Τάσος Θεοδωρόπουλος: "Χάνω την αγάπη μου για το σινεμά γιατί γίνεται ρουτίνα"

Ο Τάσος Θεοδωρόπουλος γράφει την γνώμη του για διάφορα πράγματα –ένα από αυτά είναι και οι ταινίες που βλέπει– σε διάφορα μέσα: Κείμενά του έχετε διαβάσει στο DownTown, τη Metropolis, το Antivirus, το iefimerida.gr, το Out, το GossipTV και το Nitro. Θεωρεί ότι για να είναι μια ταινία καλή πρέπει να έχει πολύ σεξ και πολλή βία.

Πώς "έμπλεξες" με την σινεκριτική;

Πλέον είμαι σχεδόν σίγουρος πως είναι καρμικό και πληρώνω αμαρτίες προηγούμενων ζωών. Αν πάλι ρωτήσεις την σινεκριτική πώς έμπλεξε μαζί μου, είμαι σίγουρος πως θα σου δώσει πολύ πιο χυδαίες απαντήσεις για το άτομο μου.

Επηρεάζει την κρίση σου το γεγονός ότι βλέπεις "υποχρεωτικά" περισσότερες ταινίες από τον μέσο θεατή; Αποκτάς με τον καιρό πιο αυστηρά κριτήρια;

Αποκτάω μαλάκυνση εγκεφάλου. Και χάνω την αγάπη μου για το σινεμά γιατί γίνεται ρουτίνα. Όσο και να σου αρέσει το σεξ, δύο και τρία πηδήματα απανωτά από τις 10 το πρωί με μέτριους στην πλειοψηφία τους γκόμενους, δεν μπορείς να τα ρίξεις. Βαριέσαι. Προσπαθώ να το υπενθυμίζω αυτό στον εαυτό μου για να μην καταντήσω στα 60 μου σαν τους κριτικούς που κοροϊδεύω.

Γιατί συμβαίνει συχνά οι κριτικές που διαβάζουμε να διαφέρουν με την γνώμη της πλειοψηφίας του κοινού για μια ταινία;

Για καλό και για κακό. Το καλό είναι πως θεωρητικά τουλάχιστον, οι κριτικοί έχουμε 'ξεκλειδώσει' λόγω τριβής με το αντικείμενο, κώδικες που το μεγάλο κοινό δεν μπορεί να αντιληφθεί (αν και η αλήθεια είναι πως όταν βαριόμαστε πλέον αντιγράφουμε με δικά μας λόγια τι έγραψαν οι ξένοι, δόξα και τιμή στο ίντερνετ). Το κακό είναι πως κατά βάση είμαστε μια φυλή αυνανιστών που χαίρεται να εκσπερματώνει πάνω στις δουλειές άλλων, ψαρώνοντας τον κόσμο ότι κατέχουμε τα κλειδιά μιας μυστικής γνώσης.

Τι κάνει μια ταινία καλή;

Το πολύ σεξ και η πολλή βία.

Τι κάνει έναν κριτικό κινηματογράφου καλό;

Το να κάνει πολύ σεξ και να έχει κουλαντρίσει μέσα του τη μνησικακία και τη βία.

Τρεις αγαπημένες ταινίες, και τρεις λέξεις για την καθεμία;

Α, είναι μία σε τρία μέρη. Η Υπολοχαγός Νατάσα. Ξεκινάει σαν αντιναζιστικό δράμα, εκεί που παίρνουν την Αλίκη μούγκαφον από το Νταχάου κι αυτή έχει γκρίζους κροτάφους και παίρνει πόζες τριών τετάρτων σε freeze frame μπροστά σε φωτογραφίες με πτώματα σε λάκους. Μετά γίνεται βουκολικό δράμα, όταν θυμάται την πρώτη της συνάντηση με τον Παπαμιχαήλ και επειδή είναι μουγκή λέει σε voice over "όχι, όχι, δεν πρέπει να ξεχάσεις. Τον λέγανε Ορέστη κι εσένα Νατάσα. Θυμήσου τότε στην Κοπαϊδα, ήσουν μια παιδούλα πλημμυρισμένη από την άγρια ορμή της νιότης" και εμείς βλέπουμε την Αλίκη γύρω στα 40 με ζώνη 70s να τρέχει slow motion στην Κοπαϊδα και να ανεβοκατεβαίνουν τα βυζιά της μέσα από την μπλούζα. Και πιο μετά, γίνεται μια κριτική για τον σκληρό χώρο του θεάματος, όταν πάλι η Αλίκη μας λέει "κι ύστερα ήρθε εκείνος ο φριχτός χειμώνας του 41. Πείνα, φτώχια κατοχή. Ευτυχώς, οι σπουδές μου στο ωδείο με βοήθησαν και βρήκα δουλειά σε ένα θέατρο στην Αθήνα" όπου και την βλέπουμε αμπιγιέ και βαμμένη να τραγουδάει σε πείσμα των σκληρών καιρών. Τρεις λέξεις ε; Σοκ, δέος, μιζανπλί.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v