Οι δίσκοι σερβιρίσματος γίνονται τέχνη στο Μπενάκη
Πολύχρωμους ζωγραφισμένους δίσκους του 19ου αιώνα φιλοξενεί το Μουσείο Μπενάκη, σε μια έκθεση που τιτλοφορείται "Η Τέχνη της Φιλοξενίας".
Παλαιότερο των 360 ημερών
του Γιάννη Ασδραχά
Αψεγάδιαστοι γαλαζοαίματοι, αιθέριες καλλονές, καλλίπυγες θεότητες, θαρραλέοι στρατηγοί, διάσημες σοπράνο, αξιοθέατα... Εικόνες που βρίσκονται στην κεντρική αίθουσα του Μουσείου Μπενάκη και συνθέτουν το πανόραμα του 19ου αιώνα, αντίστοιχες θεματολογικά με αυτές που εμφανίζονται στον αναγνώστη “Journal” εκείνης της περιόδου. Οι πολύχρωμες και ωραιοποιημένες αναπαραστάσεις της εποχής, ζωγραφισμένες ή τυπωμένες σε μέταλλο, που φιλοξενεί το μουσείο είχαν μία επιπλέον χρήση, ως επιφάνειες. Πάνω τους οικοδέσποινες ή υπηρέτες τοποθέτησαν ποτήρια, φλιτζάνια, πιατάκια που περιείχαν τα προσφερόμενα κεράσματα στους επισκέπτες του σπιτιού. Μιλάμε για τους δίσκους σερβιρίσματος, αυτό το απαραίτητο εξάρτημα της οικοσκευής, αδιάφορο σε αρκετούς σήμερα, που ξεχώριζε όμως στο παρελθόν.
Σε αυτά τα αντικείμενα, που η φθορά τους από τη χρήση ήταν δεδομένη, τεχνίτες αποτύπωσαν το πνεύμα της εποχής τους. Σήμερα αυτό το αφανές κομμάτι κληρονομιάς –που εντόπισαν και διέσωσαν συλλέκτες– αναδύεται για πρώτη φορά στην έκθεση με τίτλο «Η τέχνη της φιλοξενίας». Συνολικά παρουσιάζονται εκατό δίσκοι διαφόρων διαστάσεων και σχημάτων που υπήρξαν χρηστικοί κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα σε σπίτια του τότε νεαρού ελληνικού κράτους και της ασθενούσας οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Η τεχνοτροπία αλλά και οι παραστάσεις των δίσκων σε όποια και από τις δύο αγορές και να απευθύνονταν είχαν μία κοινή παράμετρο, την προσπάθεια η απεικόνιση να ισορροπεί μεταξύ της παράδοσης και της νεωτερικότητας. Η Ελλάδα εκείνη την περίοδο προσπαθούσε να αποτινάξει όσα θύμιζαν ότι υπήρξε για αιώνες επαρχία της «Υψηλής Πύλης». Ενώ η οθωμανική αυτοκρατορία έκανε την ύστατη προσπάθεια για την επιβίωσή της, επιδιώκοντας τον δυτικότροπο εκσυγχρονισμό του κράτους μέσω του προγράμματος μεταρρυθμίσεων, το «Τανζιμάτ».
Σε αυτή την εποχή αλλαγών οι δημιουργοί στις επιφάνειες των δίσκων αποτύπωσαν αυτή τη λεπτή ισορροπία ανάμεσα στην επιβεβλημένο εκσυγχρονισμό και τις παραδόσεις που οι πολίτες δεν ήταν πρόθυμοι να εγκαταλείψουν.
Ως «ένα πολύχρωμο μωσαϊκό του 19ου αιώνα που θα μπορούσε να είχε εξαφανιστεί» χαρακτήρισε το υλικό της έκθεσης ο διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη, Άγγελος Δεληβοριάς, και πρόσθεσε ότι οι δίσκοι αναδίδουν κάτι που χαρακτήριζε τις κοινωνίες του 19ου αιώνα, «το ήθος υποδοχής του Άλλου». Σε αυτό το σημείο πρόσθεσε ότι η έκθεση έχει «μία επικαιρότητα στην εποχή μας που δεν πολυαγαπάμε τους ξένους».
Οι δίσκοι προέρχονται από 17 μουσεία και ιδιωτικές συλλογές, με ένα μεγάλο ποσοστό από αυτό το υλικό να είναι μέρος της συλλογής της Ιταλοελβετίδας ιστορικού τέχνης Φλάβια Νέσσι - Γιαζιτζόγλου. Η συλλέκτρια συνεπιμελείται επίσης την έκθεση με την Μυρτώ Χατζάκη. Για την έρευνα και τη συγκέντρωση του υλικού της έκθεσης οι δύο γυναίκες εργάστηκαν για τέσσερα χρόνια.
Ως «θραύσματα του υλικού πολιτισμού μιας περασμένης εποχής» αντιμετωπίστηκαν από τις επιμελήτριες οι δίσκοι. Η δημιουργία των έργων συμπίπτει με την «έκρηξη της εκβιομηχάνισης και την παρακμή του χειροποίητου, πριν από τη λαίλαπα της μαζικής παραγωγής». Η φιλοσοφία της εκθεσιακής παρουσίασης τοποθετεί τους δίσκους μέσα στο «ευρύτερο κοινωνικό και πολιτιστικό πλαίσιο και στο καλλιτεχνικό και ιστορικό περιβάλλον καρποί των οποίων υπήρξαν».
Παράλληλα, η έκθεση επιχειρεί μια «διεπιστημονική ανάγνωση των οικείων αυτών αντικειμένων, μια ανάγνωση που εξετάζει την εικονογραφία και τη λειτουργική τους διάσταση, τις τεχνικές κατασκευής, τους τόπους παραγωγής, αλλά και τις εμπορικές διαδρομές που έφεραν τα περιζήτητα αυτά αντικείμενα στην Ανατολή και τα εισήγαγαν στην καθημερινότητα ενός νέου αγοραστικού κοινού». Καταγράφει ταυτόχρονα τις σύγχρονές τους μαρτυρίες, φιλολογικές και εικονογραφικές, και τις ιστορίες που τα ίδια τα αντικείμενα αφηγούνται.
Οι έντονοι χρωματισμοί από όλες τις διαβαθμίσεις της παλέτας εντυπωσιάζουν τον επισκέπτη της έκθεσης που δεν έχει ακόμα εστιάσει στους δίσκους που βρίσκονται κρεμασμένοι στους τοίχους του χώρου. Όπως άλλωστε συνηθιζόταν στα σπίτια της εποχής. Οι δίσκοι είναι χωρισμένοι σε ομάδες ανάλογα τη θεματική τους. Ο μίτος ξεκινά με δίσκους που παράχθηκαν σε εργαστήρια της Ευρώπης με θέματα που δεν έγιναν ειδικά για το κοινό των Βαλκανίων παράδειγμα τοπία στην εξοχή της κεντρικής ευρώπης και μυθολογικές παραστάσεις, όπως εκείνη της Αφροδίτης να αγκαλιάζει τον έρωτα.
Με ένα φιλελληνικό θέμα η έκθεση περνά τον επισκέπτη στο κυρίως θέμα της. Στη παράσταση του δίσκου, πάνω σε μία βάρκα, βρίσκεται ένας ένοπλος φουστανελοφόρος που κρατά το χέρι μίας νεαρής γυναίκας.
Στη σειρά με πορτραίτα βασιλέων και πριγκίπων του ελληνικού θρόνου βρίσκεται και το μονόχρωμο νεαρό πορτραίτο του Όθωνα με ελληνική στολή σε υποκίτρινο φόντο. Ο δίσκος κατασκευάστηκε στη Γερμανία και ύστερα ήρθε στην Ελλάδα. Δίπλα βρίσκεται ένα παρόμοιο σκεύος με τη διαφορά ότι δίπλα στο πορτραίτο του βαυαρού δυνάστη βρίσκεται η σύζυγος του, Αμαλία. Τα υπόλοιπα «κομμάτια» της σειράς φέρουν τα πορτραίτα του ιδρυτή της δυναστείας Γλύξμπουργκ Γεώργιο της συζύγου του και παιδιών του.
Χαρακτηριστικό είναι ότι κάποιοι δίσκοι «αντιγράφουν» το ίδιο πορτραίτο αλλά με διαφορετική απόδοση και ποιότητα. Κάτι που είναι πιο εμφανές σε δύο δίσκους κατασκευασμένους στη Ρωσία με θέμα δύο γυναίκες που καλλωπίζονται. Ο ένας είχε προορισμό την Τουρκία ενώ ο άλλος την Περσία. Οι διαφορές είναι αισθητές στην απόδοση της σκηνής, κάτι που μάλλον οφείλεται στις διαφορετικές απαιτήσεις της εκάστοτε αγοράς.
Όσο φτάνει στο τέλος του ο 19ος αιώνας οι πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις της εποχής φέρνουν νέα πρόσωπα στις παραστάσεις, στις φλέβες των οποίων δεν ρέει γαλάζιο αίμα, όπως στρατιωτικοί, πολιτικοί και ηγέτες που άλλαξαν τον ρου της ιστορίας.
Αξιομνημόνευτος είναι ο δίσκος που φέρει το πορτραίτο της Ανίτας Γκαριμπάλντι, της δυναμικής για τα δεδομένα της εποχής συζύγου του ηγέτη της επανάστασης στην Ιταλία Τζουζέπε Γκαριμπάλντι, αλλά και εκείνος με ένα από τα πρώτα είδωλα που εκείνη την εποχή προέρχονταν από τον χώρο της όπερας, της Σουηδής ντίβας Τζένι Λιντ.
Στα αξιοθέατα της εποχής, προσφιλή ήταν τα θέματα από την Κωνσταντινούπολη, όπως η γέφυρα του Γαλατά που κατασκευάστηκε εκείνη την εποχή, το παλάτι του Ντολμαμπακσέ, το τζαμί Ορτάκιοϊ κ.α. Επίσης, τα τεχνολογικά επιτεύγματα όπως τραίνα που διασχίζουν καταπράσινα τοπία και πολεμικά ατμόπλοια που σημαιοστολισμένα διασχίζουν τον Βόσπορο. Οι λαϊκοί καλλιτέχνες φιλοτέχνησαν και περιλάλητα μνημεία της δύσης όπως ο πύργος του Άιφελ.
Τα σχήματα των δίσκων ποικίλουν: στρογγυλοί, οβάλ, τετράγωνοι. Όπως και οι διαστάσεις: ο μεγαλύτερος δίσκος μπορεί να έχει την ίδια διάμετρο με ένα τραπέζι. Η χρήση των δίσκων γίνεται πιο απτή στην έκθεση με την παρουσίαση διακοσμητικών και χρηστικών αντικείμενων που σχετίζονταν με τη διαδικασία του κεράσματος όπως ταμπακοθήκες, πορσελάνινα πιάτα και φλιτζάνια, ναργιλέδες γυάλινα σκεύη κ.α. που στόχο έχουν να ζωντανέψουν την εποχή και να φωτίσουν τη χρήση τους.
Η έκθεση συμπληρώνεται με καλλίγραφες αποδείξεις αγοράς από καταστήματα της εποχής. Ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός της έκθεσης είναι της Τζένης Νομικού. Η «Τέχνη του Κεράσματος» μετά την Αθήνα θα παρουσιαστεί και στην Κωνσταντινούπολη. Από τον εκδοτικό οίκο «Μέλισσα» κυκλοφορεί ομότιτλη εικονογραφημένη έκδοση στην αγγλική γλώσσα που σχεδιάστηκε για να συνοδεύσει την έκθεση τόσο στην παρουσίασή της στην Αθήνα όσο, κυρίως, στο εξωτερικό.
Στο πλαίσιο της έκθεσης θα πραγματοποιηθούν ξεναγήσεις από την επιμελήτρια της Συλλογής Νεοελληνικού Πολιτισμού Ξένια Πολίτου στις ακόλουθες ημερομηνίες: 3/10 (6 μ.μ.) 17/10 (6 μ.μ.) 24/10 (6 μ.μ.) 2/11 (12 μ.μ.) 9/11 (12 μ.μ.) και 16/12 (12 μ.μ.).
Τέλος στις γαστριμαργικές απολαύσεις της Κωνσταντινούπολης θα μυηθούν όσοι προσέλθουν στην ειδική βραδιά που διοργανώνει το εστιατόριο του Μουσείου την Πέμπτη 10 Οκτωβρίου.