Η ελληνική σκηνή των κόμικς δεν είναι πια στην βρεφική ή την παιδική ηλικία. Οι έλληνες δημιουργοί παρεμβαίνουν με τη δουλειά τους στο σήμερα της ελληνικής τέχνης και δίνουν τη δική τους ματιά στα όσα συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια στη χώρα. Στην παλαιότερη γενιά της δεκαετίας του ’80 έχουν προστεθεί νέοι δημιουργοί με διαφορετική προσέγγιση για την τέχνη, την παρέμβαση και την αφήγηση.
Στην άλλη άκρη της διαδρομής αλλά και μαζί με παλιούς και νέους δημιουργούς, εκπαιδευμένο πια από την εποχή της ηρωικής Βαβέλ, του Παρά Πέντε και του «9», βρίσκεται ένα κοινό απαιτητικό και με άποψη. Τι έλειπε; Ένας δίαυλος επικοινωνίας των δύο αυτών πόλων. Μια προσπάθεια να βρεθεί αυτό το κοινό με αυτό το ρεύμα δημιουργίας. Όχι αποσπασματικά, όπως σε κάποια events ή σε κάποιες εκθέσεις, αλλά τακτά, με συνέπεια.
Ο Μπλε Κομήτης, το νέο τριμηνιαίο περιοδικό για τα κόμικς φιλοδοξεί να αποτελέσει ακριβώς αυτό το σημείο ένωσης. Το δυναμικό του- και το πρώτο εξαιρετικό του τεύχος που κυκλοφορεί- δείχνει ότι θα το καταφέρει μια χαρά. Μιλήσαμε με τον αρχισυντάκτη του Κομήτη, Γιώργο Γούση, αλλά και δύο από τους δημιουργούς, δουλειά των οποίων φιλοξενείται στις σελίδες του περιοδικού. Όχι σαν κανονική συνέντευξη. Αλλά επειδή είχαμε περιέργεια: Πώς είναι να είναι η δουλειά σου μέσα στον κόσμο των κόμικς;
Γιώργο, κατ΄ αρχάς, από που προκύπτει το όνομα του περιοδικού;
Όταν ψάχναμε όνομα για το περιοδικό είχα κολλήσει στην λέξη κομήτης επειδή μου έκανε λίγο ρετρό και νοσταλγικό, μου θύμιζε pulp περιοδικά της δεκαετίας του 80, και επίσης, σαν λέξη μοιάζει με την λέξη κόμικς. Προσπαθώντας να τεστάρω αν αρέσει, το είπα και σε έναν φίλο μου που είναι Φυσικός και αυτός μου απάντησε "πραγματικά ταιριαστό όνομα, αν σκεφτείς ότι το βασικό χαρακτηριστικό ενός κομήτη είναι η συγκεκριμένη περιοδικότητα με την οποία εμφανίζεται, είναι δηλαδή ένα περιοδικό φαινόμενο, όπως και το περιοδικό σας που θα εμφανίζεται κάθε τρεις μήνες στην αγορά και σίγουρα θα θέλατε να είναι ένα περιοδικό, φαινόμενο για τα κόμικ στην Ελλάδα". Το μπλε προστέθηκε στην συνέχεια από τον εκδότη καθώς διάβασε πως τυχαία την εποχή που το κουβεντιάζαμε ήταν ορατός από την Γη ο μπλε κομήτης Χόντα και το θεωρήσαμε σημαδιακό.
Η Ελλάδα έχει αποδειχθεί στο παρελθόν μια δύσκολη αγορά για τα περιοδικά κόμικς. Τι είναι αυτό που σας έκανε να πιστέψετε ότι το εγχείρημα μπορεί να είναι βιώσιμο σήμερα;
Αν το θες με μια φράση, είναι το υψηλό επίπεδο των δημιουργών κόμικ στην Ελλάδα σήμερα. Η ιδέα γεννήθηκε μέσα από συζητήσεις που είχαμε στις εκδόσεις Polaris γύρω από το πως και τι θα μπορούσαμε να κάνουμε εκδοτικά με την πληθώρα των εξαιρετικών δημιουργών που υπάρχουν και δεν συναντώνται με το ευρύ αναγνωστικό κοινό αν δεν φτιάξουν ένα graphic novel. Πως θα παρουσιάζαμε στο κοινό δημιουργούς που έκαναν μικρού ή μεσαίου μήκους ιστορίες, νέα ταλέντα και λοιπά. Καταλήξαμε ότι η φόρμα του περιοδικού είναι το καταλληλότερο μέσο που θα τα ένωνε όλα αυτά. Οι άνθρωποι τον εκδόσεων τα βάλανε κάτω και πρακτικά, τι σημαίνει μια τέτοια έκδοση, τι κόστος θα είχε, τι απαιτήσεις και τα λοιπά, και έτσι το πρότζεκτ πήρε μπροστά και φτάσαμε στο σήμερα. Από την εμπειρία του 9 και της Βαβέλ, Παρά Πέντε κτλ ξέρουμε ότι το κοινό που αγοράζει ένα περιοδικό κόμικ δεν είναι αναγκαστικά ο άνθρωπος που θα επισκεφτεί το κομιξάδικο τακτικά και θεωρείτε καταναλωτής κόμικ. Είναι πολύ πιο ευρύ, είναι ο κόσμος που διαβάζει βιβλία, βλέπει σινεμά, πάει θέατρο και λοιπά. Επίσης, πολλά ελληνικά κόμικ που έχουν εκδοθεί τα τελευταία χρόνια έχουν αξιοσημείωτες πωλήσεις. Αν συμπεριλάβουμε και ένα ποσοστό από την πληθώρα των νέων επισκεπτών στα συνέδρια κόμικ που γίνονται σε Αθήνα και Θεσσαλονίκή, ένα κοινό λίγο πολύ αχαρτογράφητο. Όλα αυτά είναι στοιχεία που μας κάνουν να πιστεύουμε πως ένα περιοδικό με ειδικό πρωτότυπο περιεχόμενο θα έχει την εμπορικότητα που θα το κάνει βιώσιμο. Μένει να το δούμε στην πράξη και φυσικά πιστεύω ότι δεν αρκεί να υπάρχει το κοινό για να αγοράσει οτιδήποτε, πρέπει να είναι καλό και το προϊόν για να το πάρει. Το έντυπο έχει υπόσταση και την συλλεκτική του αξία, είναι τελείως διαφορετικό να διαβάζεις ένα webcomic, έχει άλλους κανόνες, αλλάζει η φόρμα και κατ’ επέκταση και η εμπειρία της ανάγνωσης. Δεν το κρίνω ώς καλύτερο ή χειρότερο, είναι απλώς κάτι άλλο...
Ο Μπλε Κομήτης θα έχει αποκλειστικά κόμικς ελλήνων δημιουργών;
Όχι, αλλά θα έχει κυρίως έλληνες δημιουργούς και αυτό που μας ενδιαφέρει περισσότερο είναι η ύλη μας να είναι πρωτότυπη και, αν γίνεται, φτιαγμένη για εμάς. Προς το παρόν και λόγω της πολυετούς απουσίας περιοδικού, θέλουμε να προβάλουμε στο κοινό Έλληνες δημιουργούς, να δείξουμε την πρόοδο που έχουν σημειώσει οι παλαιοί και τους πολλά υποσχόμενους νέους. Αργότερα δεν αποκλείω να κάνουμε μια προσπάθεια να δημοσιεύουμε και ξένους, θα δούμε...
Τι ιδιαιτερότητα βλέπεις στις ελληνικές κομίστικες δημιουργίες σήμερα;
Προκαλεί σε εμένα τρομερό ενδιαφέρον το φαινόμενο ότι οι Έλληνες δημιουργοί είναι ετερόκλητοι και ιδιαίτεροι στο στιλ τους, σχεδόν κάθε ένας εντελώς διαφορετικός από τον άλλον. Αυτό συμβαίνει επειδή τα κόμικ δεν ήταν στην κουλτούρα μας, δεν έχουμε βαθύ παρελθόν σε αυτή την τέχνη και έτσι όλες μας οι πρώτες αναφορές ήταν από το εξωτερικό, Αμερική, Γαλλία-Βέλγιο και Ιαπωνία. Αυτές οι χώρες εκτός από ιστορία στα κόμικς, έχουν και βιομηχανία. Αυτό σημαίνει οτι παράγουν και πολλούς καλλιτέχνες με αντίστοιχο στυλ ή πολύ φανερές αναφορές στο ευρύτερο καλλιτεχνικό στιλ που έχει κάθε μια από αυτές τις βιομηχανίες. Αυτό εδώ δεν συμβαίνει. Εδώ δεν υπάρχουν εταιρείες με συγκεκριμένο ύφος που να ζητάνε καλλιτέχνες που να προσαρμόζονται στο ύφος τους, ούτε κοινό που να περιμένει κάτι συγκεκριμένο προϊόν από τις εταιρείες. Ο κάθε δημιουργός έχει τις δικές του αναφορές και προτιμήσεις, το δικό του γούστο και το δικό του όραμα, με αποτέλεσμα, τώρα τελευταία που έχουμε ξεκινήσει να κοιτάμε προς τα μέσα, δηλαδή τα δικά μας τοπία, τους δικούς μας χαρακτήρες-καταστάσεις, την ιστορία μας και τους θρύλους μας, έχει αρχίσει να δημιουργείται ένα απίστευτο κράμα εικόνων και αφηγήσεων, το οποίο δεν ξέρω που θα καταλήξει, ούτε με νοιάζει που θα καταλήξει γιατί προς το παρόν απολαμβάνω να το παρακολουθώ να δημιουργείται. Δεν ξέρω αν θα φτάσουμε ποτέ στο σημείο να μιλάμε για το "ιδιαίτερο ελληνικό στυλ" στα κόμικ, αλλά σίγουρα κάθε ελληνικό κόμικ είναι πολύ ιδιαίτερο.
Ποιο είναι το πράγμα που φοβάστε περισσότερο στο περιοδικό (εκτός φυσικά από το να σας πέσει ο ουρανός στο κεφάλι);
Αν πέσει ο ουρανός στο κεφάλι μας, μάλλον θα τον έχουμε ρίξει εμείς οι ίδιοι. Φοβόμαστε μόνο το ενδεχόμενο να σταματήσουμε κάποια στιγμή να βλέπουμε τα λάθη μας και να προσπαθούμε να τα διορθώνουμε. Θέλουμε αυτό το περιοδικό να καθιερωθεί και να γίνει ένας ακόμη άξονας που θα ενώνει τους δημιουργούς μεταξύ τους αλλά και τους δημιουργούς με το κοινό, και θα παράγει νέο υλικό, ιστορίες, αφηγήσεις αλλά και νέους δημιουργούς. Με άλλα λόγια, να γίνει ένας στύλος για να πλέξουμε όλοι μαζί γύρω από αυτό ένα γαϊτανάκι δημιουργικότητας στην τέχνη των κόμικ.
Δίπλα στους νέους δημιουργούς, σε έναν άλλο κρατήρα του Μπλε Κομήτη, υπάρχει η παλιά φρουρά των ελληνικών κόμικς. Μια γενιά που έρχεται από την δεκαετία του ’80, όταν η εγχώρια σκηνή σκεφτόταν να κάνει τα πρώτα της βήματα. Ρωτήσαμε τον Πέτρο Ζερβό τι διαφορετικό έχει ο Μπλε Κομήτης στην νοοτροπία του απέναντι στους δημιουργούς σε σχέση με τα παλαιότερα περιοδικά του χώρου. Λέει: «Έχω συνεργαστεί με τη «Βαβέλ» τη δεκαετία του ’80 και με το «9» απ’ την αρχή της έκδοσής του, το 2000. Κάθε εποχή ήταν διαφορετική! Αρχές δεκαετίας ’80 το «ενήλικο» κόμικ ήταν σχεδόν άγνωστο στην Ελλάδα. Το 1981 που βγήκε η «Βαβέλ», το εν δυνάμει κοινό ήταν ανεκπαίδευτο και είχε άγνοια της ευρωπαϊκής σκηνής που τότε ήταν δυναμική. Το αίτημα λοιπόν, και ορθώς, για τη «Βαβέλ» και πιο μετά το «Παρά Πέντε» ήταν να δημοσιεύει ξένες δουλειές πολύ γνωστών Ευρωπαίων και (λιγότερο) Αμερικάνων καλλιτεχνών, εισάγοντας ένα νέο σύμπαν ύφους, στυλ και σεναριακό που ξέφευγε από τα μέχρι τότε «Κλασσικά Εικονογραφημένα», «Αστερίξ», «Λούκυ Λουκ», «Τεν-τεν», «Μικυ μάους» και λοιπά.
»Επίσης, μόνο δευτερευόντως και συμπληρωματικά δημοσίευαν δουλειές ελλήνων, που συχνά τους έλειπε η εμπειρία, ο επαγγελματισμός και κυρίως η σεναριακή επάρκεια. Με την έκδοση του «9», είχε πια εξοικειωθεί ο κόσμος με τη γλώσσα των κόμικς, ήταν πιο ώριμος αναγνώστης και δεν χρειαζόταν το «κόμικ» πια τον χαρακτηρισμό «ενήλικο». Το αίτημα τώρα πιο πολύ ήταν να αναπτυχθεί μια γενιά δημιουργών που θα τροφοδοτεί την ελληνική αγορά και να μην γίνεται μόνο εισαγωγή από Ευρώπη, Αμερική. Αυτό το κατάφερε το «9» με δύο τρόπους: Πρώτον, δημοσιεύοντας δουλειά τους, εκδίδοντάς την και αμείβοντας ταυτόχρονα τους δημιουργούς κόμικς. Δεύτερον, μέσα από τον ετήσιο διαγωνισμό νέων ταλέντων, χάρις στον οποίο εμφανίστηκε μια νέα γενιά πολύ ταλαντούχων και επαγγελματικού επιπέδου δημιουργών. Σ’ αυτό βοήθησε παράλληλα και το ότι οι σχολές σχεδίου ενέταξαν το κόμικ, και τα συναφή, εικονογράφηση και κινούμενο σχέδιο, ως βασικό προσανατολισμό μαθημάτων.
»Σήμερα, παρότι δημιουργήθηκε τα προηγούμενα χρόνια μια δραστήρια, αυτοτροφοδοτούμενη και παραγωγική σκηνή κόμικς με εκδόσεις, αυτοεκδόσεις, βιβλιοπωλεία, κοινό που αγοράζει και παρακολουθεί, θεσμούς όπως το ετήσιο Comicdom που περιλαμβάνει και βραβεία και κυρίως δημιουργούς επαγγελματικού επιπέδου, που ξεπερνούν πια τα ελληνικά σύνορα, δεν υπήρχε ένα αντίστοιχο περιοδικό κόμικ. Ο «Μπλε Κομήτης» έρχεται να καλύψει αυτή την ανάγκη. Απευθύνεται σ’ ένα κοινό πολύ απαιτητικό πια (και λόγω πρόσβασης μέσω internet στη διεθνή σκηνή) αλλά και που διψάει για νέα πράγματα. Επί πλέον απευθύνεται σε έλληνες επαγγελματίες δημιουργούς απαιτώντας, δικαίως, την καλύτερη δυνατή ποιότητα απ’ τη δουλειά τους. Σε αντάλλαγμα, πέρα από την αμοιβή, τους εμπιστεύεται και φαίνεται αυτό από το γεγονός ότι η ύλη του θα βασίζεται κατά κύριο λόγο σε ελληνική παραγωγή!».
Η Aniro είναι μια νέα κομίστρια- ούτως ή άλλως το «ελληνίδα κομίστρια» ακούγεται λίγο σπάνιο είδος! Πώς νιώθει που μετέχει σε ένα τέτοιο εγχείρημα; Πώς της φαίνεται η εμπειρία του να βρίσκεται η δουλειά της διαθέσιμη στα περίπτερα και να έχει πρόσβαση σ΄αυτήν ένα κοινό που δεν είναι αναγκαστικά μόνο αυτό των κόμικ; Η ίδια λέει: «Η συμμετοχή μου στον Μπλε Κομήτη με κάνει πολύ χαρούμενη. Ακόμα δεν έχω συνειδητοποιήσει ότι η δουλειά μου βρίσκεται διαθέσιμη στα περίπτερα σε ένα υπέροχο τεύχος, που περιλαμβάνει έργα σπουδαίων καλλιτεχνών. Το γεγονός οτι απευθύνεται σε ένα τόσο ευρύ κοινό μέσω της τέχνης των κόμικ μου αρέσει ιδιαίτερα γιατί μπορώ να επικοινωνήσω μέσω της δουλειάς μου με περισσότερα άτομα. Ο Μπλε Κομήτης βάζει διαφορετικούς καλλιτέχνες, διαφορετικές ιστορίες και στυλ σε μια κοινή τροχιά .Οι καλλιτέχνες που συμμετέχουν μπορούν να εκφραστούν ελεύθερα και αυτό δίνει ποικιλομορφία στο περιοδικό και πολλά ερεθίσματα στον αναγνώστη. Αυτό το στοιχείο ήταν που μου άρεσε από την αρχή, όταν μου πρότειναν να συμμετάσχω . Η συνεργασία μου με τον Μπλε Κομήτη με βοήθησε πάρα πολύ δημιουργικά, καθώς δεν είχα συμετάσχει ποτέ σε κάτι παρόμοιο. Ήρθα σε επαφή με πολλούς αξιόλογους καλλιτέχνες. Οι διορθώσεις και οι συμβουλές των συντελεστών αυτού του εγχειρήματος ήταν πολύτιμες και τους ευχαριστώ πολύ για την ευκαιρία που μου δώσανε!».
Δημήτρης Γλύστρας