Ο Χρήστος Μπακατσέλος είναι ένας εκ των δύο αρχισυντακτών του Reel.gr, ενός από τα καλύτερα (κατά την ταπεινή μας γνώμη, πάντα) κινηματογραφικά sites που ήρθε πρόσφατα να προστεθεί στη Βαβέλ του ελληνικού διαδικτύου. Παλιότερα, κριτικές του διαβάζαμε στο Mixtape.gr και το Cinemascope.gr. Πιστεύει ότι η συνταγή για τον «καλό κριτικό κινηματογράφου» πλησιάζει επικίνδυνα προς την ουτοπία.
Πώς "έμπλεξες" με την σινεκριτική;
Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου αγαπούσα τον κινηματογράφο, από την πρώτη φορά που με πήγε ο πατέρας μου πιτσιρίκι και είδα το “He-Man and the Masters of the Universe” του Gary Goddard. Έβλεπα πολλές ταινίες, συνέχεια, και πάντα ήθελα να ασχοληθώ με τον κινηματογράφο. Αν και δεν κατάφερα να ασχοληθώ πιο δημιουργικά με αυτόν, αποφάσισα να το ρίξω στην κριτική. Η πρώτη ευκαιρία μου δόθηκε όταν το 2004 τα παιδιά από το Cinemascope.gr μου είπαν να τους γράψω κάτι για μια ταινία που είδα πρόσφατα, έτσι ώστε να το ανεβάσουν στο site τους. Τους έστειλα την κριτική μου για το “Dawn of the Dead” του πρωτοεμφανιζόμενου τότε Zack Snyder. Κι έτσι με κέρδισε η σινεκριτική, την οποία και λατρεύω.
Επηρεάζει την κρίση σου το γεγονός ότι βλέπεις "υποχρεωτικά" περισσότερες ταινίες από τον μέσο θεατή; Αποκτάς με τον καιρό πιο αυστηρά κριτήρια;
Αν βλέπεις πολλές ταινίες, τα κριτήριά σου για αυτές αρχίζουν να γίνονται ολοένα και πιο αυστηρά. Για να την θεωρήσω «καλή» μια ταινία θέλω σίγουρα να εκπληρώνει κάποια στάνταρ. Αλλά αυτό πλέον δεν ισχύει μόνο για τους κριτικούς κινηματογράφου. Ακόμα και οι θεατές έχουν πάψει να ξοδεύουν τα λεφτά τους από εδώ κι από εκεί σε ταινίες κι αυτό φαίνεται ολοένα από τα χαμηλά εισιτήρια που κόβονται στο ελληνικό box office. Το κοινό που πάει σινεμά, κυρίως λόγω κρίσης πλέον, βασίζεται σε σένα να το καθοδηγήσεις πού θα ξοδέψει τα λεφτά του. Και πρέπει να το σεβαστείς αυτό.
Γιατί συμβαίνει συχνά οι κριτικές που διαβάζουμε να διαφέρουν με την γνώμη της πλειοψηφίας του κοινού για μια ταινία;
Είναι όλα θέμα γούστου και αν μια ταινία έχει δημιουργήσει ένα μεγάλο φαν κλαμπ από πίσω της. Πιστεύω όμως ότι αυτό κυρίως συμβαίνει σε ταινίες που οι κριτικές τους είναι στη «γκρίζα ζώνη», δηλαδή έχουν καταφέρει να διχάσουν τους κριτικούς. Έτσι, ακόμα και στο κοινό, θα υπάρχουν γνώμες που θα διαφέρουν, ίσως και κατά πολύ, από αυτές που γράφτηκαν στα διάφορα έντυπα. Αν μια ταινία θεωρείται «πολύ καλή» ή «πολύ κακή» από το μεγαλύτερο ποσοστό των κριτικών, τότε η γνώμη του κοινού δεν θα διαφέρει και τόσο από αυτή. Ελάχιστες είναι πλέον οι περιπτώσεις που ισχύει το αντίθετο στην προκειμένη περίπτωση.
Τι κάνει μια ταινία καλή;
Για μένα πρωτεύοντα ρόλο παίζει το σενάριο. Μια καλή ταινία πρέπει να έχει ένα ενδιαφέρον στόρι που να συνοδεύεται με ωραίους διαλόγους έτσι ώστε να κρατούν αμείωτο το ενδιαφέρον του θεατή. Φυσικά, αμέσως, ακολουθεί η σκηνοθεσία μαζί με το μοντάζ. Έχω δει ταινίες με πολύ καλό σενάριο που τις καταστρέφει η κακή σκηνοθεσία και είναι κρίμα. Ο κινηματογράφος διεγείρει τον θεατή οπτικά. Αν όλο αυτό που βλέπεις δεν είναι καλό τότε το έχεις χάσει το παιχνίδι. Όλα τα υπόλοιπα έχουν κι αυτά την βαρύτητά τους αλλά περισσότερο τα βλέπω ως «κεράσια στην τούρτα» η οποία η τούρτα αν είναι άγευστη, όσα κερασάκια κι αν της βάλεις, πάλι άγευστη θα είναι.
Τι κάνει έναν κριτικό κινηματογράφου καλό;
Πρώτα από όλα πρέπει να αγαπά τις ταινίες. Αν κάνεις κάτι από αγγαρεία αυτό βγαίνει προς τα έξω. Επίσης, πρέπει να συνδυάζει την αντικειμενικότητα ενός επαγγελματία με τις προσδοκίες ενός θεατή. Γιατί, πάνω από όλα είμαστε θεατές κι εμείς. Να αφήνει στην άκρη τα προσωπικά του γούστα, τις συμπάθειες ίσως που έχει για κάποιους σκηνοθέτες ή και ακόμα και για κάποια είδη ταινιών και να κρίνει αυτό που βλέπει με καθαρό μυαλό. Ακούγεται ουτοπικό όλο αυτό, το ξέρω, και βλέπω πολύ συχνά να μην γίνεται κάτι τέτοιο. Τα γούστα του καθενός παίζουν σίγουρα έναν μικρό ρόλο στην κριτική μιας ταινίας, αρκεί όμως αυτά να μην την επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό.
Τρεις αγαπημένες ταινίες, και τρεις λέξεις για την καθεμία;
Δύσκολη επιλογή μιας και έχω πολλές αγαπημένες ταινίες. Αλλά αν χρειάζονταν να διαλέξω μόνο τρεις αυτές θα ήταν:
“Stand by Me” – φιλία
“Willow” – παιδική ηλικία
“American Beauty” – ομορφιά
Πώς "έμπλεξες" με την σινεκριτική;
Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου αγαπούσα τον κινηματογράφο, από την πρώτη φορά που με πήγε ο πατέρας μου πιτσιρίκι και είδα το “He-Man and the Masters of the Universe” του Gary Goddard. Έβλεπα πολλές ταινίες, συνέχεια, και πάντα ήθελα να ασχοληθώ με τον κινηματογράφο. Αν και δεν κατάφερα να ασχοληθώ πιο δημιουργικά με αυτόν, αποφάσισα να το ρίξω στην κριτική. Η πρώτη ευκαιρία μου δόθηκε όταν το 2004 τα παιδιά από το Cinemascope.gr μου είπαν να τους γράψω κάτι για μια ταινία που είδα πρόσφατα, έτσι ώστε να το ανεβάσουν στο site τους. Τους έστειλα την κριτική μου για το “Dawn of the Dead” του πρωτοεμφανιζόμενου τότε Zack Snyder. Κι έτσι με κέρδισε η σινεκριτική, την οποία και λατρεύω.
Επηρεάζει την κρίση σου το γεγονός ότι βλέπεις "υποχρεωτικά" περισσότερες ταινίες από τον μέσο θεατή; Αποκτάς με τον καιρό πιο αυστηρά κριτήρια;
Αν βλέπεις πολλές ταινίες, τα κριτήριά σου για αυτές αρχίζουν να γίνονται ολοένα και πιο αυστηρά. Για να την θεωρήσω «καλή» μια ταινία θέλω σίγουρα να εκπληρώνει κάποια στάνταρ. Αλλά αυτό πλέον δεν ισχύει μόνο για τους κριτικούς κινηματογράφου. Ακόμα και οι θεατές έχουν πάψει να ξοδεύουν τα λεφτά τους από εδώ κι από εκεί σε ταινίες κι αυτό φαίνεται ολοένα από τα χαμηλά εισιτήρια που κόβονται στο ελληνικό box office. Το κοινό που πάει σινεμά, κυρίως λόγω κρίσης πλέον, βασίζεται σε σένα να το καθοδηγήσεις πού θα ξοδέψει τα λεφτά του. Και πρέπει να το σεβαστείς αυτό.
Γιατί συμβαίνει συχνά οι κριτικές που διαβάζουμε να διαφέρουν με την γνώμη της πλειοψηφίας του κοινού για μια ταινία;
Είναι όλα θέμα γούστου και αν μια ταινία έχει δημιουργήσει ένα μεγάλο φαν κλαμπ από πίσω της. Πιστεύω όμως ότι αυτό κυρίως συμβαίνει σε ταινίες που οι κριτικές τους είναι στη «γκρίζα ζώνη», δηλαδή έχουν καταφέρει να διχάσουν τους κριτικούς. Έτσι, ακόμα και στο κοινό, θα υπάρχουν γνώμες που θα διαφέρουν, ίσως και κατά πολύ, από αυτές που γράφτηκαν στα διάφορα έντυπα. Αν μια ταινία θεωρείται «πολύ καλή» ή «πολύ κακή» από το μεγαλύτερο ποσοστό των κριτικών, τότε η γνώμη του κοινού δεν θα διαφέρει και τόσο από αυτή. Ελάχιστες είναι πλέον οι περιπτώσεις που ισχύει το αντίθετο στην προκειμένη περίπτωση.
Τι κάνει μια ταινία καλή;
Για μένα πρωτεύοντα ρόλο παίζει το σενάριο. Μια καλή ταινία πρέπει να έχει ένα ενδιαφέρον στόρι που να συνοδεύεται με ωραίους διαλόγους έτσι ώστε να κρατούν αμείωτο το ενδιαφέρον του θεατή. Φυσικά, αμέσως, ακολουθεί η σκηνοθεσία μαζί με το μοντάζ. Έχω δει ταινίες με πολύ καλό σενάριο που τις καταστρέφει η κακή σκηνοθεσία και είναι κρίμα. Ο κινηματογράφος διεγείρει τον θεατή οπτικά. Αν όλο αυτό που βλέπεις δεν είναι καλό τότε το έχεις χάσει το παιχνίδι. Όλα τα υπόλοιπα έχουν κι αυτά την βαρύτητά τους αλλά περισσότερο τα βλέπω ως «κεράσια στην τούρτα» η οποία η τούρτα αν είναι άγευστη, όσα κερασάκια κι αν της βάλεις, πάλι άγευστη θα είναι.
Τι κάνει έναν κριτικό κινηματογράφου καλό;
Πρώτα από όλα πρέπει να αγαπά τις ταινίες. Αν κάνεις κάτι από αγγαρεία αυτό βγαίνει προς τα έξω. Επίσης, πρέπει να συνδυάζει την αντικειμενικότητα ενός επαγγελματία με τις προσδοκίες ενός θεατή. Γιατί, πάνω από όλα είμαστε θεατές κι εμείς. Να αφήνει στην άκρη τα προσωπικά του γούστα, τις συμπάθειες ίσως που έχει για κάποιους σκηνοθέτες ή και ακόμα και για κάποια είδη ταινιών και να κρίνει αυτό που βλέπει με καθαρό μυαλό. Ακούγεται ουτοπικό όλο αυτό, το ξέρω, και βλέπω πολύ συχνά να μην γίνεται κάτι τέτοιο. Τα γούστα του καθενός παίζουν σίγουρα έναν μικρό ρόλο στην κριτική μιας ταινίας, αρκεί όμως αυτά να μην την επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό.
Τρεις αγαπημένες ταινίες, και τρεις λέξεις για την καθεμία;
Δύσκολη επιλογή μιας και έχω πολλές αγαπημένες ταινίες. Αλλά αν χρειάζονταν να διαλέξω μόνο τρεις αυτές θα ήταν:
“Stand by Me” – φιλία
“Willow” – παιδική ηλικία
“American Beauty” – ομορφιά