Ο Μάνος Αχαλινωτόπουλος μιλά στο in2life για την αξία της κλασικής δυτικής μουσικής, για το κλαρίνο που κλαίει, και για τον Έλληνα που ξέχασε πως είναι μετανάστης.
Παλαιότερο των 360 ημερών
συνέντευξη στην Ειρήνη Ορφανίδου
«… Η δυτική μουσική είναι πολύ σπουδαία μουσική και η κλασική δυτική μουσική και η Jazz είναι παγκόσμιες μουσικές αξίες που περνάνε τα τοπικά σύνορα, κακά τα ψέματα, και πρέπει να πάψουμε να είμαστε κομπλεξικοί και να τα γευτούμε αυτά και να τα μάθουμε κανονικά, «σωματικά», όχι μόνο σε αίθουσες συναυλιών. Καλά τα δικά μας, δε λέω ότι δεν είναι σπουδαία, έχουμε πάρα πολύ όμορφα πράγματα, αλλά ο Bach είναι Bach, πώς να το κάνουμε; Και δεν κάνει κακό στα Τρίκαλα ή στο Καρπενήσι, για παράδειγμα, να ακούσουν Bach, καλό κάνει…»
Βιρτουόζος στο κλαρίνο, στο ζουρνά, στις φλογέρες, στο kaval, με εμφανίσεις σε όλο τον κόσμο (από το τζαζ φεστιβάλ του Μοντρέ ως το Womad), συνεργασίες με «όλους» -Νταλάρας, Αλεξίου, Θεοδωράκης, Αρβανιτάκη, Χρόνης Αηδονίδης, Γκόραν Μπρέγκοβιτς, Νάνα Μούσχουρη, Ελένη Τσαλιγοπούλου, Αλκίνοος Ιωαννίδης- ηχογραφήσεις και κυκλοφορίες από Ευρώπη μέχρι Αυστραλία και την ίδια στιγμή δάσκαλος, επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. O Μάνος Αχαλινωτόπουλος μιλά στο in2life για το κλαρίνο που «κλαίει, περισσότερο κλαίει …», για το «γλέντι που είναι πιο σωματικά τα πράγματα», αλλά και για τον Έλληνα που έχει ξεχάσει ότι κι εμείς ως λαός έχουμε υπάρξει πρόσφυγες και μετανάστες.
Ποιά η διαφορά μεταξύ παραδοσιακής μουσικής, δημοτικής μουσικής και έθνικ; Το ερώτημα έχεις πολλές προεκτάσεις και σηκώνει πολύ ανάλυση. Δημοτική μουσική είναι η μουσική μιας κοινότητας που θα μπορούσαμε να την πούμε συμβιωτική ομάδα, μιας μικρής κοινότητας, η μουσική που την καταλαβαίνουν όλοι, είναι η γλώσσα τους δηλαδή, όπως το νερό που πίνουν. Η παραδοσιακή μουσική έχει και ιδεολογίες μέσα, προσπαθεί κάτι να αποδείξει κάποιες φορές. Η έθνικ είναι δημιούργημα των τελευταίων χρόνων, είναι μίξη μουσικών βημάτων από πολλές μεριές του πλανήτη, με άλλοτε επιτυχή και άλλοτε αποτυχημένα αποτελέσματα.
Τουρκία, Αρμενία, Ινδία, Ρομά και «μαζί» ΗΠΑ (τζαζ), Βρετανία, Ελλάδα, βυζαντινή μουσική... Πού συναντάται η Δύση με την Ανατολή; Ποια τα κοινά σημεία αναφοράς; Όλα είναι ένα, που λέει ο Ηράκλειτος. Υπάρχει καλή μουσική, μουσική αληθινή βγαλμένη από την ψυχή και μουσική η οποία είναι κακή, γι’αυτό υπάρχει σε όλα τα πλάτη, σε όλα τα είδη και σε όλα τα ήθη. Πάντως πρέπει να επισημάνω ότι υπάρχει έντονος αντιδυτικισμός τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα. Μάλλον όχι τα τελευταία: Είναι μια κατάσταση που κρατάει από ιδρύσεως του Νεοελληνικού κράτους. Από τη μια είμαστε Δύση και από την άλλη δεν είμαστε Δύση, έχουμε και την Ανατολή. Η δυτική μουσική είναι πολύ σπουδαία μουσική και η κλασική δυτική μουσική και η Jazz είναι παγκόσμιες μουσικές αξίες που περνάνε τα τοπικά σύνορα, κακά τα ψέματα και πρέπει να πάψουμε να είμαστε κομπλεξικοί και να τα γευτούμε αυτά και να τα μάθουμε κανονικά, «σωματικά», όχι μόνο σε αίθουσες συναυλιών. Καλά τα δικά μας, δε λέω ότι δεν είναι σπουδαία, έχουμε πάρα πολύ όμορφα πράγματα, αλλά ο Bach είναι Bach, πώς να το κάνουμε; Και δεν κάνει κακό στα Τρίκαλα ή στο Καρπενήσι, για παράδειγμα, να ακούσουν Bach, καλό κάνει.
Παίζεις σε πανηγύρια (υποθέτω, έστω και πιο αραιά), σε μουσικές σκηνές και διεθνή φεστιβάλ. Συμπράττεις κατά περίπτωση με εντελώς διαφορετικούς μουσικούς και ερμηνευτές, από «αυθεντίες» των πανηγυριών (κατά κανόνα, αυτοδίδακτους παίκτες), μέχρι «αυθεντίες» των δισκογραφικών και της κλασικής μουσικής, όπως μεγάλες ορχήστρες κλπ. Πόσο διαφορετικός είσαι, γίνεσαι, κάθε φορά; Πού αισθάνεσαι περισσότερο ο εαυτός σου; Ο εαυτός μου είμαι όταν παίζω τα δικά μου και όταν υπογράφω αυτό που παίζω, ως εγώ, όχι κάτω από μια ταμπέλα μιας κατάστασης βαρύγδουπης, γιατί όταν πείθω ότι θα κάνω αυτό που θα είναι μια ταμπέλα, λειτουργεί περιοριστικά. Μπορεί να είναι και δημιουργικό βέβαια, δεν είμαι απόλυτος. Ο τρόπος παίζει ρόλο: Υπάρχουν πανηγύρια που είναι πάρα πολύ όμορφα - σπανίζουν βέβαια τελευταία - υπάρχουν συναυλίες που είναι πάρα πολύ όμορφες, όπως και συναυλίες και πανηγύρια κακά. Ο τρόπος είναι αυτός που κάνει τη διαφορά. Στη συναυλία ή σε ένα διεθνές φεστιβάλ πρέπει να λειτουργείς πιο παρασταστασικά. Το γλέντι είναι γλέντι, είναι πιο σωματικά τα πράγματα. Το να περνάω από τη μια συνθήκη στην άλλη μου είναι πολύ εύκολο.
Πες μου δυο λόγια για τον Πετρολούκα Χαλκιά, τους Χαλκιάδες εν γένει και τη σχέση σου με τα ηπειρώτικα. Έχω δουλέψει με τους Χαλκιάδες, τη νεότερη γενιά. Γνώρισα και το μπαρμπα –Τάσο και μου έκανε και ένα μάθημα. Είναι σχολή ολόκληρη η οικογένεια του Τάσου. Όλοι αυτοί οι ανθρωποι σου δίνουν την αίσθηση του ανοιχτού ορίζοντα των βουνών την Ηπείρου όταν τους ακούς. Ο Πετρολούκας τα ίδια, μου δίνει την αίσθηση «Ελλάδα, ιστορία, παράδοση και ψηλά ηπειρώτικα βουνά, άγρια κιόλας και με την αβρότητα που τα διακατέχει, μοναδικά». Αυτό μου βγάζει ο ήχος του.
Τρεις στιγμές, τρεις μεγάλες συγκινήσεις που ξεχωρίζεις στη διαδρομή σου; Το Σαββόραμα, του Διονύδη Σαββόπουλου στο Μέγαρο Μουσικής Αθήνας και Θεσσαλονίκης, το 2001, το Festival του Montreux με τη Susheela Raman και μια ηχογράφηση που είχαμε κάνει στο Τρίτο Πρόγραμμα στους λαϊκούς πρακτικούς οργανοπαίκτες, που παίζω το ταγούδι «Σήκω Διαμάντω» και τραγουδάει η Τασία Βέρα, πριν πολλά πολλά χρόνια.
Η Ελλάδα, η Μεσόγειος, η Μέση Ανατολή βιώνουν μία αναταραχή που ανάλογο της έχει καταγράψει η Ιστορία μόνο κατά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο –οι ροές προσφύγων και μεταναστών, οι πολιτικές με τις δημεύσεις προσωπικών ειδών αξίας, το κλείσιμο των συνόρων. Παρακολουθείς την επικαιρότητα και αν ναι, σε ποιο βαθμό σε επηρεάζει όταν βρίσκεσαι στη σκηνή και παίζεις; Ή, είναι θέματα που, εάν σε απασχολούν, σε απασχολούν σε χώρο και χρόνο πέραν της μουσικής σου; Όχι, με απασχολούν πάρα πολύ, θεωρώ ότι πολλοί από αυτούς είναι άνθρωποι υψηλού πολιτισμού. Συνάντησα πέρσι στο καράβι πολυμελείς οικογένειες, μανάδες με τα παιδιά τους και τους συζύγους τους, που τραγουδούσαν και έβγαζαν μια αρχοντιά και ένα πολιτισμό πάρα πολύ υψηλό και με εκνευρίζει αφάνταστα ο μέσος έλληνας νοικοκυραίος , ο οποίος έχει το αμαξάκι του και το πλένει κάθε Κυριακή, φορώντας τη φανέλα με τις τιράντες, κοιτάει απαξιωτικά όλους τους άλλους και έχει ξεχάσει ότι και εμείς 40-50 χρόνια πριν, εκεί στη Γερμανία φεύγαμε ορδές και ήμασταν στην ίδια μοίρα με αυτούς τους ανθρώπους. Ή και πιο παλιά, οι παππούδες μας έφυγαν από την Κωνστατινούπολη ή τη Μικρά Ασία με ανάλογο τρόπο ή στην Αμερική και οπουδήποτε άλλού πήγαν οι Έλληνες ή μετανάστες ή πρόσφυγες. Θεωρώ ότι η συμπεριφορά αυτή είναι συμπεριφορά ενός μαλάκιου που είναι πολιτικός χωρίς αισθητήρια. Και είναι συμπεριφορά καθενός εκάστου -δεν είναι τι κάνει η επίσιμη πολιτεία, είναι εμείς όλοι πώς είμαστε. Οι άνθρωποι αυτοί, οι πρόσφυγες, είναι αδέρφια μας.
Τι μπορεί να προσφέρει σήμερα η μουσική (που, θεωρητικά τουλάχιστον, παραμένει το πιο λαϊκό είδος τέχνης); Η μουσική δεν θα σε αναπτύξει, ούτε θα σου φέρει πίσω το χαμένο σου έρωτα, αλλά είναι μια θεραπεία και αυτή, λυτρωτική κατάσταση, φάρμακο. Μια ομορφιά μέσα στις χαρές της ζωής, μην τη μεγεθύνουμε. Είναι μια παραμυθία η μουσική.
Ο πόνος ή η χαρά έχουν μεγαλύτερη δύναμη; Το κλαρίνο περισσότερο «κλαίει» ή «γελάει»; Κλαίει, περισσότερο κλαίει, στο δικό μας πολιτισμό. Αλλά και τα δύο συναισθήματα είναι πολύ δυνατά. Γενικώς στους μεσογειακούς λαούς, το πιο λυπημένο μας πάει περισσότερο. Αλλά και η ματζόρε διάθεση και η bel canto είναι μια χαρά, τέλεια, στην κατάλληλη στιγμή. Άλλωστε το ένα χρειάζεται το άλλο, δεν μπορεί να λείπει το ένα από τα δυό, γιατί θα χάσει το άλλο την αξία του.
Τα χάλκινα και τα έγχορδα είναι σε κόντρα; Εννοώ, ναι, λειτουργούν συμπληρωματικά, αλλά κατά βάθος, στον κόσμο της μουσικής, ποιος έχει το «πάνω χέρι»; Τα έγχορδα -η ιστορία του βιολιού είναι η ιατρική της μουσικής- είναι πολύ δύσκολα για να τα παίξεις καλά και έχουν το ενδιαφέρον τους. Υπάρχουν τρομπετίστες οι οποίοι είναι απίστευτοι, τους θαυμάζω. Και απ΄τα άλλα βέβαια της οικογένειας των χάλκινων. Ο τρόπος είναι που κάνει τη διαφορά, δεν είναι το όργανο, αλλά ο άνθρωπος που το παίζει.
Αναφερόμενοι στον Μάνο Αχαλινωτόπουλο γράφουμε και λέμε «ο βιρτουόζος του κλαρίνου». Ο όρος κλαριντζής, σε ποια περίπτωση θεωρείται δόκιμος; Ο όρος κλαριντζής, όπως ζουρνατζής, αραμπατζής, μπουζουκτζής, όλες οι καταλήξεις σε -τζης, είναι τουρκογενείς, προέρχονται από την τουρκική γλώσσα. Επειδή αυτά τα όργανα είναι λαϊκά όργανα, στο λαό έχει περάσει αυτή η ορολογία. Ωστόσο τα πράγματα έχουν αλλάξει, οι εποχές έχουν αλλάξει, τα πρόσωπα έχουν αλλάξει, οι λειτουργίες επίσης έχουν αλλάξει και ο τρόπος που παίζουμε αυτή τη μουσική συνδυάζει προεκτάσεις και άλλες εξελίξεις, οπότε ο όρος δεν ξέρω κατά πόσο μπορεί να είναι δόκιμος. Εξαρτάται από το πρόσωπο κάθε φορά. Είναι ανάλογα το πώς είναι αυτός για τον οποίο μιλάμε. Δεν ξερω κανέναν τώρα πια, ακόμα και από αυτούς που είναι πάνω από 70, που να λειτουργεί με την έννοια του μεσαιωνικού μουσικού, «παίζω στην πλατεία και μου κολλάνε τάλιρα στη μούρη». Εκλείπει το είδος αυτό. Όλοι έχουμε μετεξελειχθεί, παραλαχθεί σε κάτι άλλο. Ακόμη και αυτοί που παίζουν στα γλέντια έχουν άλλες προσλαμβάνουσες.
Info: Ο Μάνος Αχαλινωτόπουλος, ο Θοδωρής Κοτονιάς και η Σοφία Μάνου στο Ρυθμός Stage, Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου, 3, 10 και 17 Μαρτίου Η μουσική παράσταση τους έχει τίτλο «Με ένα αχ... του δίνω αέρα...» Ώρα έναρξης: 22.30 Είσοδος στο μπαρ: 12 ευρώ με μπύρα ή κρασί Μαρίνου Αντύπα 38, Ηλιούπολη 16345, Αθήνα