Κάτι σαν τις αφιερώσεις που κάναμε παλιά στα ραδιόφωνα, αλλά με ποιήματα. Σέξι, αγαπησιάρικα, κλαψιάρικα, με υπονοούμενο, ό,τι ποιήματα θες.
Παλαιότερο των 360 ημερών
Μπορεί να έχεις ντέρτια, μπορεί να θέλεις να περάσεις ένα διακριτικό –ή λιγότερο διακριτικό– μήνυμα, μπορεί να θέλεις να του/της στείλεις απλά κάτι σπουδαίο να διαβάσει· αν έχει και κάποια σχέση με ό,τι συμβαίνει αυτές τις μέρες μεταξύ σας, ακόμα καλύτερα. Για όλες αυτές τις περιπτώσεις, σου διαλέξαμε επτά σπουδαία ποιήματα για να πας τα πάλαι ποτέ «ο Μπάμπης αφιερώνει στη Μαίρη από το Χαλάνδρι» σε πολύ άλλο επίπεδο.
(*) Δεν βάλαμε το Μονόγραμμα του Ελύτη, θεωρήσαμε ότι αυτό μπορείς να το σκεφτείς και μόνος/η σου. Αν το χρειαστείς, το βρίσκεις ολόκληρο εδώ.
Τάσος Λειβαδίτης, Αυτό το αστέρι είναι για όλους μας (απόσπασμα)
Σ' εύρισκα, αγαπημένη, στο χαμόγελο όλων των αυριανών ανθρώπων. Γιατί πριν μπεις ακόμα στη ζωή μου είχες πολύ ζήσει μέσα στα όνειρά μου αγαπημένη μου. Mα και τι να πει κανείς όταν ο κόσμος είναι τόσο φωτεινός και τα μάτια σου τόσο μεγάλα. Ύστερα ερχόταν η βροχή. Mα έγραφα σ' όλα μας τα χνωτισμένα τζάμια τ' όνομα σου κι έτσι είχε ξαστεριά στη κάμαρά μας. Kράταγα τα χέρια σου κι έτσι είχε πάντοτε η ζωή ουρανό κι εμπιστοσύνη. Tα μαλλιά σου είναι μαύρα όπως μια νύχτα, στο στόμα σου ανασαίνει ολάκερη η άνοιξη... Όλα μπορούσανε να γίνουνε στον κόσμο, αγάπη μου τότε που μου χαμογελούσες. Στην πιο μικρή στιγμή μαζί σου, έζησα όλη τη ζωή. Ήξερες να δίνεσαι, αγάπη μου. Δινόσουνα ολάκερη και δεν κράταγες για τον εαυτό σου παρά μόνο την έγνοια αν έχεις ολάκερη δοθεί.
Μανώλης Αναγνωστάκης, Το Σκάκι
Το σκάκι Έλα να παίξουμε. Θα σου χαρίσω τη βασίλισσά μου. (Ήταν για μένα μια φορά η αγαπημένη Τώρα δεν έχω πια αγαπημένη) Θα σου χαρίσω τους πύργους μου (Τώρα πια δεν πυροβολώ τους φίλους μου Έχουν πεθάνει καιρό πριν από μένα) Κι ο βασιλιάς αυτός δεν ήτανε ποτέ δικός μου Κι ύστερα τόσους στρατιώτες τί τους θέλω; (Τραβάνε μπρος, τυφλοί, χωρίς καν όνειρα) Όλα, και τ’ άλογά μου θα σ’ τα δώσω Μονάχα ετούτον τον τρελό μου θα κρατήσω Που ξέρει μόνο σ’ ένα χρώμα να πηγαίνει Δρασκελώντας τη μια άκρη ώς την άλλη Γελώντας μπρος στις τόσες πανοπλίες σου Μπαίνοντας μέσα στις γραμμές σου ξαφνικά Αναστατώνοντας τις στέρεες παρατάξεις. Κι αυτή δεν έχει τέλος η παρτίδα.
Ναπολέων Λαπαθιώτης, Κλείσε τα παράθυρα
Κλείσε τα παράθυρα μη βλέπουν οι γειτόνοι, και την πόρτα σφάλισε και σβήσε το κερί. Η αγκαλιά μου επύρωσε σαν το κερί και λιώνει, για σφιχταγκαλιάσματα κι όλο καρτερεί.
Έλα, ως τα μεσάνυχτα θα σε φιλώ στο στόμα, έλα, κι είναι οι πόθοι μου τρελοί, τόσο τρελοί, που το γλυκοχάραμα θα μας προλάβει ακόμα στο πρώτο μας αγκάλιασμα, στο πρώτο μας φιλί.
Κλείσε μη μας βλέπουνε λοξά οι ματιές του κόσμου, δώσ’ μου το χειλάκι σου, που ‘ναι απαλό, νωπό. Έχω κάτι ολόγλυκο για σένα απόψε, φως μου, έχω κάτι ολόγλυκο σα μέλι να σου πω.
Έλα, ως τα μεσάνυχτα θα σε φιλώ στο στόμα, έλα, κι είναι οι πόθοι μου τρελοί, τόσο τρελοί, που το γλυκοχάραμα θα μας προλάβει ακόμα στο πρώτο μας αγκάλιασμα, στο πρώτο μας φιλί.
Κι όταν σε ρωτήσουνε τη χαραυγή οι γειτόνοι, για ποιο λόγο σφάλισες, αχ, πες τους, να χαρείς. Πες τους πως στην κάμαρα φοβάσαι άμα νυχτώνει, κι έπεσες και πλάγιασες νωρίς, τ’ ακούς, νωρίς.
Χούλιο Κορτάσαρ, Ποιήματα για την Κρις Ι
Πολύ πιο πέρα από το «μέσο- στράτι απάνω της ζωής μας» υπάρχει μια περιοχή του έρωτα ένας λαβύρινθος πιο πολύ διανοητικός από μυθικός όπου είναι δυνατόν να υπάρχεις αργόσυρτα ευτυχισμένος χωρίς τον παραληρηματικό μίτο της Αριάδνης χωρίς αφρούς, χωρίς σεντόνια ή μηρούς. Όλα καλύπτονται από μιαν ανάκλαση του δειλινού τα μαλλιά, το άρωμά σου, το σάλιο σου. Κι εκεί στην άλλη τη μεριά σε κατέχω την ώρα που εσύ παίζεις με τη φίλη σου της νύχτας τα παιχνίδια.
Πάμπλο Νερούδα, Το γέλιο σου (απόσπασμα)
Γέλα στη νύχτα, στη μέρα στο φεγγάρι, γέλα στις στριφτές στράτες του νησιού, γέλα σ’ αυτό το άγαρμπο αγόρι που σ’ αγαπά, μα όταν ανοίγω τα μάτια και τα κλείνω, όταν τα βήματά μου φεύγουν, όταν γυρνούν τα βήματά μου, αρνήσου με το ψωμί, τον αγέρα, το φως, την άνοιξη, μα ποτέ το γέλιο σου γιατί θα πεθάνω. Πάρε μου το ψωμί, αν θες, πάρε μου τον αγέρα, μα μη μου παίρνεις το γέλιο σου. Μη μου παίρνεις το ρόδο, τη λόγχη που τινάζεις, το νερό που ξάφνου χυμά απ’ τη χαρά σου, το απότομο κύμα το ασήμι που γεννάς. Είναι σκληρός ο αγώνας μου και γυρνώ με μάτια κουρασμένα θωρώντας κάποτε τη γη που δεν αλλάζει, μα έρχεται το γέλιο σου αναθρώσκωντας στον ουρανό γυρεύοντάς με και μου ανοίγει τις πόρτες όλες της ζωής.
Γκιγιόμ Απολλιναίρ, Τομεάρχης
Το στόμα μου θα είναι βάραθρο με θειάφι καυτό Θα βρεις το στόμα μου κόλαση αποπλάνησης κι απόλαυσης Οι άγγελοι του στόματός μου θα θρονιαστούν στην καρδιά σου Οι στρατιώτες του στόματός μου θα σου επιτεθούν αιφνιδιαστικά Οι παπάδες του στόματός μου θα λιβανίζουν την ομορφιά σου Η ψυχή σου θα πάλλεται σαν μια περιοχή σεισμοί Τα μάτια σου θα έχουν τότε φορτωθεί όλον τον έρωτα Της ανθρωπότητας συσσωρευμένον από πρωτόγονα χρόνια Το στόμα μου θα είναι μια στρατιά αντίπαλή σου Μια απειθάρχητη στρατιά αλλάζοντας καθώς ένας Ταχυδακτυλουργός το σχήμα και τον αριθμό της Η ορχήστρα κι η χορωδία του στόματός μου θα ψάλλει Την αγάπη μου θα σου τη μουρμουρίζει από μακριά
Κι εγώ όρθιος με μάτια καρφωμένα στο χρονόμετρο Θα ορμήσω για έφοδο
Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι, Ο έρωτας κι ο πόλεμος (απόσπασμα)
Κάθε τριχούλα σου σγουρή, χρυσωμένη, τη γεμίζω με χάδια. Ω, τι άνεμοι, από ποιο νότο θαυματουργήσανε με τη θαμμένη αυτή καρδιά; Τα μάτια σου ανθίζουν δυο ξέφωτα! Σ’ αυτά τα ξέφωτα χοροπηδάω σάμπως χαρούμενο παιδί.