Ω μη γένοιτο και χτύπα ξύλο, αλλά έτσι σοφοί που γίναμε και με τόση πείρα, ήδη ξέρουμε τα λοκντάουν πώς αντιμετωπίζονται.
Παλαιότερο των 360 ημερών
Μοιάζει σαν να ήταν δυο ζωές πίσω, αλλά δεν είναι ούτε έξι μήνες από τότε που φτιάξαμε εκείνη τη λίστα εκείνη τη λίστα που έλεγε μεταξύ άλλων πως «μόλις τελειώσει αυτός ο εφιάλτης, θα βλέπουμε τους ανθρώπους μας όποτε θέλουμε. Και θα τους λέμε πιο συχνά ότι τους αγαπάμε».
Τότε, λέγαμε «θα περάσει» και έμοιαζε σαν ψέμα. Ήταν τρομακτικό να μην ξέρεις πότε θα περάσει. Σε μία βδομάδα; Σε ένα μήνα; Σε δύο; Ποιος να σου το έλεγε, πως θα ήταν σχεδόν τρεις. Τώρα, κοιτώντας το από απόσταση είναι εύκολο να λες «σώπα μωρέ καημένε, αφού όλα περνάνε». Μια τυχαία Τετάρτη στα μέσα του περασμένου Απριλίου δεν φαινόταν τόσο αυτονόητο.
Τώρα που όντως πέρασε, και με το ενδεχόμενο να ξαναγίνει –τουλάχιστον στην ίδια κλίμακα– μάλλον απίθανο, σκεφτόμαστε πόσα πράγματα θα είχαμε κάνει διαφορετικά και νιώθουμε κάπως σοφότεροι. Και δυνατότεροι. Ακριβώς όπως νιώθεις μετά από κάθε καταστροφή.
Δεν θα είχαμε αδειάσει κανένα ράφι κανενός σούπερ μάρκετ. Γιατί θα ξέραμε πως αν εξαιρέσεις τη μαγιά (που εντάξει παιδιά, απαραίτητη δεν τη λες) ποτέ από τίποτα δεν πρόκειται να ξεμείνουμε.
Δεν θα είχαμε σπαταλήσει ώρες, ή και μέρες, να κοιτάμε απεγνωσμένα το ταβάνι. Η πρώτη φορά είναι τρομακτική, η δεύτερη ξέρεις πως έχει αρχή, μέση και τέλος. Πάνω απ’ όλα τέλος.
Αντ’ αυτού, θα είχαμε αξιοποιήσει όλον αυτόν τον ελεύθερο χρόνο για να τελειώσουμε επιτέλους βιβλία, εργασίες και δουλειές που εκκρεμούν για πάντα, όπως κάνανε οι ψυχραιμότεροι εξ ημών.
Και θα είχαμε μάθει να φτιάχνουμε Οριγκάμι. Το λέγαμε για πλάκα τόσο καιρό, που αρχίσαμε τελικά να φλερτάρουμε με την ιδέα όντως να το κάνουμε.
Εναλλακτικά, θα είχαμε στρωθεί να διαβάσουμε και να μάθουμε μια ξένη γλώσσα. Σχεδόν τρεις μήνες ελεύθερους, πού θα τους ξαναβρείς;
Θα είχαμε κόψει από νωρίς τις βιντεοκλήσεις. Και θα μιλάγαμε με τους φίλους μας σαν άνθρωποι, από το τηλέφωνο, όπως κάναμε πριν και μετά και όλη την υπόλοιπη ζωή μας, αντί να υπενθυμίζουμε στον εαυτό μας καθημερινά πόσο μη φυσιολογικό είναι αυτό που ζούμε.
Θα είχαμε διαλέξει προσεκτικότερα πού (και κυρίως με ποιον) θα μείνουμε. Υπήρξαν άνθρωποι που μετακόμισαν μαζί στο δεύτερο ραντεβού, για να μην τους βρει η πανδημία χώρια, και άλλοι που έκαναν τρεις μήνες να δουν το ταίρι τους και το μετάνιωσαν εξίσου πικρά. Υπήρξαν επίσης άνθρωποι που θεωρούσαν εαυτούς εσωστρεφείς και παραλίγο να οδηγηθούν στην τρέλα από την έλλειψη ανθρώπινης επαφής, και άλλοι που δήλωναν party animals και ξαφνικά συνειδητοποίησαν πως μάλλον δεν γουστάρουν και πολύ τους ανθρώπους. Κι αυτά ήταν μάλλον τα καλύτερα μαθήματα που πήραμε από την καραντίνα.
Δεν θα φρικάραμε τόσο. Το γράφαμε και τότε, ο ανθρώπινος εγκέφαλος διαχειρίζεται πολύ καλύτερα μια καταστροφή όταν συμβαίνει απ’ ό,τι την αβεβαιότητα μιας επικείμενης καταστροφής. Τώρα, με την πρότερη εμπειρία, ξέρουμε πως αν το πρώτο λοκντάουν δεν μας σκότωσε, μάλλον δεν θα μας σκοτώσει και κανένα επόμενο.