Γενίτσαροι και Μπούλες: Το έθιμο της αποκριάς στη Νάουσα
Στην Νάουσα κάθε Απόκριες όλη η πόλη ζει στον ρυθμό των Γενίτσαρων και των Μπουλών που είναι το πιο διάσημο έθιμο της περιοχής.

Στην Νάουσα κάθε Απόκριες όλη η πόλη ζει στον ρυθμό των Γενίτσαρων και των Μπουλών που είναι το πιο διάσημο έθιμο της περιοχής.
Κάθε χρόνο, την περίοδο της Αποκριάς, οι δρόμοι της Νάουσας γεμίζουν με τον ήχο των ζουρνάδων και των νταουλιών, ενώ φιγούρες ντυμένες με περίτεχνες στολές ξεχύνονται στις πλατείες χορεύοντας ασταμάτητα. Ο λόγος για το έθιμο των Μπουλών και των Γενίτσαρων, ένα από τα πιο εντυπωσιακά και ιστορικά καρναβαλικά δρώμενα της Ελλάδας, που αναβιώνει με την ίδια λαμπρότητα εδώ και αιώνες.
Η ακριβής προέλευση του εθίμου παραμένει αβέβαιη, όπως συμβαίνει με πολλές λαϊκές παραδόσεις που χάνονται στα βάθη του χρόνου. Ωστόσο, το σίγουρο είναι ότι ενσωματώνει στοιχεία από την ιστορία, τη μυθολογία και την παράδοση της Νάουσας. Πολλοί ερευνητές θεωρούν ότι το έθιμο έχει τις ρίζες του σε αρχαίες διονυσιακές τελετές, ενώ άλλοι το συνδέουν με τους αγώνες των κατοίκων της περιοχής ενάντια στον οθωμανικό ζυγό.
Ο ιδιαίτερος συνδυασμός της χορευτικής δράσης, των στολών και των αυστηρών τελετουργιών του εθίμου καθιστούν τις Μπούλες και τους Γενίτσαρους κάτι πολύ περισσότερο από μια απλή καρναβαλική εκδήλωση: είναι ένα ζωντανό κομμάτι της πολιτιστικής κληρονομιάς της Νάουσας.
Το έθιμο τελείται αποκλειστικά από νέους άνδρες της πόλης, οι οποίοι επιλέγονται προσεκτικά και συμμετέχουν εθελοντικά. Οι προετοιμασίες αρχίζουν αρκετούς μήνες πριν από τις Απόκριες, καθώς οι συμμετέχοντες πρέπει να προμηθευτούν τις περίτεχνες στολές, να εξασφαλίσουν τα μουσικά όργανα και να εξασκηθούν στις χορευτικές κινήσεις που απαιτεί το τελετουργικό.
Ιδιαίτερη σημασία δίνεται στο ντύσιμο, το οποίο ξεκινά την Κυριακή της Απόκρεω. Παλαιότερα, οι συμμετέχοντες ξενυχτούσαν το προηγούμενο βράδυ για να ράψουν ένα-ένα τα ασημένια διακοσμητικά στις στολές τους. Σήμερα, η διαδικασία έχει απλουστευθεί, καθώς πολλά από τα ασημικά είναι ήδη ραμμένα σε ειδικά κατασκευασμένα γιλέκα.
Η ενδυμασία των Γενίτσαρων αποτελείται από ένα λευκό πουκάμισο, έναν πολύπτυχο φουστανέλα και ένα γιλέκο στολισμένο με ασημένια νομίσματα και άλλα διακοσμητικά στοιχεία. Το πρόσωπο καλύπτεται από μια λευκή μάσκα (πρόσωπο), η οποία φέρει ένα χαρακτηριστικό ταράμπουλο, δηλαδή μια πολύχρωμη φούντα. Η μάσκα είναι ιδιαίτερα σημαντική, καθώς προσδίδει έναν αέρα μυστηρίου και ανωνυμίας στους συμμετέχοντες, ενώ ταυτόχρονα συμβολίζει τη διαχρονικότητα του εθίμου.
Η Μπούλα, από την άλλη, είναι μια αντρική φιγούρα ντυμένη με γυναικεία ενδυμασία, εμπνευσμένη από την τοπική φορεσιά της Νάουσας. Το φουστάνι της είναι φουσκωτό, στολισμένο με στεφάνια και κορδέλες, ενώ το κεφαλοκάλυμμά της είναι γεμάτο πολύχρωμα λουλούδια. Η προσωπίδα της Μπούλας είναι πιο απαλή και φέρει ροδαλά μάγουλα και ένα μικρό χρυσαφί βαράκι, ενισχύοντας τον θεατρικό χαρακτήρα του δρώμενου.
Το τελετουργικό αρχίζει το μεσημέρι της Κυριακής, όταν το μπουλούκι συγκεντρώνεται στο Δημαρχείο της Νάουσας. Εκεί, υπό τον ήχο των ζουρνάδων, ξεκινά η χορευτική πορεία που διατρέχει ολόκληρη την πόλη, με ενδιάμεσες στάσεις σε πλατείες και γειτονιές. Ο αρχηγός του μπουλουκιού παραδίδει τα "διαπιστευτήρια" του στον Δήμαρχο, σηματοδοτώντας την επίσημη έναρξη του εθίμου.
Σε όλη τη διάρκεια της πορείας, οι Μπούλες και οι Γενίτσαροι χορεύουν ασταμάτητα, εκτελώντας συγκεκριμένες κινήσεις με απόλυτη πειθαρχία. Οι θεατές μπορούν να παρακολουθήσουν, αλλά απαγορεύεται αυστηρά να συμμετέχουν στον χορό, έως ότου οι τελεστές αφαιρέσουν τις μάσκες τους.
Όταν αρχίζει να σουρουπώνει, το μπουλούκι φτάνει στη συνοικία Αλώνια, όπου ξεκινά ένα μεγάλο γλέντι. Σε αυτό το σημείο, οι συμμετέχοντες αφαιρούν τις μάσκες τους και πλέον μπορούν να χορέψουν ελεύθερα μαζί με το κοινό. Το γλέντι συνεχίζεται ως αργά τη νύχτα, με τραγούδια, φαγητό και άφθονο κρασί, σε ένα ξέφρενο πανηγύρι που φέρνει κοντά ολόκληρη την κοινότητα.
Το έθιμο επαναλαμβάνεται την επόμενη Κυριακή της Τυρινής με την ίδια διαδικασία, ενώ την Καθαρά Δευτέρα η πομπή πραγματοποιεί ένα πιο περιορισμένο δρομολόγιο. Τέλος, την Κυριακή της Ορθοδοξίας, οι συμμετέχοντες χωρίς προσωπίδες επισκέπτονται το εκκλησάκι του Αγίου Θόδωρου στο Σπήλιο, όπου ξαναχορεύουν τους παραδοσιακούς χορούς, πριν κλείσει και επίσημα ο κύκλος του εθίμου για τη χρονιά.
Παρά τις κοινωνικές και πολιτιστικές αλλαγές των τελευταίων δεκαετιών, το έθιμο των Μπουλών και των Γενίτσαρων παραμένει αναλλοίωτο, διατηρώντας την αυθεντικότητά του και μεταφέροντας από γενιά σε γενιά την ιστορία και την παράδοση της Νάουσας. Δεν είναι απλώς μια αποκριάτικη γιορτή, αλλά ένας ζωντανός δεσμός με το παρελθόν, που δίνει στην πόλη έναν ξεχωριστό χαρακτήρα και μια μοναδική θέση στον χάρτη των ελληνικών λαϊκών εθίμων.