B. Μπαλάσκας: «Η Ελλάδα μου θυμίζει συχνά ένα σκυλί που τρέχει γύρω από την ουρά του»

Ενώ η γκαλερί Kalfayan ετοιμάζεται να υποδεχτεί νέα δουλειά του, ο καλλιτέχνης μας μιλά για το έργο του, την κρίση και την ελληνική εικαστική σκηνή.
B. Μπαλάσκας: «Η Ελλάδα μου θυμίζει συχνά ένα σκυλί που τρέχει γύρω από την ουρά του»
της Ιωάννας Γκομούζα

Στο βιογραφικό του θα μετρήσεις περισσότερες από 110 εκθέσεις, ατομικές και ομαδικές, σε διεθνείς διοργανώσεις, μουσεία και γκαλερί, με τις προσκλήσεις να καταφτάνουν από διαφορετικές γωνιές του κόσμου. Θα δεις πώς σπούδασε οικονομικά στη Θεσσαλονίκη πριν εγκατασταθεί στο Λονδίνο για να ασχοληθεί με τα εικαστικά, ότι έχει εκπροσωπήσει τη Μεγάλη Βρετανία στην Πολιτιστική Ολυμπιάδα του Λονδίνου και στο Μάριμπορ, το 2012, όταν κρατούσε τα «σκήπτρα» της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης, ότι έχει υπάρξει υποψήφιος για διάφορα βραβεία. Και κάπου μέσα σε όλα αυτά θα προσέξεις πως έχει διανύσει τόσο δρόμο σε μόλις 33 χρόνια.

Εκθέσεις και περφόρμανς από το Καράκας και τη Βοστόνη μέχρι την Ιβηρική, τη Βενετία και την Κύπρο, μόνο για φέτος, διδασκαλία, διαλέξεις, δημοσιεύσεις: ο Βασίλης Μπαλάσκας σίγουρα δεν αφήνει τον χρόνο να περνά. «Πώς τα προλαβαίνεις;» τον ρώτησα αυθόρμητα όταν κανονίζαμε αυτή τη συνέντευξη, λίγα μόνο βράδια πριν από τη νέα του έκθεση στην Αθήνα κι ενώ οι «μηχανές» για το ξεκίνημα της νέας ακαδημαϊκής χρονιάς είχαν ανάψει για τα καλά. Είναι που δεν τα βλέπει ως δουλειά, αλλά ως πηγές ευτυχίας ήρθε απερίφραστα η απάντηση.

Για τα απομεινάρια μιας ευτυχίας μιλά και η νέα του εικαστική δουλειά στη γκαλερί Kalfayan, για το τι θεωρούνταν ευτυχία μέχρι πρόσφατα, για το αβέβαιο τώρα. Τα τελευταία χρόνια άλλωστε κρατά ως δημιουργός ανοιχτούς λογαριασμούς με τις πολιτισμικές εκφάνσεις της κρίσης και τη φύση του καπιταλισμού. Με χιούμορ και ειρωνεία, με μια διάθεση υπονόμευσης του θεάματος και αποδομώντας την εικόνα. Τι θα δούμε λοιπόν στο «Remains of a summer bliss» από τις 15/9 και τι ζητήματα θέλει να αναδείξει;

«Τα έργα της έκθεσης αποτυπώνουν μια στιγμή μεγάλης αβεβαιότητας και σύγχισης, όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και ευρύτερα για την Ευρώπη και τον κόσμο. Το κάθε έργο ξεχωριστά εκφράζει μια διαφορετική όψη αυτής της αβεβαιότητας είτε αυτή αφορά την αποτυχία του κυρίαρχου οικονομικού μοντέλου είτε την κρίση προσανατολισμού της Ευρώπης είτε την ανάδειξη νέων πολιτικών ρητορικών και τη βίαιη διάψευση άλλων παλιότερων. Κατ’ αυτήν την έννοια, κάθε έργο αποτελεί μια «φωτογραφία» της στιγμής που προσκαλεί το κοινό να την αποκωδικοποιήσει, προκειμένου να εντοπίσει κάποια από τα βαθύτερα αίτια που μας έχουν οδηγήσει στο σήμερα».

Τι μέσα χρησιμοποιείς σ’ αυτή τη νέα σειρά έργων και γιατί;

Τα μέσα που χρησιμοποιώ είναι πολύ διαφορετικά μεταξύ τους – νέον, φωτογραφία, ύφασμα, ήχος, ή αντικείμενα που απλά έχω συλλέξει και συνδυάσει μεταξύ τους. Κάθε φορά επιλέγω εκείνο το μέσο που θεωρώ ότι μπορεί να εκφράσει πιο καθαρά αυτό που σκέφτομαι ή αισθάνομαι.

Στην περίπτωση της συγκεκριμένης έκθεσης, αυτή η ποικιλία σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό και με το εννοιολογικό πλαίσιο που ανέφερα πριν – τη μίξη των κρίσεων που αγγίζουν όλες τις συντεταγμένες του χάρτη και όλες τις όψεις της ζωής μας. Γι’ αυτό και ο Λανφράνκο Ατσέτι, ο επιμελητής της έκθεσης, παρομοιάζει τα έργα που θα παρουσιάσω με αντικείμενα που έχουν αφήσει σε κάποια παραλία οι παραθεριστές καθώς αποχωρούν οριστικά ενώ πλησιάζει ο χειμώνας. Παρά τις διαφορές τους, καθένα έχει μια ιστορία να διηγηθεί, αλλά και συλλογικά έχουν κάτι ευρύτερο να αποκαλύψουν για τους ανθρώπους που τα εγκατέλειψαν.

Μια έκθεση με αναφορές στην ευτυχία. Τι μπορεί να συνιστά ευτυχία στην παρούσα ιστορική συγκυρία;

Η έκθεση μιλά για τα απομεινάρια μιας ευτυχίας – για το τι θεωρούνταν ευτυχία μέχρι τώρα ή μέχρι πρόσφατα. Το ερώτημα είναι, μπορούμε να συνεχίσουμε να θεωρούμε ευτυχία τα ίδια πράγματα ή πρέπει να επανεξετάσουμε τον τρόπο που σκεφτόμαστε και τις αξίες που μας καθοδηγούν; Οι αξίες αυτές έχουν να κάνουν τόσο με την καθημερινότητά μας όσο και με το τι παράγουμε συλλογικά ως κοινωνίες. Για παράδειγμα, η προσφυγική κρίση και η έξαρση της τρομοκρατίας στην Ευρώπη είναι δύο φαινόμενα που έχουν άμεση επίπτωση στην καθημερινότητα εκατομμυρίων ανθρώπων.

Ωστόσο, εάν σκεφτούμε πως συλλογικά έχουμε δημιουργήσει μια Ευρώπη της οποίας οι κοινωνικές δομές και η εξωτερική πολιτική εξυπηρετούν λανθασμένες αξίες, όπως είναι το οικονομικό κέρδος με κάθε τίμημα, τότε σίγουρα ευτυχία δεν μπορεί να συνιστά το ότι το πρόβλημα βρίσκεται κυρίως μακριά μας. Είτε αυτό το «μακριά» είναι η Συρία είτε κάποιο νησί είτε κάποιο κέντρο υποδοχής. Όπως, φυσικά, δεν μπορεί να συνιστά ευτυχία και ο καταναλωτισμός που υιοθετήσαμε ως απόλυτο μέτρο της ζωής μας για δεκαετίες. Το τι αποτελεί ευτυχία είναι στην ουσία του ένα πάρα πολύ σκληρό ερώτημα...

Εσύ, από πού αντλείς ευτυχία;

Ευτυχία είναι για μένα το ότι όσο μεγαλώνω μαθαίνω να εκφράζομαι πιο ελεύθερα και καλύτερα στις σχέσεις μου με τους ανθρώπους είτε αυτή η έκφραση έχει ως μέσο την τέχνη είτε όχι.

Υπάρχει κάποια ιδέα που διατρέχει σταθερά και συνδέει τις εικαστικές επιλογές σου και ποια είναι αυτό;

Το κυρίαρχο στοιχείο που συνδέει τα έργα μου ανεξάρτητα από τη θεματολογία τους είναι αυτό της αποδόμησης της εικόνας – μια διαδικασία στην οποία τα έργα προσκαλούν τον θεατή να συμμετάσχει όσο το δυνατόν περισσότερο. Με μια πρώτη ματιά μπορεί να δείχνουν χαρούμενα, όμορφα ή ακόμα και θεαματικά. Αλλά οι αναφορές που εμπεριέχουν κρύβουν συχνά κάτι πολύ λιγότερο ευχάριστο. Κάποιες φορές οι αναφορές αυτές μπορούν να γίνουν γρήγορα ή εύκολα αντιληπτές. Άλλες φορές απαιτούν περισσότερο χρόνο.

Από εκεί και πέρα, με ενδιαφέρει το ουσιαστικό πολιτικό περιέχομενο των έργων και – κυρίως – η συνέπεια στο μήνυμα που κουβαλάνε. Θεωρώ τη συνέπεια πολύ σημαντική, ειδικά μέσα σε ένα διεθνές εικαστικό περιβάλλον που άγεται και φέρεται ολοένα και περισσότερο από την κουλτούρα της διασημότητας.

Ζώντας από νεανική ηλικία στο εξωτερικό, πώς βλέπεις, πώς αντιλαμβάνεσαι και εκτιμάς την κατάσταση στην Ελλάδα;

Η Ελλάδα μου θυμίζει συχνά ένα σκυλί που τρέχει γύρω από την ουρά του, αλλά ταυτόχρονα αναρρωτιέται μεγαλόφωνα γιατί δεν προχωράει προς κάποια κατεύθυνση. Δεν είναι τυχαίο ότι και μόνο σε επίπεδο αριθμών, η οικονομική κρίση στην Ελλάδα έχει ξεπεράσει κάθε ιστορικό προηγούμενο. Αυτό συμβαίνει γιατί η αμφιθυμία της χώρας έχει πολύ βαθιές ρίζες, οι οποίες φυσικά δεν είναι οικονομικές. Είναι απολύτως πολιτισμικές.

Αυτό που με κάνει να μην είμαι αισιόδοξος – τουλάχιστον όχι μεσοπρόθεσμα – είναι το ότι εκατοντάδες χιλιάδες νέοι έχουν εγκαταλείψει και εν πολλοίς απαξιώσει τη χώρα. Όπως επίσης και το ότι εκατοντάδες χιλιάδες δεκαεφτάρηδες και δεκαοκτάρηδες έχουν μεγαλώσει σε μια χώρα στην οποία η μιζέρια παραμονεύει σχεδόν παντού όσο θυμούνται τους εαυτούς τους.

Πώς βλέπεις την εικαστική σκηνή στην Ελλάδα σήμερα; Tι περιμένεις από την Documenta που ετοιμάζεται για το πρώτο της «ταξίδι» με προορισμό την Αθήνα;

Οι συνθήκες που έχει διαμορφώσει η κρίση στην Ελλάδα νομίζω ότι αποτελούν μια πολύ καλή «μαγιά», η οποία έχει εξελίξει το έργο πολλών καλλιτεχνών – κυρίως των νέων. Η ένδοια των μέσων μπορεί να γίνει πάτημα για νέα πράγματα, όπως μας έχει αποδείξει σε πολλές περιπτώσεις η Ιστορία. Ωστόσο, όταν αυτή η ένδοια συνεχίζεται επ’ αόριστον, νομοτελειακά οδηγεί σε έναν νέο μαρασμό, ο οποίος μπορεί να είναι ακόμα χειρότερος και σκληρότερος από τον αρχικό.

Δυστυχώς, σε μεγάλο βαθμό η εικαστική σκηνή στην Ελλάδα πάσχει από τις ίδιες αρρώστιες από τις οποίες πάσχει και η υπόλοιπη κοινωνία – από τον διαχωρισμό σε φατρίες και από την βραχυπρόθεσμη οπτική στα πράγματα. Δεν αναφέρω καν την έλλειψη κρατικών δομών και εκπαίδευσης, που είναι ούτως ή άλλως δεδομένα...

Για την Documenta δεν μπορώ να πω ότι έχω ολοκληρωμένη εικόνα. Ελπίζω πως κάτι θα αφήσει πίσω της, αν και πολλοί άνθρωποι που γνωρίζω στην Αθήνα κάνουν ήδη τη σύγκριση με τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004. Η εντύπωση που έχω είναι ότι πιθανώς και οι ίδιοι οι άνθρωποι της διοργάνωσης να μην έχουν καταλήξει στο πως ακριβώς θα μπορούσαν να διαχειριστούν το υπάρχον περιβάλλον προκειμένου να παραχθεί κάτι το ουσιαστικό.

Σίγουρα από τη μία μεριά η άφιξη της Documenta στρέφει το ενδιαφέρον προς την Ελλάδα, αλλά από την άλλη έχει ήδη δημιουργήσει έναν ιδιότυπο «εξωτισμό». Για παράδειγμα, ο χαρακτηρισμός της Αθήνας ως «νέο Βερολίνο» είναι ανιστόρητος και απολύτως παραπλανητικός, τόσο προς τα μέσα, όσο και προς τα έξω.  

Αυτό το διάστημα ετοιμάζεσαι να δείξεις νέα δουλειά σου στην γκαλερί Kalfayan, αλλά παράλληλα συμμετέχεις και σε εκθέσεις σε όλο τον κόσμο. Αναρωτιέμαι πώς τα προλαβαίνεις και τι φανερώνει όλη αυτή η κινητικότητα για σένα ως άνθρωπο και για το πώς αντιλαμβάνεσαι το ρόλο του καλλιτέχνη.

Δεν με αφορά να δημιουργήσω μια «πορνογραφία» της κρίσης η οποία μετά από μερικά χρόνια θα έχει μόνον την αξία ενός «ντοκουμέντου» μιας συγκεκριμένης ιστορικής περιόδου. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι το «γιατί». Αυτό το «γιατί» έχει να κάνει πάντα με βαθύτερα στοιχεία της ανθρώπινης φύσης και του πολιτισμού που παράγουμε. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο νομίζω ότι υπάρχει διαρκές ενδιαφέρον για τη δουλειά μου από μουσεία που βρίσκονται σε πολύ διαφορετικά μέρη του κόσμου και από επιμελητές που ασχολούνται με διάφορες θεματολογίες.

Όσον αφορά το πως τα καταφέρνω, η απολύτως ειλικρινής απάντηση είναι ότι συχνά δεν τα καταφέρνω... Πολλές φορές η εργάσιμη εβδομάδα μπορεί να έχει έξι ή εφτά ημέρες, η έλλειψη ύπνου να γίνεται εμφανής και οι διαθέσιμες ώρες προσωπικής ζωής να είναι λίγες. Αλλά δυστυχώς ή ευτυχώς δε μπορώ να δω τίποτα από όσα κάνω ως δουλειά. Τόσο η δημιουργία νέων έργων και οι εκθέσεις όσο και το ακαδημαϊκό κομμάτι της ζωής μου – το γράψιμο και η διδασκαλία – είναι πηγές ευτυχίας. Είναι κομμάτια της ίδιας ζωτικής λειτουργίας.

Τα επόμενά σου σχέδια; Τι περφόρμανς ετοιμάζεις στη Βοστώνη στο πλαίσιο του ArtWeek;

Η περφόρμανς στη Βοστώνη θα έχει ως επίκεντρο το μπάνερ με το οποίο κάλυψα την πρόσοψη του Royal College of Art στο Λονδίνο τον Ιανουάριο του 2013. Το μπάνερ φέρει τη φράση “The market will save us” («Η αγορά θα μας σώσει»), η οποία αποτελεί μια ειρωνική αναφορά τόσο στην κατάσταση στο χώρο του πολιτισμού, όσο και στο χώρο της εκπαίδευσης. Μάλιστα, η γραμματοσειρά με την οποία είναι γραμμένη η φράση είναι ακριβώς η ίδια με εκείνη που χρησιμοποιήθηκε στο έγγραφο του 1967 με το οποίο η Βασίλισσα Ελισάβετ χορήγησε καθεστώς πανεπιστημίου στο Royal College of Art.

Το μπάνερ θα παρελάσει στις 30 Σεπτεμβρίου στην καρδιά της Βοστώνης, στο πάρκο του Boston Common, συνοδεία εκατονταμελούς μπάντας από το πανεπιστήμιο της πόλης. Ήταν μία πρόταση του Λανφράνκο Ατσέτι, που είναι καθηγητής στο πανεπιστήμιο, την οποία δεν μπορούσα να αρνηθώ – ειδικά με δεδομένο ότι οι Αμερικανικές Προεδρικές εκλογές πραγματοποιούνται μόλις πέντε εβδομάδες αργότερα.

Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το εικαστικό έργο του Βασίλη Μπαλάσκα μπορείτε να βρείτε στην προσωπική του ιστοσελίδα, www.billbalaskas.com.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v