Να χωρίσω ή να μείνω για τα παιδιά;

Το διαζύγιο φαντάζει και είναι κάτι απειλητικό, πολύπλοκο κι επώδυνο. Πιο τρομακτικό είναι όμως να περάσεις όλη τη ζωή σου με στέρηση και μιζέρια.
Να χωρίσω ή να μείνω για τα παιδιά;

γράφει ο Δημήτρης ΚούκηςΨυχολόγος (BA,MSc) – συστημικός ψυχοθεραπευτής, «Ψυχής Άκος» / Κέντρο Ψυχοθεραπείας

Το διαζύγιο είναι ένας μικρός «θάνατος», αφού κρύβει μέσα του μία βαθιά ματαίωση. Το ζευγάρι βιώνει, πριν τον οριστικό χωρισμό, μία περίοδο συγκρούσεων, πόνου, λύπης, προσωπικών ανακατατάξεων... Μπροστά στο διαζύγιο, κάποιοι γονείς προτιμούν να συνεχίζουν να συγκατοικούν σε ένα «λευκό» πια γάμο, «για το καλό των παιδιών».

Τίθεται καίριο το ερώτημα, αν σωστά πράττουν κι επιλέγουν να «μείνουν μαζί για τα παιδιά» ή μήπως η παραμονή σε ένα δυστυχισμένο γάμο καθίσταται τελικώς πιο επιβλαβής για τα παιδιά από ό,τι η ίδια η διάλυσή του. Σε βάθος χρόνου τα παιδιά των χωρισμένων γονιών είναι καταδικασμένα να εκδηλώσουν ψυχολογικά προβλήματα ή οι γονεϊκές συγκρούσεις, πριν τη διάλυση του γάμου, είναι αυτές που δημιουργούν άλυτες ψυχολογικές εμπλοκές;

Η κλινική πράξη αποδεικνύει πως η πεποίθηση «δε χωρίζω για το καλό των παιδιών» αποτελεί μια από τις πιο κοινές προφάσεις για ανθρώπους που υποστηρίζουν, ότι επιθυμούν να χωρίσουν, αλλά δεν το τολμούν. Κι επιπλέον προσβάλλει και τα παιδιά, γιατί, όπως ο γάμος αποτελεί απόφαση δύο συντρόφων, ομοίως και η διάλυση του παραμένει αποκλειστικά δική τους επιλογή κι ευθύνη.

Τα παιδιά ποτέ δεν ερωτώνται, αν επιθυμούν να χωρίσουν οι γονείς τους, όταν διατυπώνεται η φράση «δεν χωρίζω για το καλό των παιδιών». Αλλά κι αν τύχει να ερωτηθούν, τίθεται λάθος το ερώτημα προς εκείνα. Θα ήταν πιο ουσιαστικό το δίλημμα «θέλεις να βλέπεις δίπλα σου ευτυχισμένους ή δυστυχισμένους γονείς;».

Τα παιδιά επιθυμούν ασφαλώς ευτυχισμένους γονείς, χρειάζονται ηρεμία και φροντίδα, συναισθηματική ασφάλεια, ειλικρινή επικοινωνία και κυρίως αγάπη. Καλός γονέας είναι ο ευτυχισμένος γονέας. Όποιος/α «θυσιάζεται» παραμένοντας σε έναν τοξικό γάμο, αφήνεται να βουλιάξει και τελικώς χάνει τη ζωντάνια του. Δυστυχεί και η θυσία του αυτή θα καταλήξει σε δυστυχία του παιδιού του.

Αυταπατώνται οι γονείς, που αποφασίζουν να συνεχίσουν μία «τυπική» κι «ανέφελη» συμβίωση. Είναι αβάσιμη η αντίληψη ότι βοηθούν τα παιδιά τους ψυχοσυναισθηματικά, αφού «συζούν ειρηνικά και δεν τσακώνονται». Τα παιδιά πληγώνονται από τις συγκρούσεις και τις διενέξεις, αλλά πονούν κι από την απουσία τρυφερότητας, από την ψυχρότητα της παγωμένης επικοινωνίας. Και φθείρει τις μελλοντικές συντροφικές τους σχέσεις. «Πώς να προχωρήσουν καλά οι σχέσεις μου; Δεν θυμάμαι τους γονείς μου να εκφράζουν τρυφερότητα, φροντίδα, αγάπη, ερωτισμό…».

Οι συναισθηματικές κεραίες του παιδιού αναμφίβολα θα αντιληφθούν τη μη ύπαρξη λειτουργικής συντροφικής σχέσης, την απουσία επικοινωνίας, την εικόνα δύο γονέων, που υποκρίνονται το ζευγάρι. Μπορεί οι συγκρούσεις να μην υπάρχουν και οι εντάσεις να απουσιάζουν. Η παθητική όμως επιθετικότητα, η αδιαφορία, τα μούτρα, οι διαρκείς επικρίσεις, η περιφρόνηση, η θλίψη, η απουσία χαράς δε γίνεται να μην κυριαρχούν. Η συνθήκη αυτή αποδιοργανώνει τον παιδικό ψυχισμό και τροφοδοτεί παθολογία.

Συναντούμε στην ψυχοθεραπεία συντρόφους, που δε θυμούνται γιατί επέλεξαν να παντρευτούν, τι συναρπαστικό είδαν ο ένας στον άλλο. Συντρόφους, που επειδή δεν γοητεύονται, απογοητεύονται. Συντρόφους που μετατράπηκαν σε γονείς κι έχασαν τη σχέση τους. Συντρόφους που αναζητούν με αγωνία βιολογικά προϊόντα για τα παιδιά τους ή συναρπαστικές εξωσχολικές δραστηριότητες, αλλά δεν επιδεικνύουν αντίστοιχη αγωνία για μία αγκαλιά, για ένα άγγιγμα ή για ένα «αγάπη μου».

Το διαζύγιο φαντάζει και είναι κάτι απειλητικό, πολύπλοκο κι επώδυνο. Πιο τρομακτικό είναι όμως να περάσεις όλη τη ζωή σου με στέρηση και μιζέρια, με έλλειψη αγάπης και με διάθεση να είσαι αναλώσιμος/η συναισθηματικά.

Πολλά χρόνια κενών γάμων έχουν την ταμπέλα «πάνω από όλα τα παιδιά». Κι ακόμα περισσότερα χρόνια τα παιδιά, που πλέον μεγάλωσαν, ακούν το προσβλητικό: «κατέστρεψα τη ζωή μου για εσένα, προκειμένου να μη μεγαλώσεις δίχως πατέρα, και τώρα αυτό είναι το ευχαριστώ;»  

Η οικογένεια μπορεί να απεικονιστεί με ένα δέντρο, όπου ο κορμός είναι οι γονείς και τα παιδιά οι καρποί αυτού του δέντρου. Δε μπορεί ο κορμός να ξεραίνεται και οι καρποί να παραμένουν ζουμεροί. Οι χυμοί των καρπών απορροφώνται από τον ίδιο τον κορμό, που το είχε νωρίτερα τροφοδοτήσει. Γονείς, που βιώνουν ματαίωση, αντικρύζοντας τα προσωπικά τους αδιέξοδα, απορροφούν τη ζωντάνια και την χαρά των παιδιών τους στην προσπάθεια τους να μείνουν ζωντανοί και να πολεμήσουν την υπαρξιακή τους θλίψη. Τέτοιες δυσλειτουργικές οικογενειακές σχέσεις παράγουν πίκρα κι απογοήτευση και ποτέ ευχαρίστηση. Ενοχοποιούν την ύπαρξη επιθυμιών, εγκλωβίζουν την ύπαρξη και εμποδίζουν την ελευθερία του πετάγματος…

Μία τέτοια στάση των γονέων απέναντι στη ζωή επιβαρύνει την παιδική ψυχή και προκαλεί ψυχικές δυσλειτουργίες.  Το διαζύγιο σίγουρα δεν είναι ευχάριστο, αλλά δεν είναι κατ’ ανάγκη αυτό καθ’ εαυτό που ταλαιπωρεί τα παιδιά. Η ψυχοσυναισθηματική λειτουργικότητα των παιδιών δεν εξαρτάται μόνο από το εάν οι γονείς τους είναι παντρεμένοι ή χωρισμένοι, αλλά κυρίως από την ποιότητα της σχέσης τους.

Πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, οι περισσότεροι γάμοι με δυσκολίες μπορούν να μεταμορφωθούν σε χαρούμενες και λειτουργικές σχέσεις. Το ερώτημα «χωρίζω ή μένω για το χατίρι των παιδιών» μπορεί να είναι και παραπλανητικό.

Ο στόχος της ανασύνταξης των προσωπικών δυνάμεων του ζευγαριού, η πρόκληση να αναζητήσουν τη σπουδαιότητα που έχει ο καθένας, η αναζήτηση της προσωπικής ευθύνης, δίχως αλληλοκατηγορίες, η δέσμευση σε μία κοινή ζωή με νόημα, η εμπιστοσύνη και η εκτίμηση στο πρόσωπο του άλλου, η αναζήτηση της χαράς... μπορούν να αποδειχθούν χρήσιμα εργαλεία αναγέννησης της σχέσης και επανεκκίνησης της συντροφικότητας.

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v