω σε ένα ευρύτερο πλαίσιο μέσα στο οποίο θυμήθηκα να ανήκει και το αυτοβιογραφικό βιβλίο της Tara Westover “Μορφωμένη”. Παρόλο που μοιάζουν ελάχιστα στο ύφος, στηρίζονται και τα δύο στο χάσμα γενεών και κυρίως στην απόσταση ανάμεσα στην Μέση Αμερική, τη βαθιά επαρχιακή ενδοχώρα με τις παλιομοδίτικες αρχές, και τα παράλια, κυρίως τη Νέα Υόρκη, με τις σύγχρονες αντιλήψεις και την πρόοδο.
Η Lucy Barton είναι παντρεμένη με δύο παιδιά. Βρίσκεται για μερικές εβδομάδες στο νοσοκομείο, όπου την επισκέπτεται η μητέρα της, η οποία έφτασε από ένα χωριό του Illinois. Η απόσταση που χωρίζει μάνα και κόρη δηλώνεται εξαρχής, όχι μόνο επειδή η μία ζει στη Νέα Υόρκη τη δεκαετία του ’80 κι η άλλη στο επαρχιακό Άμγκας (ούτε που ξέρω αν υπάρχει μια τέτοια πολίχνη), αλλά και επειδή είχαν διακόψει τις σχέσεις τους. Η νοοτροπία της καθεμιάς δυσκολεύεται να συμπορευτεί με τη νοοτροπία της άλλης.
Το μυθιστόρημα, γραμμένο με απλή στρωτή αφήγηση, κινείται σε δύο κατευθύνσεις. Απ’ τη μια, οι συζητήσεις των δύο γυναικών αφορούν το παρόν του νοσοκομείου αλλά και τις ιστορίες ανθρώπων που κι οι δυο γνωρίζουν, με τη μάνα να κάνει αναφορά στην πορεία της ζωής τους, όπως τη γνωρίζει στη μικρή κοινωνία όπου ζει. Απ’ την άλλη, η ίδια η Lucy αναθυμάται πώς ξεκίνησε μέσα σε συνθήκες φτώχιας στο γκαράζ του θείου, όπου έμεναν, και σταδιακά σπούδασε, έφυγε στη Νέα Υόρκη, όπου και παντρεύτηκε έναν γερμανικής καταγωγής άνδρα, έκανε παιδιά κ.λπ.
Η ιστορία είναι αλήθεια ότι πηγαινοέρχεται χωρίς εμφανή ειρμό ανάμεσα στο νοσοκομείο και σε περιστατικά από την παιδική της ηλικία, σε ιστορίες για άλλον κόσμο, σε υπαινιγμούς για τον άντρα της μέχρι που χώρισαν και σε μαθήματα δημιουργικής γραφής που έκανε πριν εκδώσει τα δικά της βιβλία. Αυτή όμως η ετερόκλητη ζαρντινιέρα είναι γεμάτη συναισθήματα και ειδικά τα κενά, οι νύξεις και οι σιωπές εκφράζουν ψυχικά τραύματα (από την οικογενειακή ζωή) αλλά και ανικανοποίητα αισθήματα από την τωρινή της ζωή, όπου μόνο τα παιδιά της τη γεμίζουν. Η Strout κατάφερε με έναν μαγικό τρόπο να με κρατήσει ζωντανή αναγνώστρια σε ένα κείμενο που δεν εξάπτει αλλά χαμηλόφωνα συγκινεί και με έκανε να συμπάσχω, συναισθηματικά και νοητικά.
Πάπισσα Ιωάννα
Elizabeth Strout “Το όνομά μου είναι Λούσυ Μπάρτον” μετ. Μ. Ζαχαριάδου εκδόσειςΆγρα 2019 σελ.: 192 τιμή: 15,00