Τα ερωτικά του Καζαντζίδη: Μια λαϊκή "βουτιά" στα μεταπολεμικά ερωτικά πάθη
Ο Λεωνίδας Οικονόμου γράφει για τα ερωτικά τραγούδια του Καζαντζίδη και τα συνδέει με την εν Ελλάδι Ιστορία των ερωτικών σχέσεων.
Ο Λεωνίδας Οικονόμου γράφει για τα ερωτικά τραγούδια του Καζαντζίδη και τα συνδέει με την εν Ελλάδι Ιστορία των ερωτικών σχέσεων.
Την ερωτική πλευρά της δισκογραφίας του μεγαλύτερου έλληνα λαϊκού τραγουδιστή, του Στέλιου Καζαντζίδη, εξετάζει ο ανθρωπολόγος Λεωνίδας Οικονόμου στο βιβλίο «Τα Ερωτικά του Καζαντζίδη- Έρωτας και φύλο στο λαϊκό τραγούδι» που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις Μωβ Εκδόσεις.
Είναι η δεύτερη μελέτη του συγγραφέα για τον Στέλιο Καζαντζίδη και το λαϊκό τραγούδι της εποχής η οποία έχει επίσης ανθρωπολογικό-εθνογραφικό χαρακτήρα μια και αυτό είναι το ακαδημαϊκό πεδίο του Λ. Οικονόμου, ο οποίος διδάσκει κοινωνική ανθρωπολογία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Ενώ η προηγούμενη εργασία έθετε στο αναλυτικό τραπέζι συνολικότερα την επιτέλεση των τραγουδιών του Καζαντζίδη, η παρούσα εστιάζει στην ερωτική πλευρά του βάρδου και λιγότερο στις ταξικές-κοινωνικές πτυχές των τραγουδιών του.
Το βιβλίο ξεναγεί τον αναγνώστη στα ερωτικά ήθη και πάθη των ελληνικών δεκαετιών 1950-1970. Οι έμφυλες ανισότητες, η ανθίζουσα πατριαρχία, τα στερεότυπα και η δαιμονοποίηση της γυναικείας ικανοποίησης είναι όλα παρόντα με ηχηρό τρόπο μέσα σε στίχους που μας είναι οικείοι και σε άλλους που έκαναν μικρότερη επιτυχία.
Τα κείμενα των τραγουδιών αρθρώνουν έναν ξεκάθαρα μισογυνικό λόγο που βασίζεται στις παραδοσιακές αντιλήψεις για τη θηλυκότητα, γράφει ο Λ. οικονόμου σχολιάζοντας στίχους όπως
Όμορφη είναι η γυναίκα και η θάλασσα γλυκιά
και η φωτιά στο τζάκι μέσα έχει χάρη κι ομορφιά
μα κι οι τρεις αυτές δεν έχουν ούτε μπέσα ούτε καρδιά
πυρ γυνή κα θάλασσα εσείς με καταστρέψατε και τη ζωή μου χάλασα
Πυρ γυνή και θάλασσα, 1957 (Χρυσίνης- Κολοκοτρώνης)
Οι γυναίκες, προσθέτει, θεωρείται πως έχουν φυσική προδιάθεση προς το κακό και είναι πιο ευάλωτες στον διάβολο. Στερούνται ισχυρής θέλησης, πέφτουν εύκολα θύματα πλάνης και είναι επιρρεπείς στην σαρκική απόλαυση, την κακία και την πονηριά.
Ένας σκύλος και μια γυναίκα ήταν στο σπίτι μου όλη η ζωή
Αυτός τα χέρια μου πιστά φιλούσε κι εσύ αχάριστη τον εραστή
Κόκκινο-μαύρο, 1958 (Καλδάρας-Βίρβος)
Το θέμα της γυναίκας που «κλείνει σπίτια» αναφέρει σε άλλο σημείο ο συγγραφέας, τονίζει τον άνομο και εγκληματικό χαρακτήρα αυτών των γυναικών. Αντιπαρατίθεται στην παραδοσιακή γυναίκα που «ανοίγει σπίτια» είναι «του σπιτιού» και φροντίζει το σπίτι.
Ενδιαφέρουσα και χρήσιμη η εμβόλιμη και ευσύνοπτη Ιστορία του ερωτικού πάθους στη Δύση, η οποία παρατίθεται στην αρχή του βιβλίου και βοηθά να τεθεί ένα ευρύτερο πλαίσιο για το ερευνητικό αντικείμενο. Εξίσου ενδιαφέρουσα είναι και η επισκόπηση των ερωτικών σχέσεων στον 20ο αιώνα- πλήρης βιβλιογραφικών παραπομπών.
Με αυτό το συμπυκνωμένο υλικό ο αναγνώστης έχει ένα κοινό γνωστικό σημείο με τον συγγραφέα και έχει στη διάθεσή του πληροφορίες για τα «είδη» της διαπροσωπικής σχέσης που περιγράφουν οι αναφερόμενοι στίχοι, όπως η «αριστοκρατική αγάπη», η «ρομαντική αγάπη» ή η «ερωτική αγάπη».
Μπορούμε να πούμε ότι τα τραγούδια, οι στίχοι των τραγουδιών του Καζαντζίδη αποτυπώνουν την υπάρχουσα πολιτισμική πραγματικότητα της εποχής; Ως ένα σημείο ναι. Δεν πρέπει όμως να παραγνωρίζουμε τα κίνητρα συγγραφής των λαϊκών τραγουδιών που πολλές φορές ήταν βιοποριστικά και σκόπευαν την εμπορική επιτυχία, όπως επίσης και εμμονές των δημιουργών που πάντα παίζουν ρόλο όταν χρησιμοποιεί κανείς την τέχνη ως «δείκτη».
Ωστόσο και αυτή η κριτική για τα όρια μιας εργασίας σαν του Οικονόμου είναι πεπερασμένη. Αφενός γιατί αγωγός αυτών των τραγουδιών ήταν ο Καζαντζίδης, η τεράστια απήχηση και δημοφιλία του οποίου είχε από μόνη της την ικανότητα να δημιουργεί πολιτισμική πραγματικότητα, και αφετέρου γιατί ο συγγραφέας δεν πασχίζει να περιγράψει κάποια «αλήθεια» για το τι συνέβαινε στην ελληνική κοινωνία, ούτε να συνθέσει μια αφήγηση της πορείας του «καζαντζιδικού», όπως λέει ο ίδιος, τραγουδιού στον χρόνο, αλλά να προτείνει ερμηνευτικές οδούς του πολιτισμικού φαινομένου «Καζαντζίδης».
Τα «Ερωτικά του Καζαντζίδη» μάς βοηθούν να βάλουμε μία ακόμη ψηφίδα στο πολιτισμικό μωσαϊκό της Ελλάδας του 20ου αιώνα, καθώς ο συγγραφέας ιστορικοποιεί τις θεματικές του, βλέποντας τις μεταβολές τους στην πορεία του χρόνου- αν και δεν το κάνει ακολουθώντας κάποια χρονολογική σειρά. Χωρίζει την προσέγγισή του θεματολογικά με υποκεφάλαια όπως «Η έλξη των μοντέρνων γυναικών» και «ακηδεμόνευτη ερωτοτροπία στη μεγαλούπολη», συνδέοντας συχνά τις ερμηνευτικές του προσεγγίσεις με σημεία και καμπές της ελληνικής πολιτισμικής και κοινωνικής ιστορίας, όπως ο μεταπολεμικός συντηρητισμός, η πατριαρχική κυριαρχία, ή η φιλελευθεροποίηση του πεδίου των σχέσεων μετά το 1960.
Έτσι, στο μυαλό του αναγνώστη οι λαμβανόμενες πληροφορίες βρίσκουν την θέση τους εντός ευρύτερων και γνωστών πλαισίων της μεταπολεμικής Ελλάδας. «Το μπουζούκι (…), πολλοί μελωδικοί ρυθμοί (όπως το ζεϊμπέκικο), οι βαριές δυνατές αρρενωπές φωνές των τραγουδιστών, η σοβαρή ενδυμασία (σκούρο κουστούμι με γραβάτα) και επιτέλεση των μουσικών, οι χορευτικές και γλεντιστικές πρακτικές των θαμώνων και πλήθος άλλων στοιχείων λειτουργούσαν ως σύμβολο της ανδρικής σεξουαλικότητας, προοπτικές και κυριαρχίας (…) οι γυναίκες εντάχθηκαν σταδιακά στον κόσμο της λαϊκής μουσικής και κατέλαβαν, αρχικά τουλάχιστον, δευτερεύοντες περιθωριακούς και αμφίσημους ρόλους», γράφει ο Λ. Οικονόμου.
Από μελέτες σαν αυτή του Λ. Οικονόμου ο αναγνώστης αποκτά το λεξιλόγια αλλά και τις νοηματικές συνάψεις για να καταλάβει καλύτερα το λαϊκό τραγούδι και την κοινωνική προέλευση των όρων που αυτό χρησιμοποιεί. Έτσι, για παράδειγμα, βλέπουμε ότι φράσεις-λαϊκά μοτίβα όπως «μποέμικη ζωή» και «μποέμισα», που πρωτοεμφανίστηκαν στο λαϊκό τραγούδι της δεκαετίας του 1940 ήταν ο τρόπος για να περιγραφεί η ανεμελιά που προσιδιάζει σε καλλιτέχνες, η ιθαγενής κατηγορία που θα έλεγε η ανθρωπολογία.
Τελικά δεν μπορεί κάποιος να ασχοληθεί με το λαϊκό τραγούδι χωρίς να καταδυθεί στην λαϊκότητα και αυτό αποτελεί ένα ακόμη σημαντικό προτέρημα εργασιών σαν «Τα ερωτικά του Καζαντζίδη»: πρόκειται για καταγραφές ιστορικής ανθρωπολογίας ή/και πολιτισμικής Ιστορίας που μας δίνουν εικόνες της ελληνικής κοινωνίας «από τα κάτω», εκεί δηλαδή που τα κυρίαρχα ιστορικά αφηγήματα δεν έχουν σχεδόν καμία πρόσβαση. Και αυτό είναι το μεγάλο κέρδος για τον αναγνώστη.
Λεωνίδας Οικονόμου
Τα Ερωτικά του Καζαντζίδη, Έρωτας και φύλο στο λαϊκό τραγούδι
Μωβ Εκδόσεις
2023
σ. 304